«Κάθε άνθρωπος θεωρεί τα όρια του δικού του οπτικού πεδίου σαν τα όρια όλου του κόσμου» είπε ο Άρτουρ Σοπενχάουερ και δεν αυτή ήταν η μόνη σωστή παρατήρηση που έκανε. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1788 η Γιοχάνα και ο Χάινριχ Φλόρις Σοπενχάουερ έγιναν ευτυχισμένοι γονείς ενός υγιέστατου αγοριού που έμελλε να ν’ αφιερώσει το μεγαλύτερο κομμάτι του εαυτού του στην ενασχόληση με τα μείζονα φιλοσοφικά ζητήματα που άπτονται της ύπαρξης του ανθρώπου. Ο Άρτουρ Σοπενχάουερ κληρονόμησε τον ενθουσιασμό για τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία Γαλλίας και Αγγλίας του έμπορου πατέρα του και της επίδοξης συγγραφέως μητέρας του, αλλά και μια σαφήνεια και μια αμεσότητα που καθιστούν προσιτά τα έργα του σε σύγκριση με άλλους φιλοσόφους του 19ου αιώνα. Όλα αυτά σε συνδυασμό και μια προδιάθεση που τον έκανε επιρρεπή στην κατάθλιψη, εξού και απεικόνισε στα έργα του τη δυστυχία και τη ματαιότητα της ζωής.
Ο Σοπενχάουερ υποστήριξε μέσα από το σημαντικότερο έργο του, το οποίο και ολοκλήρωσε στην ηλικία των τριάντα, ότι ο άνθρωπος υποκινείται από μια προσωπική -άλογη συχνά- επιθυμία και ελέγχεται από αυτή σε κάθε του απόφαση. «Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση», ίσως το σημαντικότερο από τα βιβλία του, μιλά για μια κινητήριο δύναμη που διέπει τη ζωή των ανθρώπων. Η δύναμη αυτή, που μπορεί να προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα στο άτομο, είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί μέσω της τέχνης και της αισθητικής εμπειρίας, την οποία και θεωρούσε ως ένα ήρεμο καταφύγιο από τις πιέσεις της καθημερινής ζωής. Ο σπουδαίος αυτός φιλόσοφος ασχολήθηκε με το νόημα της ζωής, τη φύση της ηθικής και της τέχνης και έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη «Βούληση του Ζην» ή αλλιώς τη βασική ανάγκη των ανθρώπων να ζήσουν και να αναπαραχθούν. Μεταγενέστεροι εξίσου αξιόλογοι θεωρητικοί, όπως ο Φρόιντ, εξέλιξαν τις ιδέες του και στήριξαν τις δικές τους θεωρητικές προσεγγίσεις στα ένστικτα της ζωής.
Αξίζει να ρίξουμε μια ματιά σε αποφθέγματα που περικλείουν τις βασικές σκέψεις του Σοπενχάουερ σε θέματα φιλοσοφίας, ψυχολογίας, αλλά και θρησκείας.
1. Η ζωή είναι ένα εκκρεμές που κινείται μεταξύ πόνου και απελπισίας.
2. Οι μισές μας ανησυχίες και αγωνίες έχουν προέλθει από την έγνοια μας για τις γνώμες των άλλων. Πρέπει να βγάλουμε το αγκάθι αυτό από τη σάρκα μας.
3. Οι άνθρωποι χρειάζονται κάποια εξωτερική απασχόληση, επειδή είναι εσωτερικά αδρανείς.
4. Δεν υπάρχουν τριαντάφυλλα χωρίς αγκάθια, υπάρχουν όμως αγκάθια χωρίς τριαντάφυλλα.
5. Τι πιο μεγάλο κατόρθωμα από το να θριαμβεύσουμε ολοκληρωτικά ενάντια σε μια ζωή τόσο κενή και μάταιη, που δεν εκπληρώνει ποτέ την επιθυμία μας, παρότι η λαχτάρα καίει τις καρδιές μας. Πόσο ωραία θα ήταν ελαφρά και απαλά να περιπλανιόμαστε στα απομεινάρια της ζωής στη γη με τα πόδια μας ανεμπόδιστα από το χώμα, τη ματιά μας καρφωμένη στον ουρανό.
6. Αγαπημένη τέχνη, πόσες ζοφερές ώρες, όταν ήμουν βυθισμένος στα παιδέματα της ζωής, μου ζέστανες την καρδιά, μου έδωσες αγάπη και με μετέφερες σε έναν κόσμο καλύτερο!
7. Κάθε κοινωνική συναναστροφή απαιτεί αμοιβαία προσαρμογή και διάθεση, γι’ αυτό όσο πιο μεγάλη τόσο πιο ανούσια.
8. Εντελώς ο εαυτός του μπορεί να είναι κανείς μόνο εφόσον μένει μόνος του. Μόνο τότε είναι ελεύθερος.
9. Κάθε ανθρώπινη ζωή είναι μια τραγωδία. Δεν είναι παρά μια σειρά μάταιες ελπίδες, ατελέσφορα σχέδια και λάθη που τα συνειδητοποιούμε πολύ αργά. Προφανώς δεν αξίζει να τη ζήσει κανείς.
10. Η βούληση για ζωή, η οποία δεν έχει άλλο στόχο πέρα από την ίδια τη ζωή, αποτελεί τη βασική πηγή όλης της δυστυχίας και των εμποδίων στη ζωή.
Ο Σόπενχάουερ θεωρούσε τον Γκαίτε καλό του φίλο και ήθελε «ευλογημένο να είναι το όνομά του για πάντα». Υπήρξε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Χούμπολτ και του Βερολίνου, όπου και παρακολούθησε και κριτίκαρε έντονα τις διαλέξεις του Φίχτε, τον οποίο αρχικά θεωρούσε σπουδαίο μυαλό, αλλά απογοητεύτηκε. Παρά τις προσβολές του για το έργο του Χέγκελ, υπήρχε μια κοινή προέλευση των ιδεών του και με τους δύο, αυτή της κριτικής φιλοσοφίας του Καντ. Στην ενήλικη ζωή και την ταραγμένη σχέση με τη μητέρα του, ο επίλογος γράφτηκε μετά από μια έντονη λογομαχία για θέματα οικονομικής φύσεως και έτσι, μητέρα και γιος δεν συνάντησαν ποτέ ξανά ο ένας τον άλλο μετά το Μάιο του 1814. Ο πατέρας του είχε ήδη δώσει τέλος στη ζωή του τον Απρίλιο του 1805, αλλά ο Άρτουρ δε σταμάτησε ποτέ να θεωρεί την επιρροή του υψίστης σημασίας για τη ζωή του. Με την Αντέλε, την αδελφή του, διατηρούσε καλές σχέσεις και συχνή επικοινωνία.
Ο Σοπενχάουερ επηρεάστηκε από σπουδαίους φιλοσόφους, όπως ο Πλάτωνας, και επηρέασε δημιουργικούς καλλιτέχνες, όπως ο Σ. Μπέκετ. Υπήρξε πολυγραφότατος, αφήνοντας πλούσια παρακαταθήκη στους μεταγενέστερους και λόγους να θέλουν να τον κατανοήσουν, να τον φτάσουν, να εξελίξουν το έργο του. Τους προέτρεψε να μελετήσουν το παρελθόν και να βρουν τις απαντήσεις σχετικά με την ανθρώπινη φύση σε έργα μεγάλων συγγραφέων, αφού πίστευε ότι «Το γενικότερο δίδαγμα της ιστορίας είναι: τα ίδια, με διαφορετικό τρόπο. Όποιος έχει διαβάσει Ηρόδοτο έχει διαβάσει σχεδόν όλη την ιστορία». Η ξέγνοιαστη παιδική του ηλικία, τα πολυάριθμα ταξίδια του, οι (δια)προσωπικές του σχέσεις και η επαφή με διανοούμενους της εποχής, η αγάπη του για τη μουσική και τα ζώα- ιδιαίτερα τα κανίς-, καθώς και η ενασχόλησή του με την ινδική φιλοσοφία συνέθεσαν μια έντονη προσωπικότητα της οποίας διακαής πόθος ήταν η αναγνώριση του φιλοσοφικού έργου της. Λόγω των σχέσεών του με το άλλο φύλο, αφού πίστευε πως δεν εξαρτιόταν από το «ανόητο άλλο μισό της ανθρωπότητας», έβρισκε παρηγοριά στις μεταφράσεις αξιόλογων έργων και την εργένικη ζωή που θεωρούσε ευλογία.
Το Σεπτέμβριο του 1860 γράφτηκε ο επίλογος της ζωής του, αλλά όχι του ενθουσιασμού που ακολούθησε η απήχηση του έργου του. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Peter Lewis, αν και αυτός ο φύσει «ακοινώνητος διανοούμενος» περίμενε μέχρι τα 66 του χρόνια για να αναγνωριστεί η συνεισφορά του, «αυτό που προσέλκυσε τους μεγάλους συγγραφείς στον Σοπενχάουερ […] ήταν η θεώρηση της ζωής και του κόσμου, που διακρινόταν από καθηλωτική ζωντάνια αντάξια ενός λογοτέχνη».
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.