Κάθε φορά που ακούω το όνομά του συγκινούμαι. Όχι επειδή τον ξέρω καλά αλλά επειδή η ποίησή του μου θυμίζει την ευλογία μας να γεννηθούμε σε μια πατρίδα και να ομιλούμε μια γλώσσα που όπως ο ίδιος είπε «μιλιέται επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ’ ελάχιστες διαφορές». Τα έργα του συνδεδεμένα με τις ρίζες μου αλλά και με την παιδική μου ηλικία, με κάνουν να σιγοτραγουδώ μ’ ένα «Παράπονο» την «Πούλια», όπως την σιγοτραγουδούσα είκοσι χρόνια πριν περιμένοντας να περάσει το πούλμαν να με πάει σχολείο με την αδελφούλα μου. Τόσο ωραίο ποίημα μάς φαινόταν που κάθε πρωί δεν είχαμε άλλο στο στόμα μας. Δεν τον ήξερα τότε, μα το ποίημα αυτό με έχει σημαδέψει, όπως έχουν σημαδέψει τα αξιομνημόνευτα έργα του ολάκερο τον πολιτισμό μας.
Ακολουθούν μερικά σπουδαία αποσπάσματα και φράσεις από το έργο του που περιλαμβάνουν τους πυλώνες της κληρονομιάς μας, την πατρίδα, τη θρησκεία και την ιστορία της χώρας μας.
1. Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη συ δοξαστική μη παρακαλώ σας μη λησμονάτε τη χώρα μου!
2. Ένα το χελιδόνι κι η Άνοιξη ακριβή, για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή, θέλει νεκροί χιλιάδες να ‘ναι στους Τροχούς, θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους. Θε μου Πρωτομάστορα μ’ έχτισες μέσα στα βουνά. Θε μου Πρωτομάστορα μ’ έκλεισες μες τη θάλασσα!
3. Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει. Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ. Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ. Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει.
4. Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στη θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω. Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους. Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους. Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα γιατί δε μαθαίνονται όλα.
5. Όπου και να θολώνει ο νους σας μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
6. Θεέ μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!
7. Έχοντας ερωτευτεί και κατοικήσει αιώνες μες τη θάλασσα έμαθα γραφή και ανάγνωση.
8. Ήρθαν ντυμένοι φίλοι αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους.
9. Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.
10. Οι λέξεις που ξεκινούσαν από «ελ» μου ασκούσαν πάντα μια μαγεία. Ελλάδα, ελευθερία, ελπίδα και μια Ελένη που ερωτεύτηκα.
11. Λένε πως το είδος έχει ορισμένους κανόνες. Δεν τους ξέρω και πάντως δεν ενδιαφέρθηκα ή δεν μπόρεσα να τους ακολουθήσω. Δουλεύει ο καθένας όπως νιώθει.
12. Όπου ανθεί ο μέσος όρος παύω να υπάρχω. Μου είναι αδύνατον να ευδοκιμήσω μέσα στη μάζα της εκάστοτε πλειοψηφίας. Οι ωραίες μειοψηφίες είναι το κάτι άλλο.
13. Η πρώτη αλήθεια είναι ο θάνατος. Απομένει να μάθουμε ποια είναι η τελευταία.
14. Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε. Οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων. Μακρινή μητέρα Ρόδο μου Αμάραντο.
15. Καθείς και τα όπλα του.
Πόσο πόνο και πόση αλήθεια περιλαμβάνουν οι στίχοι του! Οι διαχρονικοί αγώνες για ελευθερία, τα δύσκολα χρόνια του πολέμου, η κατοχή, η πείνα αλλά και η ομόνοια που χρειάζεται για αποδέσμευση από κάθε είδους ζυγό μάς υπενθυμίζουν τη διαχρονικότητα της ποίησης του Ελύτη αλλά και την αθάνατη ελληνική ψυχή.
Ο ποιητής κάνει λόγο συνεχώς για την κληρονομιά μας, υπενθυμίζοντάς μας πως οι ρίζες μας είναι εκείνες που θα μας επιτρέπουν να επαναπροσδιοριζόμαστε και να θυμόμαστε ποιοι είμαστε στις δύσκολες στιγμές. Παράλληλα οι αναφορές στα γεωλογικά χαρακτηριστικά της χώρας μας τονίζουν το δέσιμο του ποιητή και όλων με την πατρίδα.
Αλήθεια δεν πρέπει να υπάρχει Έλληνας που δεν αναγνωρίζει τη σημασία της θάλασσας και τη γαλήνη που μας προσφέρει σαν την κοιτάμε. Ειδικά οι νησιώτες δεν μπορούν να ζήσουν μακριά της. Γι’ αυτούς η θέασή της είναι το Άλφα και η αγκαλιά της το Ωμέγα. Και ο Ελύτης έχοντας ζήσει σε διαφορετικά νησιά της χώρας μας, το ήξερε αυτό και με κάθε ευκαιρία το εξέφραζε στα ποιήματά του.
Τι κι αν οι εχθροί μας προσπάθησαν άλλοτε συγκαλυμμένα και άλλοτε φανερά να μας υποδουλώσουν. Μπορεί να αναγνώρισαν τη μακρόχρονη ιστορία μας και τις αξίες μας που μας κάνουν ξακουστούς από άκρη σε άκρη αλλά δεν κατάφεραν ποτέ να καταλάβουν το σθένος που μας χαρακτηρίζει, γι’ αυτό και δεν κατόρθωσαν εν τέλει να μας υποτάξουν.
Όσες φορές και να πέσουμε, όσα δεινά και να μας βρουν, ο Ελύτης θα μας υπενθυμίζει πως με πολύ απλά αλλά δυνατά συστατικά, όπως το λάδι, η γη και η θάλασσα, ξαναχτίζουμε τη ζωή μας και την ιστορία μας από την αρχή. Αυτή είναι η Ελλάδα μας, απλή κι όμως τόσο σημαντική για την παγκόσμια ιστορία. Τέτοια και η αγάπη του Ελύτη που δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό ν’ αλλάξει το όνομά του για να το κάνει ακόμα πιο συνδεδεμένο μαζί της.
Στο «Μονόγραμμα», τον ύμνο στην αγάπη, μάς μιλά για έναν έρωτα που αλληλοσυμπληρώνεται, για μια αγάπη με τέτοια αξία και δύναμη, για την οποία εκείνος δέχεται ευχαρίστως να πληρώσει κάθε τίμημα. Παραδίδεται στον έρωτα της αγαπημένης του και το συναίσθημά του αποτυπώνεται στην ωραιότερη φράση που μπορεί να πει ένας ερωτευμένος «σ’ αγαπώ».
Πολλοί σπουδαίοι συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, αναγνώρισαν στην ποίησή του την αγάπη για την πατρίδα και ένιωσαν τη συγκίνηση των ποιημάτων του να τους κατακλύζει γι’ αυτό και μελοποίησαν τα ποιήματά του. Ο Οδυσσέας Ελύτης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μαζί με τον Διονύσιο Σολωμό, ο εθνικός μας ποιητής, που έκανε τη νεότερη Ελλάδα μας παγκοσμίως γνωστή κερδίζοντας το 1979 Νόμπελ Λογοτεχνίας και που μας προτρέπει να μη λησμονούμε ούτε οι ίδιοι τη χώρα μας.
Η ποίησή του είναι σαν να μας φωνάζει «Σ’ αγαπάω, μ’ ακούς;». Τα λόγια του «Όλα μένουν. Εγώ φεύγω. Εσείς να δούμε τώρα» μάς ωθούν να φανούμε αντάξιοι των προγόνων μας και μας θυμίζουν με τον πιο συγκινητικό τρόπο πως «Όσο κι αν κανείς προσέχει όσο κι αν το κυνηγά πάντα, πάντα θα ‘ναι αργά, δεύτερη ζωή δεν έχει». Μέσα από το πιο σπουδαίο έργο που προσομοιάζει στον Ακάθιστο Ύμνο, υμνεί την παρουσία και την Γένεση του θεανθρώπου στον κόσμο μας, τη θυσία και τα Πάθη του προς τον άνθρωπο και δοξάζει την νίκη Του επί του θανάτου.
Τελικά «αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας», με τους πολέμους και την ειρήνη, είναι γεμάτος από Φως και παρά τις υποσχέσεις για εξωτερική βοήθεια, ένας είναι εκείνος που θα τον κάνει να λάμπει αιώνια· ο «Ήλιος της Δικαιοσύνης». Αυτός της παρέχει το άπλετο φως που χαρακτηρίζει την Ελλάδα και αναδύεται στο έργο του Νομπελίστα ποιητή μας με τον καλύτερο τρόπο.
Ο Ελύτης κατάφερε να δώσει μια διαχρονικότητα στα έργα του που ξεπερνά τα σύνορα ενός μικρού τόπου, εναποθέτοντας στα δημιουργήματά του κομμάτια της ζωής του αλλά και της ελληνικής του ψυχής. Γι’ αυτό και για πολλά άλλα, Άξιος Εστί!
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.