«Και πού θα μείνει τώρα;» ήταν η εύλογη ερώτηση που ακολούθησε τα αποτελέσματα των Πανελληνίων εξετάσεων. Για κάποιους η απάντηση είναι προφανής· «θα νοικιάσουμε σπίτι». Για κάποιους άλλους, όμως, ανάμεσά τους κι εγώ, η Εστία είναι η μόνη λύση αν θέλουν να σπουδάσουν στον τόπο που πέρασαν.

Αν και οι δικοί σου έκαναν αυτή τη σκέψη, να μείνεις δηλαδή στην εστία, η πιθανή επόμενη θα ήταν ότι στις εστίες γίνονται τέρατα, όργια, επικρατεί ασυδοσία και «το παιδί θα κακοπεράσει και θα μπλέξει». Σε τι θα έμπλεκες δεν μπορούσε να πει κανείς με σιγουριά. Το μόνο που άφηναν να εννοηθεί ήταν ότι θα έμπλεκες σε κάτι παράνομο, αποτρόπαιο και σίγουρα επαίσχυντο. Και είχαν δίκιο τελικά στο πρώτο κομμάτι. Γιατί «έμπλεξες» και έπλεξες μια ιστορία που σίγουρα θα διηγείσαι αργότερα στα παιδιά σου αλλά και σε όποιον άλλο σκέφτεται να αφήσει το παιδί του να μείνει στην εστία.

Σε κάθε ωραία ιστορία υπάρχουν μύθοι και αλήθειες αλλά και η προσωπική εμπειρία, μέρος της οποίας με χαρά θα μεταφέρω σ’ αυτό το άρθρο. Στους μύθους αναφέρθηκα κατά κάποιο τρόπο ήδη. Υπάρχει η αντίληψη ότι τα παιδιά που μένουν στην εστία επιδίδονται σε πράξεις άσεμνες και σε πάρτι που δε θα ήθελε κάποιος να αφήσει το παιδί του να συμμετέχει. Έχοντας περάσει από αυτά τα πάρτι και ζώντας στην εστία για τέσσερα χρόνια θα σε διαβεβαιώσω ότι υπήρχε μια αθωότητα και μια ξεγνοιασιά που ίσως σήμερα λείπει από τους εφήβους γύρω μας. Τότε το μόνο μέσο κοινωνικής δικτύωσης με το οποίο ήταν κάποιοι -όχι όλοι- εξοικειωμένοι ήταν το facebook. Οι περισσότεροι παίρναμε υπολογιστή κυρίως για να κάνουμε τις εργασίες για το Πανεπιστήμιο και υπήρχε ειδική αίθουσα υπολογιστών -στον δεύτερο όροφο του κτιρίου στο οποίο έμενα εγώ για όσους δεν είχαν τη δυνατότητα να έχουν δικό τους υπολογιστή. Στο δεύτερο έτος, η ασύρματη σύνδεση ήρθε και στο δωμάτιό μας και μπορούσαμε άνετα να μπαίνουμε στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου με τους κωδικούς μας, ώστε να διαβάσουμε άρθρα σχετικά με τις εργασίες μας. Μια ακόμη όμορφη αίθουσα που θυμάμαι ήταν η βιβλιοθήκη, στην οποία είχα πάει μια φορά. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω ότι η επίσκεψη στην βιβλιοθήκη δεν ενδείκνυται σε καμία περίπτωση όταν είσαι με το κολλητάρι. Θα γίνετε θέαμα και θα σας διώξουν -αναρωτιέσαι γιατί;- κακήν κακώς.

Στη δική μας Εστία πέρα από τη χαρά του όμορφου και καινούριου κτιρίου είχαμε και το εκκλησάκι μας. Δίπλα από το ασανσέρ, μπορούσαμε σε κάθε δυσκολία να προσευχηθούμε, να εκκλησιαστούμε και να ανάψουμε το κεράκι μας. Παραδίπλα ήταν το γραφείο όσων εργάζονταν και δέχονταν τις αιτήσεις και τις ερωτήσεις μας. Ήταν και το γραφείο της κυρίας Μαρίας που δεν άφηνε κανένα παιδί νηστικό και πάντα παρουσίαζε μια μερίδα φαγητού σε όποιον είχε ανάγκη. Στην είσοδο υπήρχε σχεδόν πάντα ο φύλακας που σου δημιουργούσε μια αίσθηση ότι μπαίνεις σε ένα προσεγμένο ξενοδοχείο αλλά και το μεγάλο βιβλίο που έγραφες τις ανάγκες του δωματίου σου, αν έπρεπε να έρθει υδραυλικός ή ηλεκτρολόγος για να επισκευάσει κάτι. Το δωμάτιό μας βρισκόταν στον τρίτο όροφο και είχε εξαιρετική θέα από πεύκα και πράσινο. Ήταν το αγαπημένο μέρος της Ερατώς που καθόταν με τις ώρες και διάβαζε ή -προς μεγάλη χαρά των γειτόνων!- τραγουδούσε.

Κάτι άλλο που μπορεί να έχεις ακούσει για την εστία είναι ότι εκεί «στοιβάζονται»  παιδιά οικογενειών χαμηλού βιοτικού επιπέδου και νοημοσύνης. Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: εκεί μένουν αξιοπρεπώς παιδιά οικογενειών χαμηλού εισοδήματος (σύμφωνα με την οικογενειακή φορολογική τους δήλωση), με αρχές και αξίες που έχουν όνειρα και στόχο να διαπρέψουν στη ζωή τους· γι’ αυτό άλλωστε μπήκαν στη διαδικασία να περάσουν στο Πανεπιστήμιο. Ξέρω όμως ότι στην εστία θα συναντήσεις και άτομα που δεν είχαν την ανάγκη να «γλιτώσουν» το ενοίκιο, γιατί πολύ απλά το εισόδημά τους τους επέτρεπε να βρουν σπίτι. Αυτοί που μπορεί να μην ήταν λίγοι επιλέχθηκαν με κριτήρια που δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε και δε μας αφορούν. Απλώς το αναφέρω σαν πληροφορία για να σου δείξω ότι πολλά από όσα αρχικά πιστεύουμε μπορεί να μην επαληθεύονται στο τέλος.

Αυτό που είναι πέρα για πέρα αληθινό όμως είναι το αίσθημα του «ανήκειν» που σου γεννάται όταν ξέρεις ότι γύρω σου, σε διπλανά κτίρια και δωμάτια, υπάρχουν άνθρωποι που πάνω κάτω έχουν τους ίδιους στόχους, τα ίδια όνειρα, είναι συνάδελφοί σου και θα γίνουν και συνεργάτες σου αργότερα. Εκεί, στον ίδιο χώρο, αισθάνεσαι ότι έχεις την υποστήριξη που χρειάζεται ένα παιδί- γιατί παιδί είσαι ακόμα- όταν είναι μακριά από την οικογένειά του. Μια υποστήριξη που σου παρέχεται με οποιονδήποτε τρόπο, από μια καλή κουβέντα μέχρι λίγα χρήματα για να βγει η εβδομάδα. Αυτό το συναίσθημα το ένιωσα και όταν πήγα μαθήτρια ακόμα στις εστίες της Κομοτηνής να μείνω λίγες μέρες στο δωμάτιο της Αθηνάς μου που ήταν το μισό από ένα δωμάτιο του σημερινού μου σπιτιού. Δε μας ένοιαζε όμως τότε, γιατί νιώθαμε ελεύθερες και προστατευμένες. Είχαμε ό,τι θέλαμε· ένα μέρος να μείνουμε, φίλους που μας καλοδέχτηκαν, μια πόλη τόσο φιλική για τους φοιτητές, η μία την άλλη. Και οι Εστίες στην Πάτρα, όμως, την ίδια αίσθηση μου προκάλεσαν, όταν πήγαμε να δούμε τη Σοφία. Λίγο πιο απομακρυσμένες μεν αλλά με αξιοπρεπή δωμάτια και με όμορφη αίσθηση, αρκετή για να σου ζεστάνει την ψυχή.

Μέσα από την εστία της Αθήνας όμως είχα την ευκαιρία να συνδεθώ ακόμη περισσότερο με το Πανεπιστήμιο. Παίρνοντας το εσωτερικό λεωφορείο ή το 250 πήγαινες κατευθείαν στην Πανεπιστημιούπολη και περνούσες από όλα τα κτίρια που αν και δε συμφωνούσες με την όψη τους, αναγνώριζες την εξαιρετική τους σημασία και την αλλαγή που επέφεραν οι ιδέες που εκείνα στέγαζαν στον τρόπο σκέψης σου.

Δεν ξέρω αν κάποιοι βίωσαν την παραμονή τους στην εστία με τρόπο διαφορετικό· το μόνο που ξέρω είναι ότι για μένα ήταν η καλύτερη εμπειρία των φοιτητικών μου χρόνων και παραμένω ευγνώμων για τα άτομα που συνάντησα, τις παρέες που έκανα, τις εμπειρίες που έζησα. Στο δικό μου παραμύθι δεν υπήρχαν τέρατα και δράκοι, μόνο υπέροχα μαθήματα και αξιομνημόνευτες ιστορίες που ζήσαμε όλοι, ξεχωριστά και μαζί. Παραμένω ευγνώμων για το γεγονός ότι είχα τη δυνατότητα να μένω και να ονειρεύομαι σε ένα μέρος που δε με περιόριζε λόγω της οικονομικής μου δυνατότητας αλλά αντίθετα με προστάτευε και για την ύπαρξη αυτών των χώρων που έμειναν χαραγμένα στη μνήμη μας και έγιναν με όλη τη σημασία της λέξης για λίγα χρόνια το σπίτι μας, το σπίτι μου. Γιατί εάν δεν υπήρχαν οι εστίες μπορεί να μην κατάφερνα να σπουδάσω και να γνωρίσω αυτό τον υπέροχο κόσμο που με γεμίζει και με βιοπορίζει αξιοπρεπώς όλα αυτά τα χρόνια, τον χώρο της εκπαίδευσης.

 

Υ.Γ. Αφιερωμένο στην Ερατώ, τη Μερόπη, την Εράλντα, τη Μαρίνα, την Κορίνα, τη Χριστίνα, τον Πάνο και σε πολλούς ακόμη που αν και έχουν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια έρχονται στο μυαλό μου κάθε φορά που περνάω έξω από το αγαπημένο κτίριο της εστίας και όταν αναθυμούμαι εκείνα τα υπέροχα φοιτητικά μας χρόνια. Αφιερωμένο και στη Μαρία που αν και δεν έμενε στην εστία την έχω συνδέσει με τα πάρτι των γενεθλίων μου εκεί. Γιατί τα καλύτερά μας χρόνια στεγάστηκαν στο κτίριο της Α’ ΦΕΠΑ στο δωμάτιο 3@@4.

Συντάκτης: Εύη Λεγάτου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.