«Έτσι έχω μάθει εγώ» ακούω συχνά και πραγματικά νευριάζω! Ορισμένες φορές είμαστε τόσο κολλημένοι σ’ αυτά που ξέρουμε που στερούμε από τον εαυτό μας τη χαρά του να μάθουμε κάτι καινούργιο. Πώς; Μέσω της «απομάθησης».
Πιο συγκεκριμένα, μαθαίνουμε πώς να ξεμαθαίνουμε και να μαθαίνουμε πάλι από την αρχή. Εάν το καλοσκεφτούμε, είναι αυτό που κάνουμε όλη μας τη ζωή και καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού μας προς την εξέλιξη. Κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάτι καινούργιο καλούμαστε να το επεξεργαστούμε, να το εξερευνήσουμε και τελικά να αποφασίσουμε εάν μας είναι χρήσιμο τη δεδομένη στιγμή ή όχι. Να αποφασίσουμε αν θα πάρουμε τη γόμα και θα αρχίσουμε να σβήνουμε παλιές πληροφορίες γράφοντας με το μολύβι μας από πάνω καινούριες, αν θα μουτζουρώσουμε το χαρτί μας, ή αν θα συμπληρώσουμε απλώς κάτι στα ήδη υπάρχοντα.
Ήδη από τη βρεφική μας ηλικία, το νευρικό μας σύστημα κάνει εξαιρετική δουλειά μέσω των «νευρώνων» και των «νευρωνικών συνάψεων», που επικοινωνούν μεταξύ τους με τη βοήθεια των νευροδιαβιβαστών. Οι τελευταίοι μεταφέρουν πληροφορίες και διευκολύνουν τις δισεκατομμύρια διασυνδέσεις των νευρώνων. Το εκπληκτικό δεν είναι το πόσο πολλές συνάψεις-συνδέσεις προκύπτουν, αλλά το γεγονός ότι ο εγκέφαλός μας είναι απολύτως ικανός να κρατήσει εκείνες που του είναι απαραίτητες για την ανάπτυξή του.
Έτσι είναι και οι πεποιθήσεις μας. Μας εξυπηρετούν για ένα διάστημα, αλλά μπορούν ν’ αναπροσαρμοστούν, να διευρυνθούν ή και ν’ αλλάξουν εντελώς. Φυσικά, δεν είμαστε υπέρ αυτό να γίνεται κάθε τόσο, αφού εκεί δε θα μιλάγαμε για μια απλή αναθεώρηση πεποιθήσεων, αλλά για ολοκληρωτική αλλαγή και αστάθεια. Στην πραγματικότητα μιλάμε για τη διαδικασία που μας επιτρέπει να μαθαίνουμε χρήσιμα πράγματα και να ξεκαθαρίζουμε όσα πια είναι αδύνατον να μας συντροφεύουν στη μετέπειτα πορεία μας. Μιλάμε στην ουσία για μια μικρή διαλογή γνώσεων και συνηθειών.
Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στις «θεωρίες της μάθησης» που αναδεικνύονται -τι πρωτότυπο, δεν το περίμενες να την αναφέρω ξανά- μέσα από τον τομέα της Ψυχολογίας, θα βρει κανείς ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο που σχετίζεται με την απομάθηση, τη «συστηματική απευαισθητοποίηση». Η τελευταία είναι μια μέθοδος που βοηθά στη σταδιακή αποβολή του άγχους, περιλαμβάνοντας ιεραρχικά καταστάσεις που προκαλούν έντονο, μεσαίου βαθμού και ήπιο άγχος. Στόχος είναι ο θεραπευόμενος να αντιμετωπίσει τις καταστάσεις που τον φορτίζουν συναισθηματικά και να μάθει από την αρχή να είναι ψύχραιμος απέναντι σε αγχογόνους παράγοντες.
Αλλά κι ένας άνθρωπος που φοβάται- πέραν αυτού που θα λέγαμε φυσιολογικό- τα έντομα, το ασανσέρ, την απώλεια του αγαπημένου του, μπορεί να διδαχθεί να αντιμετωπίζει τα γεγονότα με τρόπους που δεν εμποδίζουν την ήρεμη επιβίωσή του. Άλλωστε αυτό κάνουμε όλοι μας όταν καλούμαστε να ξεπεράσουμε έναν εφηβικό μας έρωτα, το μέχρι πρότινος άλλο μας μισό, ακόμη και την απόρριψη από το «κόλλημά» μας. Στην αρχή μαθαίνουμε να υπάρχουμε στη ζωή του και μετά «ξεμαθαίνουμε», μέχρι που ξεχνάμε και δε θυμόμαστε πια τη διαδικασία αυτή σαν κάτι επώδυνο. «Θεραπευόμαστε» ακριβώς όπως γίνεται και στη θεραπεία της συμπεριφοράς, σταδιακά. Καμιά φορά η θεραπεία διαρκεί πολύ, άλλοτε πιο λίγο κι άλλες φορές πονάμε τόσο έντονα που αυτός ο πόνος λέμε πως δε θα σταματήσει ποτέ και πως θα τελειώσει η ζωή μας εάν ο άλλος προχωρήσει.
Και ξαφνικά, καλούμαστε να έρθουμε αντιμέτωποι με τα γεγονότα. Μια τυχαία συνάντηση θα μας προετοιμάσει να μάθουμε να ζούμε χωρίς την παρουσία του. Στην αρχή δε διανοούμαστε ότι θα δούμε το άτομο αυτό με κάποιον άλλο. Κι όμως γίνεται. Αργότερα, θα τους δούμε να κρατιούνται χέρι-χέρι. Μετά να αγκαλιάζονται και να φαίνονται ερωτευμένοι. Και κάποια στιγμή θα μπορούμε να αντικρίσουμε τις κοινές τους φωτογραφίες που θα συνοδεύονται από ευχές του τύπου «Βίον Ανθόσπαρτον». Αν βρεθούμε όμως αντιμέτωποι κατευθείαν με το τελευταίο βήμα, είναι πολύ πιθανότερο να το νιώσουμε σαν δυνατή κλοτσιά στο στομάχι και ο παράγοντας της «φυσιολογικής εξέλιξης των πραγμάτων» να μην περάσει καν από το μυαλό μας. Όταν όμως καταφέρνουμε να το κάνουμε αυτό χωρίς στεναχώρια, χωρίς νοσταλγία, χωρίς ζήλεια, τότε μπορούμε πούμε ότι έχουμε πλήρως απεξαρτηθεί και θα μπορούμε να πούμε ότι άξιζε η θεραπεία και η συνακόλουθη έκθεσή μας σε καταστάσεις που ούτε θέλαμε, ούτε μας ήταν ευχάριστες. Θα έχουμε πια «ξεμάθει» να ζούμε μαζί με το άτομο αυτό και θα μάθουμε να ζούμε μαζί μας.
Το να επανεξετάσουμε τις πεποιθήσεις μας, το να σκεφτόμαστε κριτικά και να «μετασχηματίζουμε» παλιά πιστεύω και πράγματα που «έτσι τα είχαμε μάθει» σηματοδοτεί μια νέα αρχή για την προσωπική μας ανάπτυξη. Αρκετά συχνά στη διάρκεια της ζωής μας θ’ ανακαλύπτουμε ότι κάτι που διδαχθήκαμε στο παρελθόν πρέπει να μείνει εκεί και τη θέση του να πάρει η καινούργια γνώση. Τελικά, δε θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε περισσότερο με τον Bill Vaughan ότι «ο άνθρωπος μαθαίνει κάθε μέρα κάτι καινούργιο και πολλές φορές αυτό που μαθαίνει είναι ότι αυτό που έμαθε χθες ήταν λάθος».
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη