Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ολοένα και μεγαλύτερη στροφή προς την εκπαίδευση και την κατοχή πτυχίων. Αυτό είναι σαφώς μια θετική εξέλιξη αφού συνεπάγεται μια καλύτερη ποιότητα ζωής και πιο αρμονικές σχέσεις. Ωστόσο, η καταξίωση των ανθρώπων τους κάνει –δικαίως- να έχουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και –αδίκως- άποψη επί παντός επιστητού. Αυτό που γίνεται αμέσως εμφανές, εάν ασχολείσαι με το χώρο, είναι ότι οι νέοι γονείς ή τουλάχιστον οι τελευταίες γενιές έχουν πολύ συγκεκριμένη άποψη και απαιτήσεις για τον τρόπο που θέλουν να εκπαιδευτεί το παιδί τους, αλλά και για τον τρόπο που πρέπει να διδάσκεται.
Αυτό έχει δύο όψεις. Είναι αφενός καλό καθώς προάγει τη στοχευμένη παιδεία, είναι αφετέρου και κακό γιατί θέλουν να έχουν τον έλεγχο και μπερδεύονται ανάμεσα στο ρόλο του γονιού και το ρόλο του δασκάλου. Κι εκεί εντοπίζουμε το πρόβλημα.
Παράδοξο; Κι όμως αληθινό. Και πριν διαφωνήσετε, εξηγούμε. Αυτοί οι γονείς που αγωνίστηκαν και τα κατάφεραν να λάβουν υψηλό επίπεδο σπουδών, είναι συνήθως οι ίδιοι που λόγω της επιτυχίας τους πιστεύουν ότι έχουν όλο το δικαίωμα να επεμβαίνουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, ενίοτε και μπροστά στα μάτια του έκπληκτου καθηγητή. Κάνοντάς το όμως αυτό ακυρώνουν αυτομάτως το ρόλο του δεύτερου. Πώς; Μα όταν παρέχεις εσύ την επεξήγηση σε κάτι που δεν κατανοεί το παιδί σου, ενώ ο καθηγητής είναι μπροστά και προσπαθεί να κάνει μάθημα, τότε είναι σαν να μην τον σέβεσαι. Και θα μου πεις τώρα, «πώς γίνεται να είναι ο γονιός μπροστά την ώρα του μαθήματος;». Στον αναπτυγμένο μας κόσμο με την τεχνολογία και το ίντερνετ, όλα γίνονται.
Είναι πλήρως κατανοητό να θέλεις να έχεις άποψη κι εποπτεία στο τι γίνεται στο μάθημα και στο πώς ανταποκρίνεται το παιδί σου, αλλά εάν δεν μπορείς να αντισταθείς στον πειρασμό να επεμβαίνεις κάθε λίγο, θα πρέπει να δουλέψεις λίγο με αυτό το κομμάτι και να αφήσεις τα πράγματα να εξελιχθούν, όπως θα γινόταν σε κάθε άλλη περίπτωση εάν το παιδί σου βρισκόταν στην τάξη. Κανείς δε λέει ναι σε αδιάφορους γονείς, αλλά και η υπερβολική ανάμειξη, ειδικά όταν το αντικείμενό τους δε σχετίζεται με την εκπαίδευση, μπορεί να είναι λανθασμένη. Καλό θα ήταν να εξυπηρετήσει ο καθένας τον ρόλο του με όση περισσότερη επιτυχία μπορεί και να μην προσπαθήσει να κάνει τίποτε λιγότερο αλλά και τίποτε περισσότερο.
Εάν θέλεις να σταθείς δίπλα στο παιδί σου –νοητικά και ψυχικά- μπορείς να εμπιστευτείς τον δάσκαλό του, ειδικά εάν τον έχεις επιλέξει εσύ κι όταν θέλεις να μάθεις κάτι, φρόντισε να χτίσεις μια τέτοια σχέση με το παιδί σου που θα το κάνει να μη σου κρατήσει τίποτα κρυφό. Φρόντισε να χτίσεις μια τέτοια σχέση με τον καθηγητή του που θα στηρίζεται στον αμοιβαίο θαυμασμό και θα είναι αληθινή και με δόσεις αλληλοβοήθειας. Κι έτσι, θα είσαι σίγουρος ότι το παιδί σου θ’ αποκομίσει τα μέγιστα από την όλη διαδικασία και ταυτόχρονα δε θα είναι διχασμένο στο ποιον θα επιλέξει ν’ ακούσει και ποια τακτική να ακολουθήσει· αυτή που λες εσύ ή εκείνη που λέει ο καθηγητής, που στο κάτω κάτω είναι και το αντικείμενό του.
Αυτό που πρέπει και οι δύο να του διδάξετε, μέσα από τους διαφορετικούς ρόλους σας, είναι η «αγωγή» και ο σεβασμός. Εάν οπωσδήποτε θέλετε να (παρα)δώσετε ένα μάθημα στο παιδί είναι να σέβεται το δάσκαλό του και «το παράδειγμα είναι πάντα πιο αποτελεσματικό από το δίδαγμα». (Σάμουελ Τζόνσον)
ΥΓ.: Από το ημερολόγιο ενός καθηγητή, που ευτυχώς έχει άψογη σχέση και συνεργασία με τους γονείς, αναγνωρίζει ωστόσο τις δυσκολίες του επαγγέλματος.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου