Έχετε κάτσει ποτέ να σκεφτείτε πόσο σημαντικό είναι να συναντήσει κανείς στη ζωή του τους κατάλληλους ανθρώπους κατά την εκπαιδευτική διαδικασία; Και πόση τύχη είναι να έχεις ερεθίσματα που θα σου είναι εφόδια στο μέλλον; Και τι εννοούμε τελικά όταν μιλάμε για καταλληλότητα; Είναι κάποια λίστα με πράγματα που πρέπει να είναι τσεκαρισμένα; Είναι κάποια ελίτ ανθρώπων; Κι όμως, τίποτα από αυτά. Κι ίσως τελικά, αυτή η καταλληλότητα να ξεκινά σαν το αποτέλεσμα μιας ανθρώπινης αλληλεπίδρασης. Σαν μια έκρηξη ενέργειας όταν δυο δυνάμεις συναντιούνται και κάτι εν τέλει λειτουργεί.
Εμείς αυτούς τους καθηγητές θέλουμε. Που υψώνουν γέφυρες και δε χτίζουν τείχη. Που μας επιβραβεύουν για όσα κάνουμε και δε μας κατακρίνουν για όσα δεν κάνουμε. Που και μόνο η φωνή τους αρκεί για να μας περιβάλλει με ζεστασιά και μας ανοίγει πόρτες. Αυτούς τους καθηγητές θέλουμε. Που με όποια μέσα μας κάνουν δυνατούς και μας προσφέρουν απλόχερα γνώσεις και εμπειρίες. Αυτούς που θα τους βλέπουμε μετά από χρόνια και θα τους χαιρετάμε από μακριά. Που θα θέλουμε να τους μοιάσουμε όσο είμαστε μαθητές και θα κάναμε άνετα παρέα μαζί τους ως συνομήλικοι.
Αυτούς τους καθηγητές θέλουμε. Που θα μας στηρίζουν μ’ ένα βλέμμα τους και θα μας παροτρύνουν να συνεχίσουμε. Αυτούς που, αν και αυστηροί, θα μας αναγνωρίζουν τις προσπάθειες και θα μας πιέζουν να συνεχίζουμε. Αυτούς που θα νιώθουν τα συναισθήματα και θα αναγνωρίζουν τους δισταγμούς μας. Που θα στέκονται διακριτικά δίπλα μας κι όχι μπροστά μας. Που θα είναι ανακούφιση η παρουσία τους και όχι φορτίο ενοχλητικό και δυσβάσταχτο.
Που μας διαβάζουν παραμύθια για το καλό και το κακό, για την προσφορά και την αγάπη, την επινοητικότητα και τη θέληση. Που δεν είναι άκαμπτοι αλλά ευέλικτοι και προσιτοί. Που θα διατηρούν, όμως, τη σοβαρότητα και την ευγένεια του επαγγέλματός τους. Που θ’ αντιμετωπίζουν τα καθήκοντά τους ως «εργασία» και όχι ως «δουλειά». Αλλά θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να τους βρούμε, γιατί, όπως σωστά αναφέρει η Διδασκαλία Ζεν, «όταν ο μαθητής είναι έτοιμος, ο δάσκαλος εμφανίζεται».
Κι αυτούς τους μαθητές θέλουμε. Που θα αναγνωρίζουν τα όσα μας έφτασαν στη θέση του δασκάλου. Που δε θα χρειάζεται συνεχώς ν’ αποδεικνύουμε ότι δεν είμαστε παντογνώστες, αλλά άνθρωποι. Που δε θα πρέπει να απολογηθούμε για τις μεθόδους μας ούτε να επιβληθούμε με τιμωρίες. Αυτούς τους μαθητές θέλουμε, που παρά το νεαρό της ηλικίας τους, θα κατανοούν και τα δικά μας βάρη. Και τις δικές μας ανησυχίες. Και τις δικές μας επικρίσεις για όσα θα θέλαμε να κάναμε διαφορετικά. Και τις δικές μας δυσκολίες ν’ ανταποκριθούμε σε ρόλους που καλούμαστε να εξυπηρετήσουμε.
Κι αυτούς του γονείς θέλουμε, που δεν θα κρυφακούν το μάθημά μας για να πιάσουν το λάθος μας. Που δε θα επεμβαίνουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις γι’ αυτήν. Που δε θα λένε στα παιδιά τους πόσο λίγοι είναι οι δάσκαλοι και πόσο ανεπαρκές είναι το εκπαιδευτικό σύστημα. Που δε θα υιοθετούν το ρόλο μας ενώ είμαστε διαθέσιμοι. Εκείνους που σέβονται και μας αναγνωρίζουν a priori. Και που θα καταλαβαίνουν, χωρίς να ειπωθεί, τι σημαίνει να είσαι δάσκαλος. Αυτούς τους γονείς θέλουμε, τους συνοδοιπόρους και όχι τους εχθρούς.
Κι αυτή την κοινωνία θέλουμε, που μας κάνει καλύτερους και δε μας επιφορτίζει με άγχη που δε θα έπρεπε να είναι δικά μας. Και που μας στηρίζει στις δύσκολες στιγμές. Μόνο που θα πρέπει να συμβάλλουμε κι εμείς στο σύνολό της. Τελικά, αυτή τη ζωή θέλουμε, που μας αξίζει και μας εξελίσσει. Και που υπάρχει μόνο ένας τρόπος να την έχουμε. Να την κερδίσουμε. Όχι με μέσα αθέμιτα, αλλά με κόπο και συνεχή αγώνα. Με εκπαίδευση και παίδευση.
Πράγματι, εάν το καλοσκεφτούμε, αυτούς του ανθρώπους θέλουμε. Αυτούς που όλοι μαζί θ’ αλλάξουν τα πράγματα προς όφελός τους και θα βγουν δυνατοί μέσα από τις όποιες δυσκολίες. Κι αυτούς τους δασκάλους χρειαζόμαστε, αρκεί να θυμόμαστε αυτό που πολύ ωραία λένε οι Κινέζοι και σας το παραθέτω στα αγγλικά: “Teachers open the door, but you must enter by yourself.”
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου