Πριν από ενενήντα πέντε χρόνια ήρθε στη ζωή ένας άνθρωπος που έμελλε να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην «αυτενέργεια και τις διεργασίες του εαυτού» και που θεωρείται -δικαίως- ένας από τους μεγαλύτερους ψυχολόγους όλων των εποχών. Μέσα από την κοινωνικογνωστική θεωρία του, την πιο ευρέως διαδεδομένη και σύγχρονη θεωρία για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης, του άγχους και της επιθετικότητας, ο Άλμπερτ Μπαντούρα κατάφερε να εστιάσει το ενδιαφέρον των θεραπευτών στο γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι ενεργητικά όντα των οποίων η συμπεριφορά απορρέει από την κοινωνική τους υπόσταση.
Ένα από τα πιο γνωστά του πειράματα είναι αυτό με την κούκλα «Μπόμπο», κατά το οποίο παιδιά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και παρακολούθησαν ενήλικες να παίζουν με μια φουσκωτή κούκλα σε σχήμα μπαμπούσκας είτε με επιθετικό, είτε με ειρηνικό τρόπο. Έπειτα καταγραφόταν η δική τους συμπεριφορά επάνω στο αντίστοιχο παιχνίδι καθώς και οι διαφορές που παρουσιάζονταν ανάλογα με το συνδυασμό φύλου παιδιού και φύλου ενήλικα. Επίσης οι συμπεριφορές συγκρίνονταν με αυτές μιας τρίτης ομάδας παιδιών, τα οποία έπαιζαν με την κούκλα χωρίς να έχουν παρακολουθήσει πρώτα κάποιον ενήλικα. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά και μέσα από αυτό ο Μπαντούρα κατέδειξε τη σημασία των προτύπων στη ζωή μας, το ρόλο της μίμησης, καθώς και την ανάπτυξη της προσωπικότητάς μας. Μας έκανε να κατανοήσουμε πως αυτό που λέμε είναι εκατό φορές πιο ανίσχυρο από αυτό που δείχνουμε και μας απέδειξε πως η παρατήρηση των άλλων και η συνακόλουθη μίμηση των πράξεών τους, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά μας.
Εστίασε στις γνωστικές διεργασίες, κυρίως της σκέψης, καθώς και στον τρόπο που ο κάθε άνθρωπος δομεί έννοιες και «σχήματα» μέσα από τα προσωπικά του βιώματα και το πιο σημαντικό, υπογράμμισε την ικανότητα των ανθρώπων να επεμβαίνουν στη διαμόρφωση του περιβάλλοντός τους. Αντίθετα με το συμπεριφορισμό, που θεωρείται η βάση της εν λόγω θεωρίας, η θεωρία του Μπαντούρα θέλει τους ανθρώπους να θέτουν προσωπικούς στόχους, να αυτοαξιολογούν τη συμπεριφορά και την αποτελεσματικότητά τους, να ρυθμίζουν μόνοι τους τις αντιδράσεις τους και να επηρεάζουν με τον τρόπο που και οι ίδιοι επηρεάζονται. Τα προσωπικά κίνητρα, αλλά και η μάθηση μέσω παρατήρησης βρίσκονται στον πυρήνα της κοινωνικογνωστικής θεωρίας. Μαζί με τον W. Mischel και με ευρήματα που αλληλοσυμπληρώνονται, ο Μπαντούρα έριξε τους προβολείς σε ανθρώπους ικανούς να σκέφτονται και να έχουν άποψη για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους. Σε ανθρώπους που προσδοκούν αποτελέσματα μέσα από συγκεκριμένες συμπεριφορές σε συγκεκριμένες καταστάσεις και μέσα από ατομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες που βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση μεταξύ τους.
Θα λέγαμε ότι με τη θεωρία του κατάφερε να συγκεράσει όλες τις προηγούμενες, εξίσου αξιόλογες, θεωρητικές προσεγγίσεις που στοιχειοθετούν την Ψυχολογία και την κάνουν να είναι τόσο σημαντική στη ζωή μας, ακόμη και όταν δεν έχουμε πλήρη γνώση αυτού. Οι Κοινωνιογνωστικοί Ψυχολόγοι μας έδωσαν μια ολοκληρωμένη και συνεκτική θεωρία που παρέχει πρακτικές λύσεις στη ζωή μας και που έχει περιθώρια εξέλιξης.
Τα βραβεία που του έχουν απονεμηθεί πολυάριθμα, αφού κατάφερε να αποτελέσει «τέλειο πρότυπο ως ερευνητής, διδάσκαλος και θεωρητικός». Τα έργα του «Κοινωνικά Θεμέλια της Σκέψης και της Δράσης» και «Αυτοαποτελεσματικότητα: Η Άσκηση του Ελέγχου» αξιομνημόνευτα. Η συνεισφορά του υψίστης σημασίας. Εάν η Ψυχολογία είχε άλλους δέκα Άλμπερτ Μπαντούρα, θα ήταν σίγουρα ένας ακόμη πιο πλούσιος κλάδος.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη