Ξέρω πολύ καλά πως η ζωή είναι λεωφόρος και κανείς δε γλυτώνει από την κίνηση. Κάποιο Σάββατο βράδυ ανάμεσα στα τόσα αυτοκίνητα θα ξεχωρίσεις εκείνο το ένα, το μοναδικό.
Εκείνο που θα σε έκανε να θέλεις ένα κόκκινο φανάρι να διαρκεί ακόμη παραπάνω. Τόσο ώστε να έχεις αρκετό χρόνο για να κοιτάς πίσω από το φιμέ σου τζάμι τον οδηγό του. Να εύχεσαι οι άσπρες γραμμές των διαβάσεων να ήταν τόσες πολλές που θα έντυναν τον δρόμο και ο δικός μας χρόνος θα μεγάλωνε λιγάκι.
Ο δικός μου οδηγός, έμοιαζε τόσο σε εσένα. Τόσο πολύ, που άνοιξα το παράθυρο και άφησα γυμνά τα συναισθήματά μου προς τη δική σου υπεράσπιση. Τόσο πολύ, που η προσμονή μου πια έπαψε να υπολογίζει στα τροχαία.
Σε ένα δρόμο με τόσα διόδια, σου χάρισα τη μεγαλύτερη δίοδο. Και εσύ αψήφησες κάθε σήμανση για να με διεκδικήσεις. Για να μπορώ πλέον να μην ελπίζω στα κόκκινα φανάρια, για να μπορώ να βρίσκομαι στη θέση του συνοδηγού. Σε εσένα λοιπόν θα πιω σήμερα. Και σε εκείνον τον έρωτα.
Στον έρωτα εκείνο που ξόρκισε όλους τους υπόλοιπους. Που έκανε όλους τους προηγούμενους να μοιάζουν με μελανιές μετά από ατύχημα. Πες μου τι να με νοιάξουν οι μελανιές όταν κέρδισα πίσω τη ζωή μου; Σε εκείνον τον έρωτα απόψε καίω το κορμί μου, στο βωμό των αισθήσεων και στη δική σου εικόνα. Στην υπόσταση που ερωτεύτηκα και για λάφυρο πήρε τη δική μου.
Στο βράδυ αυτό που έσβησε απόλυτα και με θράσος όλα όσα είχα ζήσει μέχρι τότε, που όρισε για εμένα τη νύχτα. Μια νύχτα που δεν της έφταναν τα αστέρια και κανένα φεγγάρι. Στο βράδυ αυτό, που γέμιζε με τα βλέμματα κάθε έννοια του χρόνου και απειλούσε το ηλιοβασίλεμα σε κάθε ερχομό του.
Σε εκείνον τον καθρέπτη, που όρισε την εικόνα μου, μετά το άγγιγμά σου. Δε γνώριζα την όψη μου πριν αυτόν, ορκίζομαι. Δεν υπήρξα ποτέ ολόκληρη. Στην αγκαλιά αυτή που έδενε κόμπο τις καρδιές μας και δεν είχε κανείς το σθένος να αρνηθεί. Στον χρόνο που, κάθε που βρισκόμασταν, έσπαγε τους φραγμούς του και δε χάριζε τις μονάδες του σε κανέναν. Κάπως σαν να μας τις χρωστούσε.
Στον έρωτα αυτόν, που δε χώρεσε ποτέ σε παραμύθια, που κάθε φαντασία θα ήθελε να είναι μέρος του και όμως εκείνος δε δεχόταν. Σε έναν έρωτα που η μυθοπλασία άγγιζε μονάχα την αφετηρία του.
Σε εκείνη την κλεψύδρα που υπήρχε για χρόνια στον πάγκο την κουζίνας μου και με δίκαζε για όσα δεν είχα ζήσει μέχρι τότε, σε αυτή την κλεψύδρα που εκείνο το βράδυ γύρισες και άλλαξε η ζωή μου τη ρότα της. Σε όλα τα «όχι»’ σου, που ήταν για εμένα τα πιο απόλυτα και επιτακτικά «ναι».
Ο επίλογός μου λοιπόν, θα ανήκει πάντα σε εσένα. Στον άνθρωπο που έβαλε στόχο τη ζωή μου και πόθησε κάθε έρημη και άγονη γη της ψυχής μου. Σε εσένα, που βρήκες όλα μου τα κλειδιά χωρίς να σου πω ποτέ πως έχω.
Και αν σε ρωτήσουν ποτέ πόσα χιλιόμετρα έχουμε κάνει, να τους πεις πως μίλια στην έρημο θα ήταν μόνο ο διάδρομος εκείνου του έρωτα.
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή