Όταν η χιλιοειπωμένη φράση «είσαι μικρό παιδί ακόμα γι’ αυτά» μετατρέπεται σε «μεγάλωσες, ακόμα να βρεις τον άνθρωπό σου;», το σκηνικό ανατρέπεται, η ανησυχία παραμένει ίδια. Όπως και να ‘χει, πάντα επικρατεί οικογενειακή σύγχυση και αναπόφευκτο κακό είτε τα παιδιά της φαμίλιας είμαστε single, είτε σε σχέση. Το χάος διευρύνεται όταν το τοπίο είναι θολό, τι φοβερό-τι φοβερό, γιατί η κατάσταση της προσωπικής μας ζωής «είναι περίπλοκη». Άντε να εξηγήσεις, αυτά που δεν μπορείς να πείσεις ούτε τον εαυτό σου και άντε να αποφύγεις τις αδιάκριτες ερωτήσεις.
Ήμασταν μικροί και φροντίζαμε με μεγάλη αποτυχία να κρύψουμε αριστοτεχνικά τα προσωπικά μας από τους γονείς μας. Μη μάθουν ότι έχουμε κάποιο φλερτ, ότι θα βγούμε ραντεβού και τέλοσπάντων ότι τώρα ξέρουμε στ’ αλήθεια πώς γίνονται τα παιδιά και όχι από αφηγήσεις άλλων. Αφού κανένα παιδί δεν πίστεψε στον πελαργό! Οι γονείς ανησυχούσαν, μη τυχόν και βιαστούμε, μην πληγωθούμε, μη μας συμβεί κάτι που δεν πρέπει κι άλλα τέτοια. «Να τελειώσεις το σχολείο πρώτα», «να βγάλεις το πανεπιστήμιο μετά», «να βρεις μια καλή δουλειά» και καλή ευτυχισμένη σύνταξη! Λες και μεγαλώνοντας ξέρουμε να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις. Όσο εμείς όμως αποφεύγουμε να τους πούμε τι συμβαίνει με την ερωτική μας ζωή, εκείνοι προσπαθούν να εκμαιεύσουν διάφορες πληροφορίες γι’ αυτήν.
Σε μικρότερη ηλικία βέβαια είχαμε τους λόγους μας για να κρύβουμε την ενεργή ερωτική μας ζωή. Ντρεπόμασταν λίγο, δεν είχαμε εξοικειωθεί με το σώμα και την ηλικία μας. Βέβαια δε φταίμε εμείς που το ερωτικό θέμα ήταν ταμπού και «τζιζ» μεταξύ των οικογενειών. Μεγαλώνοντας όμως ο λόγος που μας κρατάει μακριά από το να μοιραζόμαστε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τα προσωπικά μας, είναι γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν! Δε βρίσκουμε πάντα ευφάνταστες και πειστικές μπαρούφες που θα καλύψουν την απραξία μας, οπότε μένουμε στη σιωπή για να μην εκτεθούμε.
Όταν ακόμη πηγαίναμε σχολείο, οι γονείς είχαν έντονη ανησυχία σχετικά με το με ποιους βγαίνουμε και τι κάνουμε. Ρωτούσαν εμάς, φίλους, γνωστούς, καθηγητές, ερμήνευαν τα σημάδια, τα ραβασάκια στα βιβλία, τα αγαπημένα μας τραγούδια και όλα τα πιθανά-απίθανα σημάδια για να έχουν μία εικόνα για την προσωπική παύλα ερωτική μας ζωή. Επικρατούσε άγχος, αγωνία κι ενδιαφέρον σχετικά με το ζήτημα -και λογικό, δεν μπορώ να πω. Εκείνοι φοβούνταν μήπως κάνουμε πράγματα κι επιλογές που δε μας αρέσουν, δε μας ευχαριστούν, δε μας εκφράζουν κι άλλες εκατό ακόμα ανησυχίες που δεν μπορώ να σκεφτώ γιατί δεν έχω παιδιά, συγχωράτε με.
Εμείς απ’ την άλλη αφήναμε εσκεμμένα ή πιανόμασταν στη φάκα κι έτσι διέρρεαν κάποιες πληροφορίες, σαν φήμες που δεν επιβεβαιώνονταν ούτε διαψεύδονταν από τους άμεσα ενδιαφερόμενους ή το στενό μας περιβάλλον. Απαντούσαμε με γρίφους λες και δίνουμε συνέντευξη ως σελέμπριτι ή δε μας έπαιρνες λέξη. Στην περίπτωση που κάπως ανοιγόμασταν, θα συνέβαινε είτε σε περιπτώσεις φοβερής ασφάλειας και οικειότητας με τους γονείς ή για κάτι συναρπαστικά καλό ή εντελώς άσχημο. Συνήθως όμως κρύβαμε τη σχέση μας, τα ραντεβού, τα δώρα, τα μηνύματα και νιώθαμε αμηχανία στην αποκάλυψη για το αν έχουμε προχωρήσει σε αυτά που κάνουν οι μεγάλοι και μας κλείνουν τα μάτια όταν τα βλέπουμε στην τηλεόραση.
Στο μεταξύ, μέσα σε όλη αυτήν την παράνοια, οι γονείς παρουσίαζαν αυτά τα ερωτικά κάπως μεγαλίστικα για παιδιά που πάνε ακόμα σχολείο -ή και λίγο αργότερα- κι εκείνοι στην ηλικία μας έκαναν τα ίδια και θέλω να πιστεύω όχι χειρότερα. Αυτά βέβαια είναι σιωπηρά μυστικά και όρκοι μεταξύ των μελών της οικογένειας που δε συζητιούνται ιδιαίτερα.
Μεγαλώνοντας τα δεδομένα αλλάζουν, μαζί με τα ζητούμενα. Τώρα πια οι γονείς δε θέλουν να αποφεύγουμε τις ερωτικές επαφές, αλλά να διατηρήσουμε μία σχέση, να μην είμαστε μόνοι μας, να έχουμε έναν σύντροφο ρε αδερφέ. Εν ολίγοις δε φοβούνται πια μην τυχόν κι έχουμε ενεργή ερωτική ζωή, αλλά να μην τους μείνουμε στο ράφι. Το σκηνικό αλλάζει άρδην κι αντί να μας κλείνουν τα μάτια, όταν βλέπουμε αγαπημένα ερωτευμένα ζευγάρια -ειδικά αν έχουν και παιδιά- προσπαθούν να μας τα ανοίξουν. Η ενήλικη ερωτική ζωή μας βέβαια μοιάζει κάπως ανιαρή, νερόβραστη. Τώρα πια και να θέλουν εκείνοι, δεν έχουμε εμείς να μοιραστούμε μαζί τους γαργαλιστικές λεπτομέρειες. Διότι φαντάζομαι πως η κάλτσα μέσα από την πιτζάμα που κάνει βόλτες στο διπλό κρεβάτι δεν είναι καθόλου ερωτικό συμβάν. Υποθέτω, δεν ξέρω.
Οι γονείς συνεχίζουν να ρωτάνε κι εμείς δε σταματάμε να κρύβουμε. Αυτήν τη φορά όμως κρύβουμε την απραξία και τη μοναξιά μας. Το ενδιαφέρον τους σοβαρεύει όσο περνούν τα χρόνια και ο κλοιός στενεύει. Οι εξαδέλφες παντρεύονται και το σόι μεγαλώνει, λες και το κάνουν επίτηδες, αλλά εμείς κρατάμε άμυνα κι εμφανιζόμαστε σταθερά μόνοι στα οικογενειακά τραπέζια. Και πόσες άλλες δικαιολογίες να βρεις, εξαντλήθηκες ο άνθρωπος. Εκείνοι θέλουν να ξέρουν τι σκοπούς έχουμε κι εμείς σκεφτόμαστε μόνο αν αφήσαμε ανοιχτό το θερμοσίφωνα. Οι απαιτήσεις μεγαλώνουν και τότε η παρουσία μας από τις οικογενειακές συναθροίσεις μειώνεται.
Δεν τους αδικώ, είναι λογικό να μη θέλουν να είμαστε μόνοι στο μάταιο τούτο κόσμο, να έχουμε έναν ώμο να κλάψουμε και μια αγκαλιά για να χαρούμε. Είναι εκείνοι οι γονείς που είναι διακριτικοί, δε ρωτούν, αλλά παρατηρούν περισσότερο, προσπαθούν έμμεσα να μάθουν τι γίνεται. Σου δίνουν χώρο και χρόνο να πεις ό,τι θες μόνος σου, στις οικογενειακές δύσκολες στιγμές θα σε υποστηρίξουν. Έχουν την ικανότητα να είναι καλοί ακροατές και υποθέτω πως έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να μάθουν όσα πραγματικά συμβαίνουν στη ζωή μας τελικά.
Είναι βέβαια κι άλλοι γονείς που θα ρωτούν μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια, που μοιάζει να θέλουν να είναι περισσότερο φίλοι, παρά συγγενείς. Ρωτούν ευθέως, χωρίς δισταγμό και γίνονται αρκετά επίμονοι. Ερμηνεύουν κάθε κίνηση και φυσικά κάθε ποστάρισμα στα social media. Σημαντική σημείωση: Αν βαριαναστενάξεις είσαι πληγωμένος, αν χαζεύεις το κενό ερωτεύτηκες.
Και οι δύο κατηγορίες ενδιαφέρονται το ίδιο, απλώς διαφέρει ο τρόπος που το εκφράζουν και το μοιράζονται. Κάποια παιδιά θέτουν πιο στενά όρια στους γονείς τους και δίνουν τις πληροφορίες με το σταγονόμετρο και κάποια άλλα μοιράζονται τα πάντα. Είναι θέμα επιλογών, μα σημασία έχει να υπάρχει μία σχέση αμοιβαίου σεβασμού κι εμπιστοσύνης. Έτσι κι αλλιώς, κανένα παιδί δεν έμαθε από τα λάθη των γονέων κι αν δεν κάνει τα δικά του, δε θα ευχαριστηθεί τη ζωή. Οι μαμάδες βέβαια έχουν κυρίως το χάρισμα να αποκωδικοποιούν συμπεριφορές και βλέμματα, ενώ ο πατέρας κρατά μία πιο αμυντική στάση, ρωτώντας τη μαμά για όσες πληροφορίες αντέχει η ψυχούλα του.
Για να τα λέμε όλα όμως, ακόμα και να βρούμε κάποιον άνθρωπο να συμπορευθούμε σε τούτη τη ζωή, θα ξεκινήσουν καινούριες ανησυχίες. Και πάλι εμείς θα επιλέγουμε να ξέρουν ως ένα σημείο και πάλι εκείνοι θα έχουν ερωτήσεις. Νομίζω τελικά ότι αυτό δε σταματάει ποτέ. Θα βοηθούσε να δίνουν συμβουλές όταν τα παιδιά μπορούν πραγματικά να ακούσουν. Έτσι κι αλλιώς οι γονείς μας μας γνωρίζουν πιο καλά από τον καθένα και σίγουρα θα ‘ρθει η στιγμή που θα αξιοποιήσουμε όσα χρήσιμα μας συμβουλεύουν.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου