Φράση κλειδί που συνοδεύεται με έναν ελαφρύ εκνευρισμό, ένα ειρωνικό μειδίαμα και μία κρυμμένη απογοήτευση. Ξέρεις πότε ξεφεύγουν αυτές οι λέξεις από τον ουρανίσκο σου; Σε ‘κείνες τις ερωτικές ιστορίες που έχουν κάτι παραπάνω να σου πουν, αλλά μπορεί άθελά τους να μην το εννοούν ακριβώς. Στις άλλες που οι λέξεις κυλούν λίγο πιο γρήγορα, πάνε ένα βήμα παραπέρα, αλλά εσύ δεν είσαι έτοιμος να τις ακούσεις. Ακόμα και σε ‘κείνες που κάτι προσπαθούν να αποδείξουν, που επιδιώκουν να εντυπωσιάσουν, που θα θέλουν να προσφέρουν ενθουσιασμό, ή τελοσπάντων κάτι να πετύχουν. Αθώο, ή όχι και τόσο. Ετούτη η φράση λοιπόν που φέρει μαζί της βαρύ φορτίο, αλλά ξεστομίζεται με ελαφρά καρδιά, είναι τελικά παγίδα ή αυτοπροστασία για σένα;
Θα μπορούσε να αποτελεί ασπίδα του εαυτού σου, γιατί δεν έχεις χρόνο για χάσιμο. Τον ξόδεψες αλόγιστα στο παρελθόν και τώρα τον αποταμιεύεις σε κάθε ανάσα. Έχεις ακούσει τα ίδια από έρωτες που δεν τίμησαν και τόσο το όνομά τους τελικά, είπαν και υποσχέθηκαν πολλά, αλλά μία «ανώτερη δύναμη» δεν επέτρεψε να τα καταφέρουν. Εσύ απ΄τη μεριά σου αφέθηκες και την πάτησες. Εντάξει, δεν είσαι ο πρώτος και ακόμα πιο σίγουρα δε θα ‘σαι ο τελευταίος.
Έχεις λοιπόν στο ιστορικό σου μία -ή και πολλές- τσουχτερές ιστορίες και γι’ αυτό τώρα «φυσάς και το γιαούρτι», που λένε. Ως εδώ όλα είναι πολύ οκ, μην πανικοβάλλεσαι. Μην ταράζεσαι, μόλις δεις να πλησιάζει άνθρωπος που τολμά να πει μία κουβέντα παραπάνω, να δείξει λίγο μεγαλύτερο ενθουσιασμό και να εναποθέσει ελπίδες στο μέλλον σας. Στα λέω, γιατί ξέρω πως εσύ όταν το βλέπεις να ‘ρχεται, βγάζεις τις πιο σταθερές και ακλόνητες άμυνές σου και προστατεύεσαι. Κλείνεσαι καλά στον εαυτό σου, αρνείσαι να πιστέψεις ξανά, ενώ παράλληλα κλείνεις πόρτες αμφιβόλου ποιότητας.
Ξέρεις όμως στην αμφιβολία δεν υπάρχει μόνο η σκοτεινή και δύσκολη πλευρά. Δεν είναι μόνο εκείνοι που βιάζονται να μιλήσουν για έρωτες κι αγάπες χωρίς καν να ξέρουν τι σημαίνουν αυτά. Γιατί ναι, υπάρχουν κι εκείνοι που με χαρακτηριστική ευκολία, με αυθόρμητο θράσος και καθόλου τύψεις ή έστω δεύτερες σκέψεις, μεγαλοποιούν τα πράγματα και τα λόγια τους. Τάζουν, υπόσχονται, φτιάχνουν ιδανικά σενάρια, σε παρασύρουν στο ρυθμό τους και δε νιώθουν τίποτα απ’ αυτά.
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά, στην οποία κρύβονται μικρά διαμαντάκια που έτυχε να χρησιμοποιήσουν μία κοινή λέξη-φράση-πρόταση-σκέψη με το «δε θέλω να θυμάμαι» παρελθόν σου. Έτσι σε χρόνο ρεκόρ, η λάμψη τους θαμπώνει, απορρίπτονται και χάνονται μέσα στους πολλούς, ενώ βασικά αξίζουν μία ευκαιρία. Μπορεί εσύ να το κάνεις για το καλό σου και όπως λες συχνά στις παρέες: τώρα σε αγαπάς πιο πολύ και σε προσέχεις περισσότερο, οπότε δεν κάθεσαι να ασχοληθείς παραπάνω και αποφεύγεις τις κακοτοπιές. Μήπως όμως έχουμε μπερδέψει την αγάπη για τον εαυτό μας, με τη δυσκολία να δείξουμε εμπιστοσύνη και να αγκαλιάζουμε τους άλλους ανθρώπους;
Βέβαια υπάρχει και μία μερίδα ανθρώπων και όχι πατάτες τηγανιτές όπως θα σκέφτηκες, που είναι επιρρεπείς στο να παρασύρονται στα φανταχτερά λόγια, στις σχέσεις-λαβύρινθος και σε κύκλους που δε βρίσκουν ποτέ την άκρη τους και απλά χαράζουν γραμμές. Αρέσκονται στο να ακούν βαθιά λόγια και υποσχέσεις και γοητεύονται από τα μηνύματα λατρείας που δεν εξετάζονται ενδελεχώς. Οπότε έχοντας αυτογνωσία κι επίγνωση της εύθραυστης κατάστασής τους, προτρέχουν να αμυνθούν και σχεδόν να φτύσουν αυτό το «μας τα ‘παν κι άλλοι» στα μούτρα του συνομιλητή τους.
Ο βασικός και ουσιαστικός λόγος όμως αυτών των λέξεων, είναι για να το ακούν οι ίδιοι ξανά και ξανά και να μην παρασυρθούν ακόμα μία φορά. Φροντίζουν με αυτόν τον τρόπο να υπενθυμίζουν στον εαυτό τους ότι έχουν πληγωθεί, έχουν προδοθεί και όλα αυτά τα δύσκολα ρήματα, για να μην την ξαναπατήσουν. Δεν ξέρω βέβαια αν τα κατάφερε ποτέ κανείς, αλλά τουλάχιστον προσπαθούν και το παλεύουν ή μήπως τελικά μπερδεύονται χειρότερα με τον ίδιο τους τον εαυτό;
Χάνονται μέσα σ’ αυτά τα ρήματα που όλοι αποφεύγουν, μα κανείς δε γλίτωσε. Αφού είναι σίγουρο πως κάποτε θα παρασυρθείς, θα μαγευτείς από λόγια που έχεις ανάγκη να ακούσεις, αλλά δεν πιστεύεις ιδιαίτερα, ή μήπως εσύ λες πάντα αυτό που εννοείς;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου