Ο κάθε άνθρωπος που έρχεται στον κόσμο περιέχει κάτι σαν εργοστασιακές ρυθμίσεις· μόνο που κάποιος άλλος αμέλησε να μας προγραμματίσει στο κομμάτι «γλώσσα». Η γλώσσα κυκλοφορεί σε δύο εκδοχές: το αισθητήριο όργανο -που το κατέχουμε όλοι- και τον τρόπο επικοινωνίας. Όταν γεννιόμαστε δεν υπάρχει κάποια ρύθμιση στη συσκευή μας ώστε να επικοινωνούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο· βέβαια στην πορεία φυγείν αδύνατο να μην υιοθετήσουμε τη γλώσσα που μιλούν οι γύρω μας.

Μερικοί αρκούνται στη μητρική τους -όπως την ονομάζουν- ενώ άλλοι ξεκινούν την εκμάθηση μίας δεύτερης. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που ανοίγουν το σακουλάκι κι εθίζονται με την πρώτη μπουκιά και συνεχίζουν έως ότου χορτάσουν -ακριβώς όπως συμβαίνει και με τα πατατάκια. Αυτοί οι άνθρωποι κουβαλούν την ταμπέλα του «γλωσσομαθή».

Τρώγοντας κανείς μία νέα μπουκιά κάθε φορά από το συγκεκριμένο σακουλάκι εξερευνά κι έναν νέο πολιτισμό. Ταξιδεύουν μόνο στο άκουσμά της· φυσικά και κάποιοι κατανοούν το διαφορετικό αλλά δε συγκρίνονται μ’ εκείνους που το αισθάνονται. Καταφέρνει να εισχωρήσει στην καρδιά του δίχως καν να ταξιδέψει ως εκεί. Αρκεί να πάρει μία ανάσα και να ανοίξει καλά τα αυτιά του και το μυαλό του.

Τα άτομα εκείνα τείνουν να είναι ελκυστικά. Κάποια στιγμή μπορεί να κολλήσουμε πάνω τους σαν να στάζει μέλι η γλώσσα τους ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που στάζει είναι κάτι το πρωτόγνωρο για εμάς. Εντυπωσιαζόμαστε από την προφορά τους αλλά κι απ’ την ευελιξία που έχει η γλώσσα τους -ως αισθητήριο όργανο- όταν επικοινωνούν με διαφορετικό μέσο. Για παράδειγμα: κάποιοι συνήθως βγαίνουμε σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο κι υποδεικνύουμε με το δάχτυλό μας πάνω στον κατάλογο ό, τι επιθυμούμε να παραγγείλουμε. Αν βγούμε ραντεβού με κάποιον και ακούσουμε να προφέρει τον γλωσσοδέτη που μόλις δείξαμε -σαν να λέει «μαμά»- τότε είναι βέβαιο πως θα μείνουμε με το στόμα ανοιχτό.

Η συλλογή των «γλωσσών» -πέραν της γοητείας που χαρίζει στους πολύγλωσσους- φαίνεται πως παρουσιάζεται κι ως προσόν στην αναζήτηση εργασίας. Οι υποψήφιοι εργοδότες -εφόσον έχουν την επιλογή- θα προτιμήσουν κάποιον που γνωρίζει διαφορετικές γλώσσες από κάποιον που μιλάει δύο αλλά διανύει χρόνια σπουδών πάνω στο αντικείμενο που επιθυμούν να εργαστεί ο εκάστοτε υπάλληλος. Η επικοινωνία είναι δύσκολο κομμάτι στην εποχή μας· πόσο μάλλον όταν εμπλέκονται κι άλλοι -ξένοι- δρόμοι. Αποτελεί εργαλείο στα χέρια τους κάποιος με ευφράδεια λόγου σε διάφορες γλώσσες αφού μπορούν να επιλύσουν διαφορετικά ζητήματα μόνο μ’ αυτό.

Εκτός από μία καλή επαγγελματική αποκατάσταση τους δίνεται η ευκαιρία να εξελιχθούν και σε μία ξένη χώρα είτε πρόκειται για σπουδές είτε για εργασία. Έχουν την ευκαιρία να πλουτίσουν τον εσωτερικό τους κόσμο ταξιδεύοντας πραγματικά. Μπορούν να γεμίσουν τα κενά του βιογραφικού τους με ένα διαφορετικό -για τα δεδομένα της χώρας μας- μεταπτυχιακό ή με προϋπηρεσία σε μία ξένη εταιρεία.

Η επικοινωνία είναι ένα σπάνιο και πολύτιμο συστατικό το οποίο θ’ αναζητούμε στο ντουλάπι μας για κάθε συνταγή της ζωής μας. Η γλώσσα αποτελεί τον σπόρο που όταν τον φυτέψουμε στο μυαλό μας θα μάς χαρίσει λίγη απ’ αυτή τη δυσεύρετη γεύση. Το να είναι κανείς πολύγλωσσος ή γλωσσομαθής τον κάνει πολύ πιο χρήσιμο κι ανοιχτόμυαλο σε σχέση με κάποιον που μιλά μία ή δύο γλώσσες αλλά έχει περισσότερα πτυχία. Σημασία δεν έχει μόνο να βγάζουμε γλώσσα εκεί που οφείλουμε αλλά να τη χρησιμοποιούμε και προς όφελός μας. Κι αν πετάξουμε και δυο-τρία γαλλικά-ισπανικά-ιταλικά, ακόμα καλύτερα.

 

Συντάκτης: Αγγελική Παπαδάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου