Άνθρωποι καταστροφικοί, άνθρωποι κατεστραμμένοι. Δυο τύποι ανθρώπων και μια λευκή γραμμή να τους χωρίζει. Ίσως βέβαια να μην πρόκειται καν για τύπο αλλά για ιδιότητα. Εκείνη η σκοτεινή, που εμπεριέχεται σε κάθε έμψυχο και συναισθηματικό ον.
Είναι ακριβώς εκείνη η πτυχή που κανείς δεν αγγίζει. Η λιγότερο γκλαμουράτη και μάλλον βαρετή. Γιατί κακά τα ψέματα, ο άνθρωπος είναι πιο διασκεδαστικός όταν μιλάει για οτιδήποτε μη προσωπικό. Εκεί, πριν αρχίσουν τα δράματα κι οι βαρύγδουπες εξομολογήσεις.
Είναι ίσως που σε κανένα δεν αρέσει να μιλάει για το πρόβλημα. Μονάχα να το παρατηρεί κι αυτό από μακριά για να μην τον πιάσει. Έτσι λοιπόν, οι κατεστραμμένοι άνθρωποι λαμβάνουν λιγότερη δόξα και σίγουρα λιγότερη προσοχή.
Γιατί κανένας δε θέλει ανθρώπους με πεσμένη ψυχολογία γύρω του, να τον ρίχνουν ακόμα πιο χαμηλά από όσο έχει ο ίδιος πέσει. Δε σκέφτεται φυσικά, πως αργά ή γρήγορα θα βρεθεί κι εκείνος στην ανάγκη κάποιου να κουβαλήσει το χαμό του.
Κι αν λοιπόν κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να μιλήσει γι’ αυτούς, τότε καλύτερο θα ήταν κάποιος να πάρει βήμα να μιλήσει σε αυτούς. Όχι για να τους νταντέψει ούτε να τους παρηγορήσει, αλλά μόνο για να τους υπενθυμίσει πως λίγη καταστροφή την κατέχουμε όλοι μέσα μας. Άλλοι την αγκάλιασαν κι άλλη τη μασκάρεψαν και την έκρυψαν κάτω από φρεσκογυαλισμένους τρόπους και στημένα χαμόγελα.
Χαρίζεις έτσι ένα χαμόγελο και νομίζεις πως είσαι εντάξει. Πως την έκρυψες την αδυναμία σου και πια κανείς δεν τη βλέπει. Είναι απ’ την άλλη κι αυτό από μόνο του ένα φευγιό. Χαμογελάς και πιστεύεις πως αν τους κάνεις να το πιστέψουν, τότε κανείς δε θα ρωτήσει.
Βλέπεις, όλοι τρέχουν από κάτι. Άλλος απ’ το φόβο του, άλλος απ’ την αλήθεια του κι άλλος απ’ τον έρωτά του ή ίσως τελικά να είναι όλα ίδια. Ο φόβος έχει αλήθεια, η αλήθεια έχει φόβο κι ο έρωτας συνδυάζει ιδανικά και τα δυο. Και φωτιά και νερό. Να σε καίει αυτό που σε λυτρώνει και να σε λυτρώνει αυτό που σε καίει.
Στην πραγματική καταστροφή όμως, είναι περισσότερα αυτά απ’ τα οποία καλείσαι να τρέξεις. Αυτή τη φορά δεν είναι απλοί, χαζοί έρωτες ή επιφανειακές απογοητεύσεις. Είναι σημάδια, στίγματα, πληγές κι άλλα τόσα εμπόλεμα πεδία, τα οποία χρήζουν εγκατάλειψης.
Κι είναι σε στιγμές σαν κι αυτές που μετριέται η δύναμη. Τι διαλέγεις να κρατήσεις και τι αντέχεις να αφήσεις. Μην τύχει και κάνεις πάλι λάθος και χρεωθείς και κάτι ακόμη στην πλάτη σου. Μην τιμωρήσεις ξανά τον εαυτό σου πριν καλά-καλά τον αγαπήσεις.
Αντί να σου κάνω κήρυγμα σαν να εξαιρώ τον εαυτό μου απ’ τη μάζα, θα σου πω απλά πως όλοι κάνουμε λάθη. Άλλα σημαντικά, άλλα ασήμαντα, άλλα που σηκώνουν διόρθωση κι άλλα που καλύτερα να μην ακουμπάς καθόλου.
Και παρότι όλοι λίγο-πολύ ευχόμαστε να είχε η ζωή backspace, να διαγράφαμε μονομιάς τις ατοπίες και λάθη του παρελθόντος, αυτή η επιλογή δυστυχώς δε δύναται ακόμα.
Κι αν κάποια πισωγυρίσματα στη ζωή είναι αναπόφευκτα, υπάρχουν και κάποια άλλα που παραμένουν σχεδόν αδύνατα. Αν δεν μπορείς λοιπόν πλέον να γράφεις και να ξεγράφεις σε κεφάλαια παλιά και ματωμένα, μπορείς ανά πάσα στιγμή να γράψεις καινούργια. Σε καθαρές, λευκές σελίδες, για να τα βλέπεις όλα καλύτερα.
Κι ό,τι γράψεις σε αυτές τις σελίδες, θα ξέρεις πως είναι δικός σου κερδισμένος αγώνας. Απόδειξη του ότι συνέχισες όταν είχες κάθε λόγο να σταματήσεις. Συνειδητή απόφαση να περπατήσεις το έξτρα μίλι.
Γυμνός αν χρειαστεί κι άοπλος γιατί αυτού του είδους την αλαζονεία αποκτάς όταν έχεις παίξει όλα τα στοιχήματα και γνωρίζεις πως δεν υπάρχει τίποτα πια να χάσεις. Χωρίς φόβο και χωρίς ντροπή. Με μηδενικό ενδιαφέρον για αδιάφορες, τρίτες γνώμες.
Τον κατεστραμμένο άνθρωπο, λίγο τον νοιάζει τι θα φανεί ή τι θα πει ο κόσμος. Τον βίωσε αρκετές φορές το φόβο ώστε να τον αποδυναμώσει. Γι’ αυτό και μόνο γι’ αυτό το λόγο λοιπόν, ο κατεστραμμένος άνθρωπος καθίσταται επικίνδυνος. Ρημαδιό, που ξέρει να επιβιώνει ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες.
Κι αν η δύναμη του μερικές φορές υπερνικά, η ανασφάλεια ποτέ δε φεύγει. Είναι που αν χάσεις μια φορά, γίνεται απειλή η απώλεια. Όμως είτε χάσεις, είτε κερδίσεις, καμιά σημασία δεν έχει. Γιατί για εκείνον που πιστεύει, θα υπάρχει πάντα ακόμα μια ολόκληρη ζωή να προσπαθεί.
Επιμέλεια Κειμένου Αναστασίας Θεοφανίδου: Πωλίνα Πανέρη