Η ενδυμασία μας είναι κάτι που μας απασχολεί ως ανθρώπους απ’ τις απαρχές της δημιουργίας πολιτισμού. Πολλοί δίνουν μεγάλη σημασία σ’ αυτήν, ενώ πολλοί άλλοι δε θα αναλωθούν και πολύ σε ό, τι περιλαμβάνει. Από μικρή ηλικία υπάρχει στη ζωή όλων μας το λεγόμενο dress code, δηλαδή ο κώδικας ενδυμασίας. Το αντιλαμβανόμαστε αυτό σκεπτόμενοι, για παράδειγμα, τις θρησκευτικές τελετές, τους χώρους εργασίας και ορισμένες κοινωνικές εκδηλώσεις. Σε κάθε περίσταση, απ’ τη μια εξυπηρετείται η πρακτικότητα και απ’ την άλλη η αισθητική. Θα λέγαμε πως είναι ένα ακόμα κοινωνικό ζήτημα, στο οποίο χάσαμε τις ισορροπίες.
Η εξωτερική εμφάνιση είναι σίγουρα προσωπική υπόθεση, που ο καθένας αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Το να χαρακτηριστεί κάτι όμορφο ή άσχημο εναπόκειται στο γούστο του καθενός, αλλά το να θεωρηθεί μια εμφάνιση ευπρεπής ή απρεπής ορίζεται απ’ την κοινή γνώμη. Τα κοινωνικά στερεότυπα είναι αυτά που μας ωθούν να κινηθούμε κατά τον εκάστοτε καθωσπρεπισμό των περιστάσεων, όσον αφορά στη συμπεριφορά μας και πόσο μάλλον στην εμφάνισή μας, καθώς είναι η βασική παράμετρος για την πρώτη εντύπωση.
Ως παράδειγμα ας φέρουμε την εμφάνιση ενός ζευγαριού, κατά τη διάρκεια του μυστηρίου του γάμου, που πρέπει να υπηρετεί την παράδοση και να είναι ευπρεπές, κατά τα κοινωνικά πρότυπα. Αν ένα ζευγάρι δεν επιθυμεί να ντυθεί με τα κοινά ανάλογα ενδύματα, είναι προσωπική τους απόφαση να ζήσουν τη στιγμή αυτή, όπως οι ίδιοι έχουν ονειρευτεί και όχι όπως προστάζει η κοινωνία. Επίσης και για τους καλεσμένους, η προσεγμένη εξωτερική εμφάνιση είναι ένα δείγμα εκτίμησής τους προς τα τιμώμενα πρόσωπα. Κάποιες φορές, όμως, ξεχνάμε την άνεση των ρούχων μας και το προσωπικό μας στίγμα σ’ αυτά. Έτσι, καταλήγουμε να είμαστε έξω απ’ τα νερά μας και να κοιτάμε εναγωνίως το ρολόι, περιμένοντας πώς και πώς να περάσουν οι άβολες αυτές ώρες και να γλιτώσουμε απ’ το μαρτύριο, που οι ίδιοι δημιουργήσαμε στον εαυτό μας.
Στον επαγγελματικό τομέα, η αποφυγή των τελείως αντισυμβατικών επιλογών ενδυμασίας, σε πολλές περιπτώσεις, είναι εύλογο επακόλουθο. Ως άνθρωποι, δεν αντιπροσωπεύουμε μόνο την προσωπικότητά μας, αλλά και τις ιδιότητες που έχουμε. Ένας καθηγητής στο σχολείο ή ένας νομικός στο εφετείο θα ήταν άτοπο να εμφανιστούν με κάποιο ρούχο εκτός του κώδικα ενδυματολογίας, καθώς θα θεωρηθεί ασέβεια προς τον ίδιο τον θεσμό, αλλά και τον κώδικα δεοντολογίας του επαγγέλματός τους. Δεν μπορεί να κριθεί η απόδοση ενός επαγγελματία απ’ την εξωτερική του εμφάνιση, αλλά η τήρηση των ενδυματολογικών κανόνων δείχνει σεβασμό προς τον εαυτό του και τη δουλειά του. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι όπου πηγαίνουμε πρέπει να φοράμε τη στολή εργασίας μας∙ θα είναι κι αυτό παράταιρο κι αρκετά αμήχανο. Επίσης δημιουργείται το εξής ερώτημα: ένας δικηγόρος π.χ. με τζιν στο δικαστήριο, σημαίνει ότι θα αγόρευε με λιγότερη πυγμή, αυτοπεποίθηση ή πάθος; Ακολούθως, θα μπορούσε να κριθεί ως προτιμότερη επιλογή ένας δάσκαλος με πουκάμισο και κοτλέ παντελόνι, από έναν με μακριά μαλλιά και τζίβες για παράδειγμα; Πώς ακριβώς ταιριάζουμε τις ικανότητες- αξιώματα των ανθρώπων με βάση το «ευπρεπές» ή μη των στιλιστικών τους επιλογών;
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι η προτιμότερη οδός στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι να κάνουμε τις επιλογές μας εξωτερικεύοντας τον χαρακτήρα μας κι αντίστοιχα με αυτό το κριτήριο να συναναστρεφόμαστε και τους άλλους. Το κλειδί είναι να φοράμε αυτά που μας εκφράζουν κι όχι να είμαστε μια απ’ τα ίδια, ώστε να αφομοιωθούμε στο κοινωνικό όλον, επιλέγοντας τον πιο ανούσιο τρόπο. Είναι άσκοπο και βαρετό να είμαστε όλοι όμοιοι από οποιαδήποτε οπτική. Γι’ αυτό κιόλας το στερεότυπο της ομοιόμορφης εμφάνισης τείνει σταδιακά να απομυθοποιείται. Απ’ την άλλη, το να επιδιώκουμε να κλέβουμε τις εντυπώσεις, δείχνοντας με τον ρουχισμό που επιλέξαμε ότι πηγαίνουμε κόντρα στο κατεστημένο είναι επίσης άσκοπο, εφόσον δεν μας εκφράζει αυτό και δεν αποτελεί όντως κοινωνική δήλωση. Είναι πιο μακρόχρονος ο εντυπωσιασμός που προκαλούμε με την προσωπικότητά μας. Η κατ’ επιλογήν αντιμετώπιση σε τέτοιες περιστάσεις φαίνεται πως είναι η μέση λύση.
Η κοινωνία είναι σκληρή και πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα αρνούνται την εξέλιξη σ’ όλους τους τομείς. Επιπλέον, πάντα θα υπάρχει η υποκρισία της δήθεν αποδοχής, αλλά παράλληλα και μη αποδοχής. Αν εγώ βάλω τρία χρώματα συνδυασμένα, είναι αίσχος, αλλά αν το κάνει η Κάρι Μπράτσο, λέγεται τάση και color blocking. Αν κακολογήσουμε εμείς κάποιον για τα ρούχα του, δε νιώθουμε άσχημα, ενώ αν κακολογήσουν εμάς, νιώθουμε αναστατωμένοι. Καλό θα είναι να μη στεκόμαστε στην έκφραση της άποψης των άλλων, αλλά και να μην αναπαράγουμε αυτήν την ενέργεια, όταν δεν είναι καλοπροαίρετη. Όλοι είμαστε ωραίοι, όντας ο εαυτός μας και κυρίως, κάνοντάς το για τον εαυτό μας. Στην τελική, τα ρούχα από την απαρχή τους έχουν έναν και μοναδικό σκοπό. Να ζεσταίνουν τον χειμώνα και να δροσίζουν το καλοκαίρι. Τα υπόλοιπα είναι φτιαχτά από εμάς για μας. Ας μην το ξεχνάμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου