Κάνοντας μια βόλτα σε κάποια αστική περιοχή και παρατηρώντας τους περαστικούς ανθρώπους, ο καθένας θα διαπιστώσει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό της κοινωνίας μας αποτελείται από βιαστικούς, αγχωμένους και δυσαρεστημένους −αν όχι δυστυχισμένους− ανθρώπους. Σκεπτόμενοι στα γρήγορα μια εξήγηση, θα αποδίδαμε όλα αυτά στην έλλειψη χρόνου, που μας απομακρύνει απ’ το να κάνουμε όσα μας χαλαρώνουν και μας ευχαριστούν. Τελικά, αυτή φαίνεται μια πολύ γενικόλογη διατύπωση και το πρόβλημα δεν είναι τόσο ο περιορισμένος χρόνος, αλλά περισσότερο η αναγνώριση και κάλυψη των πραγματικών αναγκών μας.

Ενίοτε, δεν είναι καθόλου τυχαία η υπόθεσή μας ότι κάποιος που είναι πολύ οξύθυμος βρέθηκε ερωτικά με κάποιον πριν μεγάλο χρονικό διάστημα! Πέραν του ενδεχομένου να τον απασχολεί άλλης φύσεως πρόβλημα, υπάρχουν πολλές πιθανότητες να του λείπει η σωματική επαφή. Ο περιορισμός αυτής δεν προκαλεί μόνο εκνευρισμό και στρες, που είναι οι πιο συχνές κι εμφανείς εκφάνσεις του, αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε κατάθλιψη.

Φυσικά, όταν αναφερόμαστε στη σωματική επαφή δε μιλάμε μόνο για τη συνουσία. Είναι και τα χάδια, οι αγκαλιές, τα φιλιά και γενικότερα κάθε άγγιγμα που εκφράζει τρυφερότητα κι αισθήματα αγάπης. Όλο αυτό το πακετάκι επαφής περιγράφεται με τον ιαπωνικό όρο “Skinship”. Στην προφορά και τη διατύπωσή του θυμίζει περισσότερο αγγλικής προέλευσης λέξη και κάλλιστα θα μπορούσε να είναι, αν δεχόμασταν το skin, δηλαδή το δέρμα, ως πρώτο συνθετικό της.

Σύμφωνα με τους Ιάπωνες, λοιπόν, η επαφή αυτή χρειάζεται να υπάρχει ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, στους συντρόφους και στους καρδιακούς φίλους. Πολλοί απ’ αυτούς έχουν κάποιες ενστάσεις για αυτού του είδους την επαφή μεταξύ των συντρόφων τους και των φίλων τους και θεωρούν ότι χρειάζεται να υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί σ’ αυτές τις κινήσεις. Θα υποθέταμε γρήγορα ότι αυτή η άποψη προκύπτει από την έκφραση ζήλιας ή και κτητικότητας, ωστόσο θα πέφταμε έξω, καθώς κι οι ίδιοι φορείς αυτής της άποψης δε θα επιθυμούσαν αυτήν την επαφή με τους φίλους και τις παρέες τους. Φαίνεται πως το Skinship γι’ αυτούς είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο, ιδιωτικό και πολύτιμο και δεν πρέπει να το «σπαταλούν» εδώ κι εκεί.

Την αναγκαιότητα του να υπάρχει στη ζωή κάθε ανθρώπου η σωματική επαφή έρχεται να μας αποδείξει η επιστήμη. Πολύ πρόσφατα, έγινε προσπάθεια να επιβεβαιωθεί το συμπέρασμα αυτό από μια σειρά βιντεοσκοπημένων συνεντεύξεων που πραγματοποιήθηκαν στην Κορέα, με θέμα την άποψη των ανθρώπων για το Skinship. Το ερέθισμα γι’ αυτήν την έρευνα αποτέλεσε η διχογνωμία που υπήρξε για τα τρυφερά αγγίγματα μεταξύ καλλιτεχνών σε συγκροτήματα μιας νεοσύστατης μουσικής κουλτούρας, της K-Pop.

Από τους ερωτηθέντες της συγκεκριμένης έρευνας, αυτοί που βρίσκονταν σε μια θερμή ερωτική σχέση απαντούσαν με περισσότερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά, ενώ φαινόταν απ’ τη στάση του σώματός τους και τη χροιά της φωνής τους ότι ήταν ευδιάθετοι. Στον αντίποδα βρίσκονται οι άνθρωποι που δε βίωναν αυτές τις συγκινήσεις κι απαντούσαν με δισταγμό κι εγκράτεια, ενώ απ’ τη γλώσσα του σώματός τους φάνηκε πως ήταν πιο συγκρατημένοι και νοσταλγικοί.

Μέσω της διαδικασίας του Skinship, το σώμα και η ψυχή κάθε ανθρώπου οδηγείται στην ευεξία και την ευημερία, κυρίως λόγω των ορμονών που εκκρίνονται στον οργανισμό μας, τη στιγμή που αγγίζουμε και μας αγγίζουν τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Βέβαια, δεν μπορούμε να μην αναλογιστούμε και τη στάση των ανθρώπων που προτιμούν να είναι μοναχικοί ή αυτών που αποστρέφονται αυτά τα χάδια και καλύπτονται μόνο από πιο «πικάντικες» επαφές. Λογικά, σ’ αυτούς δεν υπάρχει κάποια ανάγκη έκφρασης κι αίσθησης συναισθημάτων μέσω της αφής, σωστά; Όχι ακριβώς.

Με βάση τον συλλογισμό της ψυχολόγου Ανίκ Ντεμπρό, η διάθεση του καθενός ως προς τις επαφές αυτές, αν δηλαδή τις επιζητεί, αδιαφορεί γι’ αυτές ή τις αποφεύγει, οφείλεται στη μεταχείρισή του ως βρέφος από τη μητέρα ή τον κηδεμόνα. Πιο συγκεκριμένα, οι άνθρωποι που επιζητούν το Skinship κι είναι δεκτικοί σε οποιουδήποτε είδους συναισθηματικό δεσμό, ένιωσαν ως βρέφη την απόλυτη ικανοποίηση των αναγκών τους. Αντίθετα, οι ενήλικες που δε βίωσαν αυτήν τη μεταχείριση ως βρέφη, είτε θα επιζητούν την προσοχή του ενδιαφερόμενου προσώπου απαιτητικά έως κι απελπιστικά, είτε θα απαξιώνουν και θα αποστασιοποιούνται από συναισθηματικούς δεσμούς, πεπεισμένοι ότι μπορούν να καλύψουν μόνοι τους τις ανάγκες τους.

Οι δύο αυτές τελευταίες περιπτώσεις οδήγησαν την Ανίκ Ντεμπρό να διεξάγει μια έρευνα μαζί με τους συνεργάτες της, ώστε να διαπιστωθεί το γιατί αυτά τα άτομα αποφεύγουν τη σωματική επαφή. Αν, δηλαδή, δεν έχουν κάποιο ψυχολογικό όφελος απ’ αυτήν ή αν τους φθείρει ψυχολογικά. Κάνοντας τρεις μελέτες και ρωτώντας πάνω από 1.600 ανθρώπους για την ποσότητα και τη συχνότητα των επαφών με τον σύντροφό τους, αλλά και τις ψυχολογικές συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβησαν, μας παρουσιάζει τα εύλογα για την ψυχολογική επιστήμη αποτελέσματα.

Τα άτομα με τάση υπεκφυγής συναισθηματικών δεσμών που δέχονταν σε συχνή βάση το άγγιγμα του συντρόφου τους παρουσίαζαν πιο θετική ψυχολογία, σε αντίθεση με τους ανθρώπους ίδιας κατηγορίας, χωρίς επαφές, που παρουσίαζαν περισσότερα ψυχολογικά προβλήματα. Επομένως, η σωματική επαφή σε καμία περίπτωση δεν τραυματίζει ή βλάπτει με κάποιον τρόπο τους μη δεκτικούς σ’ αυτήν. Όταν προέρχεται από ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο γι’ αυτούς, έχει τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα που έχει στους απόλυτα δεκτικούς.

Εντέλει, το να προχωρούν στο δρόμο ζευγάρια χέρι-χέρι δεν είναι τόσο κιτς. Το να ακουμπήσουμε στον ώμο του φίλου μας δεν είναι μια απλή μεταφορά του λόγου. Το να αγκαλιάσουμε την οικογένειά μας δεν είναι ντροπή. Είναι ανάγκες που έχουν αμφότερες οι πλευρές, ακόμη κι αν δεν το παραδέχονται. Στο εξής, λοιπόν, ας δώσουμε λίγο περισσότερο χρόνο σ’ εμάς και τους αγαπημένους μας να φιληθούμε στις επιτυχίες, να σκουπίσουμε ένα δάκρυ στις δυσκολίες και να αγκαλιαστούμε στους αποχαιρετισμούς. Μόνο καλό δίνουμε και παίρνουμε.

 

Συντάκτης: Ελένη Βαλαβάνη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου