Οι ευκαιρίες σου ήταν αρκετές. Το σκέφτηκα καλά πριν πάρω την απόφαση να σ’ αφήσω πίσω. Εκεί που ανήκεις, δηλαδή στο παρελθόν! Δε γίνεται πια να αφήνω άλλους να ελέγχουν τη δική μου ζωή. Ήρθε η ώρα να κόψω τα δεσμά που με κρατάνε κοντά στη γη και να πετάξω. Αυτά σκεφτόμουν και την πρώτη φορά που γύρισα σε ‘σένα, αλλά κατάφερες πάλι να με πείσεις. Μου έδειξες πως είχες αλλάξει και πως τίποτα δε θα ‘ναι ίδιο ξανά.
Στην αρχή μου έκανες τα χατίρια, με άκουγες, μου έδειχνες πως θες να υπάρχω στη ζωή σου, αλλά –όπως απέδειξες– όλα ήταν μέρος ενός σχεδίου που με κόπο είχες φτιάξει, απλώς γιατί φοβόσουν τη μοναξιά.
Δεν κατάλαβα ποτέ αν υπήρχε αγάπη ανάμεσά μας ή αν απλά βόλευε να γεμίζεις το κενό στο κρεβάτι σου. Μπορεί να ευθύνομαι κι εγώ που σε έκανα να νιώθεις πως είσαι μοναδικός στη ζωή μου, που σε καταλάβαινα και σου έδινα το χώρο που μου ζητούσες για να μπορείς να περνάς καλά, απορρίπτοντάς με σε κάθε σου έξοδο. Και κάπως έτσι, ξεκίνησες την επανάστασή σου ζητώντας κι αλλά προνόμια από εμένα.
Κι εγώ, αφελώς, επειδή σ’ αγαπούσα –πραγματικά, όχι μ’ αυτή τη μούφα αγάπη που ‘χες εσύ να μου δώσεις– συνέχισα να σου δίνω, και να σου δίνω, μέχρι που έφτασα σε σημείο όχι απλά να χάσω εμένα αλλά κι οποιονδήποτε άλλο τολμούσε να μου πει το προφανές, ότι δεν κάνεις για ‘μένα. «Φυσικά και κάνει», έλεγα και καμάρωνα για σένα.
Σε θαύμαζα που απολάμβανες τη ζωή σου, πίστευες στον εαυτό σου και πάντα κατάφερνες αυτό που ήθελες. Μα δεν μπορούσα να αντιληφθώ το βασικό: Ότι έπαιζες με τους ανθρώπους και το ίδιο έκανες και με ‘μένα. Πάντα σκεφτόμουν το πώς ένιωθα σε μια αγκαλιά σου, το πόσο μ’ άρεσε να ακούω τη φωνή σου, μα όταν έψαχνα να βρω τι άλλο ήταν αυτό που με κρατούσε δίπλα σου, δυσκολευόμουν.
Πάντα επέλεγες όλους τους άλλους, φίλους και παρέες. Για μένα δεν υπήρχε χρόνος. Τελευταία στιγμή ακύρωνες τα ραντεβού μας, χρησιμοποιώντας ένα σωρό δικαιολογίες. Αλλά εγώ εκεί. Δίπλα σου όχι μόνο μέχρι την τελευταία στιγμή αλλά και την επόμενη. Και τώρα μου ξαναζητάς να γυρίσω σπίτι μας. «Στη φωλιά μας», λες, γιατί χωρίς εμένα δε ζεις. Μ’ αγαπάς τόσο πολύ και τώρα κατάλαβες πως χωρίς εμένα υπάρχει ένα μεγάλο κενό στην καθημερινότητά σου. Κι εγώ τώρα πια το μεταφράζω ως εξής: «Όσο κι αν γύρισα, όποια και αν βρήκα, καμία δεν κατάφερε να μ’ αντέξει και να μ’ αφήνει να γυρνάω από ‘δω και ‘κει. Μόνο εσύ παρίστανες τόσο βολικά τη χαζή!».
Κι έτσι όπως με κοιτάς και περιμένεις να πέσω στην αγκαλιά σου, σαν happy end ανάλαφρης κομεντί, σου πετάω τα κλειδιά και φεύγω. Περπατάω για ώρα, ίσως και να κλαίω, όμως μπορώ και πάλι να ανασάνω. Έχει εξαφανιστεί αυτός ο κόμπος και δε με νοιάζει πια πόσες ιστορίες ανέβασες στα social και πού έκανες like. Είμαι και πάλι εγώ.
Σίγουρα υπάρχουν στιγμές που μου λείπεις, αλλά μετά σκέφτομαι πως ποτέ δεν ήσουν αυτό που πραγματικά ήθελα και χρειαζόμουν. Με χειριζόσουν πολύ καλά κι έτσι έριχνα τον εαυτό μου για να συμβαδίζουμε. Δεν αντέχεται, όμως, για πολύ αυτό το μαρτύριο, όσο κι αν αγαπάς.
Ο εαυτός μου είναι πιο σημαντικός από μερικές αγκαλιές που κατάφερνα να σου ξεκλέβω. Ποτέ δεν ήσουν αρκετός για μένα κι αυτό είμαι σίγουρη πως θα μου το αποδείξεις και τώρα, στο οριστικό φινάλε. Όσο σεβάστηκα τις επιθυμίες και τις ανάγκες σου, τόσο δε θα σεβαστείς εσύ τις δικές μου. Ξέρω πως θα προσπαθήσεις κάμποσες φορές να μου διαταράξεις την ησυχία -κι ιδανικά, αν τα κατάφερνες, και τις ισορροπίες. Όμως δε θα μπορέσεις να με πείσεις. Τώρα πια ξέρω τι θέλω και δε θα γυρίσω, όσο κι αν ήθελα όλο αυτό το ψέμα μας να ‘ταν αλήθεια.
Γι’ αυτό άσε με να αγαπήσω τον εαυτό μου και μην κάνεις πια άλλο θόρυβο στη δική μου ζωή -είναι πλέον ανούσιο!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη