Λένε πως μία φωτογραφία αξίζει όσο χίλιες λέξεις. Είναι το μέσο που μας επιτρέπει να διατηρούμε τις αναμνήσεις μας ζωντανές. Μας θυμίζει καθετί όμορφο αλλά και καθετί στενάχωρο. Μέσα από ένα φωτογραφικό κλικ καταφέρνουμε να κρατάμε ζωντανό ό,τι πια δεν είναι στη ζωή μας και κάποιες φορές να νοσταλγούμε καταστάσεις ή/κι ανθρώπους.
Υπάρχουν λήψεις αυθόρμητες κι άλλες που παλεύουμε ώρες για να ‘ναι όπως τις ονειρευτήκαμε. Απ’ την πρώτη στιγμή που ανασαίνουμε μέχρι την τελευταία, διατηρούμε τα άλμπουμ μας –ηλεκτρονικά και μη– με ευλάβεια. Ποιο πατρικό δεν έχει εκείνο το περιβόητο άλμπουμ της βάπτισης, που παλεύεις αδίκως να το απομακρύνεις σε σημείο λιγότερο προσβάσιμο ή κι εκείνα τα άλμπουμ απ’ το σχολείο με τις ομαδικές φωτογραφίες; (Αυτά κι αν θέλουν καταχώνιασμα.)
Όσο όμως κι αν δε μας λείπει ο παλιός μας εαυτός, κατά καιρούς καταφεύγουμε για παρηγοριά ή δύναμη στις αναμνήσεις σας. Κι εκείνες διατηρούνται ακέραιες στον χρόνο με τις φωτογραφίες. Κάτι τόσο απλό, τόσο καθημερινό, είναι πηγή χαράς για εμάς σε δύσκολες στιγμές. Όπως όταν το αδερφάκι μας ή το παιδί μας είναι μακριά μας. Όπως όταν αναπολούμε τα πιο αθώα μας χρόνια. Και κάπως έτσι, τις χαζεύουμε ξανά και ξανά.
Κι αναρωτιέμαι κάπου εδώ αν κάνετε κι εσείς κάτι που κάνω αρκετά συχνά όταν κοιτάζω τις παλιές μου φωτογραφίες. Έχετε παρατηρήσει τους περαστικούς που κάποιες φορές είναι κι εκείνοι άθελά τους μοντέλα των φωτογραφιών σας; Ίσως μάλιστα ενίοτε να κλέβουν και την παράσταση.
Παρατηρείς φωτογραφίες (δικές σου ή κι άλλων) με τον πρωταγωνιστή να ποζάρει αμέριμνα κι όλο χάρη και λίγο πιο πίσω να στέκεται κάποιος σε ρόλο κομπάρσου –κι ας μην πήγε σε κανένα σχετικό καστ–, με ορθάνοιχτο το στόμα, έτοιμος να καταβροχθίσει τη μακαρονάδα που έχει μπροστά του. Άλλος είναι σε πόζα που σχεδόν πετάει στον αέρα, γιατί χάζευε το μοντέλο και σκόνταψε. Υπάρχουν κι εκείνοι που κάνουν τις δικές τους γκριμάτσες και μπαίνουν στη φωτογραφία με το έτσι θέλω, το γνωστό σε όλους photobombing. Είναι ατέλειωτες οι πόζες που ένας άκυρος θα πάρει κι ατελείωτο το γέλιο που θα προκαλέσει όταν εμφανιστεί κάπου στο background. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας τρόπος να βρούμε όλα αυτά τα μυστήρια μοντέλα και να τους προωθήσουμε τις φωτογραφίες στις οποίες, χωρίς να το ξέρουν τις περισσότερες φορές, συμμετέχουν.
Κι ύστερα είναι να αναρωτιέσαι, σε πόσες τέτοιες φωτογραφίες θα ‘χεις παίξει κι εσύ. Με ένα γρήγορο search σε μαγαζιά που συχνάζεις, σίγουρα θα βρεις 5-6 τέτοιες φωτογραφίες στις οποίες οι πόζες σου θα ‘ναι στατιστικά μάλλον τραγικές. Σε πόσων τουριστών τις στιγμές θα ‘σαι κάπου στο βάθος κι εσύ εκεί να τους θυμίζεις κάτι από Ελλάδα; Και θα ήταν καλά να το ‘χες πάρει πρέφα και να έσκαγες κάνα χαμογελάκι, αν όμως σε πέτυχαν σε κάποια δύσκολη στιγμή κι είχες νεύρα, σετ με μάτι δολοφονικό, ή αν ετοιμαζόσουν να φας το σαντουιτσάκι σου, με τις μαγιονέζες να στάζουν;
Λέτε να ‘χουμε γίνει viral σε καμία ξένη χώρα και να μην το ξέρουμε; Δε θα ‘πρεπε να υπάρχει μια υπηρεσία που να αναζητά όλους εκείνους τους ανθρώπους που συμμετέχουν στις φωτογραφίες αγνώστων και να τις παραδίδει στην πόρτα του σπιτιού μας ή να τις καίει χωρίς δεύτερη σκέψη; Για σκεφτείτε εκείνη τη στιγμή στο κλαμπάκι που φλερτάρετε, ο μπροστινός σας να απαθανατίζει δικές του στιγμές και ταυτόχρονα και δικές σας; Πόσο άβολο. Κι εντάξει να πέσει σε χέρια άγνωστα, αν όμως το δει εκείνος που δεν πρέπει, κλάφ’ τα, Χαράλαμπε.
Τελικά, αυτές οι φωτογραφίες θα ‘πρεπε να αυτοκαταστρέφονται. Θα ‘πρεπε να μας ανήκουν τα πνευματικά δικαιώματα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη