Με τον αγγλικό όρο gaslighting εννοούμε την εκούσια προσπάθεια να επικοινωνήσεις με άτομα, με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να μην είναι βέβαια για την ίδια τους τη μνήμη, αντίληψη και λογική. Χρησιμοποιώντας συνεχή άρνηση, αντιφάσεις και ψεύδη, προσπαθεί ο έχων τη συμπεριφορά να αποσταθεροποιήσει το άτομο που τη λαμβάνει και να απαξιώσει τις πεποιθήσεις του.
Τα περιστατικά ποικίλουν, από την άρνηση του πρώτου πως συνέβησαν ποτέ κάποια γεγονότα και μπορούν να φτάσουν έως και τη σκηνοθεσία αλλοπρόσαλλων γεγονότων έτσι ώστε να αποπροσανατολίσει την προσοχή του ατόμου που απευθύνει την τακτική αυτή. Ο όρος οφείλει την ονομασία του στο θεατρικό έργο του 1938 με τίτλο Gaslight, του Πάτρικ Χάμιλτον που περιγράφει πως ένας σύζυγος με τα ψέματα και τις κομπίνες του φτάνει τη γυναίκα του σε σημείο τρέλας. Στις αντίστοιχες κινηματογραφικές μεταφορές του το 1940 και το 1944 επανεμφανίστηκε, ενώ η αγγλική ονομασία του όρου βρίσκεται πια σε χρήση σε ψυχιατρικές κλινικές κι ερευνητικές μελέτες όπως επίσης, σπανιότερα, ως όρος πολιτικού σχολιασμού.
Μια θεωρία υποστηρίζει πως οι άνθρωποι που κάνουν gaslighting δεν το κάνουν επειδή νιώθουν ισχυροί σε σχέση με τους γύρω τους, αλλά επειδή μέσα τους τους υπάρχει έντονος ο φόβος της εγκατάλειψης. Στην ουσία, δημιουργούν την αίσθηση της ανεπάρκειας στον απέναντί τους έτσι ώστε να καλύψουν τη δική τους αίσθηση ανεπάρκειας και το πόσο συνηθισμένοι αισθάνονται οι ίδιοι, αντικατοπτρίζοντας το συναίσθημά τους πάνω στους άλλους με απώτερο στόχο ο απέναντί τους να μην τους εγκαταλείψει.
Αναλύοντας τον συγκεκριμένο όρο θα δούμε πως το gaslighting, στο κομμάτι το σχέσεων, απαντάται συχνά ως φαινόμενο εντός της οικογένειας. Στην προκειμένη περίπτωση ο θύτης προσπαθεί να βγάλει έως και φρενοβλαβή το θύμα στην προσπάθειά του να καλύψει αρνητικές συμπεριφορές απέναντί του, δημιουργώντας του σύγχυση για την ψυχική διαύγειά του. Έτσι λοιπόν αποτρέπεται από την αναζήτηση βοήθειας από δημόσια ή κοινωνικά όργανα κι ο θύτης αποφεύγει τις επιπτώσεις.
Το gaslighting είναι μια πρακτική που είναι δύσκολο να αναγνωριστεί και στην αρχή υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μη ληφθεί υπόψιν, υιοθετώντας το γεγονός πως η κρίση εκείνου που το δέχεται δεν είναι ορθή και τα περιστατικά που μπορεί να δημιουργηθούν είναι μικρής σημασίας και καθόλου αξία προσοχής. Με το πέρασμα όμως του χρόνου γίνεται αντιληπτό το συναισθηματικό κομφούζιο που δημιουργείται και η έλλειψη της λογικής όπως επίσης και η απόρριψη της κρίσης του που ουσιαστικά ο θύτης καλλιεργεί συνεχώς προσπαθώντας να αναδείξει ως ορθά τις δικές του κινήσεις και λεγόμενα.
Οι συνηθισμένες πρακτικές στο gaslighting είναι η άρνηση της πραγματικότητας, η υποβάθμιση ενός θέματος με σκοπό να πειστεί το θύμα πως τα συναισθήματα, το σκεπτικό του και οι απόψεις του δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, η έλλειψη της σημασίας και της κατανόησης από τη μεριά του θύτη προς τον προβληματισμό του θύματος καθώς επίσης και η αποφυγή της συζήτησης ενός θέματος με στόχο τον έλεγχο μιας κατάστασης. Βέβαια τέτοιους είδους σημάδια gaslighting θα πρέπει να υπογραμμιστεί πως για να θεωρηθούν σοβαρά και προς εξέταση πρέπει να υφίστανται σταθερά και συνεχώς καθορίζοντας μια σχέση. Μια μεμονωμένη διαφωνία ή ένα σημάδι των παραπάνω δεν σημαίνει πως μια σχέση υφίσταται την τακτική αυτή.
Αν και το gaslighting είναι αρκετά δύσκολο να το καταλάβει κάποιος μιας και κατά κύριο λόγο η τακτική είναι η σύγχυση και ο αποπροσανατολισμός του ατόμου που του γίνεται, είναι πολύ σημαντικό να προστατεύουμε τον εαυτό μας στην παραμικρή υποψία πλάνης και υποψίας ότι κάποιος προσπαθεί να μας σερβίρει τη δική του λογική ως απόλυτη και μόνη ορθή. Το να μη δεχόμαστε άκριτα όσα μας λένε και να εμπιστευόμαστε τα συναισθήματα και τις σκέψεις που μας δημιουργούνται σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό για την προστασία του εαυτού μας και του εσωτερικού μας κόσμου. Άλλωστε, μην ξεχνάμε πως δεν είμαστε ποτέ μόνοι μας και σίγουρα πάντα υπάρχει ένα αφτί να μας ακούσει και να μας προσφέρει τη γνώμη και τη συμβουλή του. Ας καλλιεργήσουμε μέσα μας την κρίση να επιλέξουμε το σωστό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου