Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον φλερτ που μετέτρεψε το κινητό σου σε προέκταση του χεριού σου χτύπησε την πόρτα της μοναξιάς σου και για επικοινωνιακούς και μη τύπους, η κατάσταση έφτασε στο στάδιο που αποκλείεται να μην έχεις περάσει έστω και μια φορά στη ζωή σου. Ποια είναι αυτή; Μα φυσικά το να είσαι πάνω από το κινητό και να περιμένεις στωικά εκείνο το μήνυμα, εκείνη την απάντηση που θα δώσει συνέχεια στη συζήτηση με το άτομο που σε καίει.

Έχεις επιστρατεύσει την τέχνη του λόγου, το ταλέντο σου στις ατάκες κι όλη την καλή σου διάθεση προσπαθώντας να κάνεις τον παραλήπτη να κρέμεται από τα χείλη σου -βασικά από τις λέξεις σου μιας και τα λέτε γραπτώς- μέχρις ότου η συζήτηση αν και πήγαινε από το καλό στο τέλειο, έκανε κοιλιά.

Μήνυμα διαβάστηκε, παραλήπτης αγνόησε, αποστολέας σάστισε κι εκεί που τραγουδάς «ποιος έχει λόγο στην αγάπη» (έλα παραδέξου, μόλις το διάβασες τραγουδιστά), σκέφτεσαι πως μωρέ εντάξει, ίσως να έχει δουλειά, να πετάχτηκε για κάτι ξαφνικό. Θα απαντήσει σε λίγο. Οι ώρες όμως περνάνε και η απάντηση δεν έρχεται κι εσύ αρχίζεις να ιδρώνεις. Αναρωτιέσαι μήπως είπες κάτι που δε θα έπρεπε, κάτι παρεξηγήσιμο ή ακόμη και κάτι ξενέρωτο με αποτέλεσμα να μείνεις στο αναπάντητο μήνυμα καμία λατρείας, σαν τον Μάνθο Φουστάνο.

 

 

Και τώρα η στιγμή για τη μεγάλη ερώτηση στον καθρέφτη έφτασε. Στην πόση ώρα αναπάντητου μηνύματος ξαναστέλνεις όταν έχετε αφήσει στη μέση μια επικοινωνία με το άτομο που σε ενδιαφέρει; Στην πόση ώρα ψάχνεις να διεκδικήσεις απάντηση χωρίς να φανεί ότι πιέζεις τα πράγματα αλλά ταυτόχρονα να μην αφήσεις υπερβολικό χώρο και δημιουργηθεί χάσμα από το πουθενά;

Ωραίο το επικοινωνιακό ψήσιμο με τα μηνυματάκια σίγουρα, αλλά η μέρα κυλάει μαζί με τις υποχρεώσεις, κάτι το οποίο δε μας επιτρέπει να είμαστε μονίμως με το κινητό στο χέρι πεταρίζοντας τα γυπαετίσια φτερά του λόγου μας, συνδεδεμένοι στα social της καρδιάς μας που μας φέρνουν πιο κοντά με τους ανθρώπους. Έχοντας λοιπόν αυτό το δεδομένο σε ένα ανοιχτό κουτάκι του μυαλού μας, είναι απόλυτα φυσιολογικό μια απάντηση να καθυστερήσει να μας έρθει. Ο προβληματισμός έρχεται στο σημείο που η απάντηση δεν έρχεται ποτέ. Φυσικό κι επόμενο όταν είναι κάποιος απασχολημένος στη δουλειά του να μην είναι πάνω από το τηλέφωνο. Άλλωστε οι συζητήσεις που καίνε, γίνονται ευκολότερα τις ώρες της χαλάρωσης, εκεί κατά το βραδάκι και η χαλαρή επικοινωνία μεσ’ στην ημέρα if you know what I mean.

Εξαρτάται λοιπόν και το είδος της κουβέντας αλλά και η χρονική στιγμή που θα ανοίξει μια κουβέντα. Κι εδώ θα προσθέσουμε και κάτι ακόμα. Άμα ο άλλος δεν το έχει και πολύ με τα μηνύματα άντε να βγάλεις άκρη. Αν επανειλημμένα συμβαίνει το ίδιο μοτίβο, δηλαδή δεν παίρνεις την πολυπόθητη απάντηση ακόμα κι αν περάσουν ώρες ή ακόμα και μέρες, μάλλον δε θα πρέπει να το πιέσεις καθόλου παραπάνω και να το αφήσεις στην άκρη. Το καμπανάκι, όσο κι αν το αγνοείς, πάντα σημαίνει κίνδυνος κι όσο κι αν πιέσεις για απάντηση ή όσο κουλ και χαλαρά προσπαθήσεις να δείξεις, το χάσμα έχει ήδη επέλθει και μάλιστα σκόπιμα από την απέναντι όχθη.

Από την άλλη, καλό θα ήταν να δίνουμε πάντα ένα εύλογο χρονικό περιθώριο έτσι ώστε ο παραλήπτης να πάρει τον χρόνο του να σκεφτεί την απάντησή του ή να μπει στο mood που προσπαθούμε να τον βάλουμε. Το παιχνίδι του λόγου έχει κι αυτό την τεχνική του κι όπως λέει και η λαϊκή ρήση «το καλό πράγμα αργεί να γίνει» αρκεί, να συμπληρώσουμε εδώ, να μην παρά-αργήσει και χαθεί η μαγεία και κατά συνέπεια η όλη καλή διάθεση επικοινωνίας.

Ούτε λοιπόν τα πέντε λεπτά αλλά ούτε και οι εβδομήντα δύο ώρες είναι καλά χρονικά διαστήματα για να αφήσεις να περάσουν, έτσι ώστε να διεκδικήσεις μια απάντηση. Γενικώς, πας με γνώμονα τη διάρκεια της συζήτησης αλλά και την ώρα της ημέρας. Αν μιλάτε αργά το βράδυ, ξαναστέλνεις το πρωί- όχι χαράματα, μα πρωί. Αν πάλι μιλάτε μέσα στη μέρα, στέλνεις την ώρα που θεωρείς -και θεωρεί- ότι έχετε ξεμπερδέψει με τη δουλειά, αφήνοντας χώρο αλλά και ξεκαθαρίζοντας πως έχεις κι εσύ ζωή. Ως προς τη διάρκεια της συζήτησης, φρόντισε να είναι τουλάχιστον διπλάσιος ο χρόνος για να ξαναστείλεις από εκείνη. Αν δηλαδή μιλούσατε δυο ώρες, μη στείλεις στο δεκάλεπτο.

Και για να το θέσουμε και λίγο πιο φιλοσοφικά: αν μια συζήτηση έχει ενδιαφέρον και η συνέχεια επιδιώκεται κι από τις δύο πλευρές, θα συνεχιστεί. Θα βρει τη ροή της και δε θα μείνει στο περίμενε, ούτε στο ράφι με τα ποτά. Δε θα μείνει στα μηνύματα, θα συνοδευτεί με κρασάκι πρόσωπο με πρόσωπο, σώμα με σώμα και θα ολοκληρωθεί με πράξεις. Ωραίες πράξεις, που δεν έχουν ανάγκη τα μηνύματα για να καταλάβεις τι εννοούν.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Εμμανουέλα Μπερτάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου