Η μνήμη, η διαδικασία κωδικοποίησης, αποθήκευσης κι ανάκτησης πληροφοριών, είναι μια από τις βασικότερες και σημαντικότερες ικανότητες του εγκεφάλου μας. Χωρίς αυτήν, τόσο η καθημερινότητά μας όσο και η εξέλιξή μας ως είδος θα είχε πολύ διαφορετική μορφή. Είναι το μέσον που μετατρέπει τις εμπειρίες μας σε μάθηση και η λειτουργία της μάς διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα έμβια όντα του πλανήτη. Λόγω της σπουδαιότητάς της, έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών ερευνών, οι οποίες μας πρόσφεραν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Ένα από τα ποικίλα ερωτήματα που θέλησαν να διερευνήσουν οι νευροεπιστήμονες και οι ψυχολόγοι που ασχολούνται με τη μνήμη και τις λειτουργίες της,  αφορά την αξιοπιστία της και κατ’ επέκταση την εγκυρότητα των αναμνήσεών μας.

Μια από τις γνωστότερες ερευνήτριες αυτού του κλάδου είναι, η Αμερικανίδα ψυχολόγος, Elizabeth Loftus που ασχολήθηκε εκτενώς και μακροχρόνια με το ερώτημα πώς οι άνθρωποι δημιουργούν διαστρεβλωμένες αναμνήσεις από γεγονότα, τα οποία στην πραγματικότητα δε συνέβησαν ποτέ, ενώ οι ίδιοι υποστηρίζουν με αυτοπεποίθηση πως θυμούνται αρκετά έντονα τα γεγονότα αυτά. Η Loftus μέσα από τις μελέτες της έχει υποστηρίξει πως αν κάποιος έχει εκτεθεί σε παραπληροφόρηση μετά από ένα συμβάν ή αν του γίνουν υπαινικτικές ερωτήσεις σχετικά με στοιχεία που συνθέτουν αυτό το συμβάν, τότε είναι πολύ πιθανό να «εμφυτευτούν» αναμνήσεις στο μυαλό του και να πιστέψει πως θυμάται μια ιστορία, η οποία, όμως, δεν είναι αληθινή. Η ίδια, μάλιστα, στα πλαίσια μιας έρευνάς της, κατάφερε να πείσει απλούς ανθρώπους της καθημερινής ζωής πως στην παιδική τους ηλικία είχαν χαθεί σ’ ένα εμπορικό κέντρο. Μια άλλη διάσημη περίπτωση στην Αμερική που αφορούσε παρόμοια υπόθεση είναι αυτή του Gary Ramona, ο οποίος μήνυσε τους θεραπευτές της κόρης του για εμφύτευση σ’ αυτήν ψευδών αναμνήσεων σεξουαλικής κακοποίησης από τον ίδιο. Ο Ramona δικαιώθηκε κι αποζημιώθηκε, παρόλ’ αυτά η γυναίκα του δήλωσε πως συνέχισε να πιστεύει την κόρη τους και τους θεραπευτές της.

Ένα άλλο θέμα, με τον οποίο ασχολήθηκε η Elizabeth Loftus στις μελέτες της, είναι η αξιοπιστία των αυτοπτών μαρτύρων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το πείραμα που διενήργησε με τον συνάδελφό της John Palmer. Οι συμμετέχοντες σε αυτό το πείραμα παρακολούθησαν ένα βίντεο ενός αυτοκινητιστικού δυστυχήματος. Στο τέλος, αφού τους χώρισαν σε 3 γκρουπ, τους ζητήθηκε να περιγράψουν το συμβάν και να απαντήσουν σε κάποιες ερωτήσεις. Στο πρώτο γκρουπ έγινε η ερώτηση «Πόσο γρήγορα κινούνταν τα αυτοκίνητα όταν χτύπησε το ένα το άλλο;». Στο δεύτερο γκρουπ η λέξη «χτύπησε» αντικαταστάθηκε με τη λέξη «συγκρούστηκε» ενώ στο τρίτο γκρουπ δεν έγινε καμία τέτοια ερώτηση. Έπειτα, ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να εκτιμήσουν την ταχύτητα με την οποία έτρεχαν τα αυτοκίνητα. Αυτό που παρατήρησαν οι μελετητές ήταν πως το πρώτο γκρουπ, στο οποίο χρησιμοποιήθηκε η λέξη «χτύπησε» ανέφερε κατά μέσο όρο μικρότερη ταχύτητα απ’ ότι το δεύτερο, στο οποίο χρησιμοποιήθηκε η λέξη «συγκρούστηκε». Έπειτα από μία εβδομάδα τους έγινε η ερώτηση «Είδατε σπασμένα γυαλιά;». Στο πρώτο γκρουπ απάντησε «ναι» το 14%, στο δεύτερο το 32% ενώ στο τρίτο το 12%. Στην πραγματικότητα, στο βίντεο δεν υπήρχε κανένα σπασμένο γυαλί. Ένα από τα συμπεράσματα, λοιπόν, που προέκυψε από αυτή την έρευνα είναι πως η μνήμη μας είναι τόσο ευάλωτη, ώστε μπορεί να αλλοιωθεί ακόμα και από την αλλαγή μιας μόνο λέξης στην ερώτηση.

Η Loftus κατέχει στο βιογραφικό της πληθώρα ερευνών σχετικά με την αξιοπιστία των αυτοπτών μαρτύρων, οι οποίες έχουν ήδη προκαλέσει ταραχή στο δικαστικό σύστημα αφού, όπως συμφωνούν νεότεροι ερευνητές του κλάδου, ακόμα κι οι αναμνήσεις που είναι φαινομενικά άψογες είναι επιρρεπείς σε χειραγώγηση. Αυτό, φυσικά, έχει σημαντικές επιπτώσεις τόσο σε νομικό όσο σε κοινωνικό και σε ψυχολογικό επίπεδο και μας κάνει να αναρωτιόμαστε, τελικά, πόσο μπορούμε να εμπιστευτούμε τις ιστορίες που μας διηγήθηκαν για τον κόσμο και τη ζωή μας. Ένα εύστοχο σχόλιο του νευροβιολόγου James McGaugh, όσον αφορά την επανάκληση πληροφοριών, είναι πως οι άνθρωποι ανακατασκευάζουν τις μνήμες τους, αλλά αυτό «δε σημαίνει ότι είναι εντελώς ψεύτικες. Σημαίνει ότι λένε μια ιστορία για τον εαυτό τους κι ενσωματώνουν πράγματα που πραγματικά θυμούνται λεπτομερώς, με πράγματα που ισχύουν σαν μια γενική αλήθεια».

Η διήγηση περιστατικών της ζωής μας μπορεί να γίνει ιδιαίτερα πειστική, κυρίως όταν αυτή εμπλουτίζεται από λεπτομέρειες και συναισθήματα. Με βάση, όμως, έρευνες σχετικά με την αξιοπιστία της μνήμης μας καταλήγουμε ν’ αναρωτιόμαστε αν αυτό είναι αρκετό για να θεωρηθεί αληθινή κι αξιόπιστη μία μας ανάμνηση. Αν επεκτείνουμε αυτή τη σκέψη, καταλήγουμε τελικά να αναρωτιόμαστε αν οποιαδήποτε αφήγημα, διήγημα ή περιγραφή γεγονότων αυτού του κόσμου είναι αντικειμενικά αληθινό, αφού κι αυτά είναι προϊόντα μνήμης κι άρα δεν μπορεί να είναι απρόσβλητα από μια πιθανή διαστρέβλωση.

Εν κατακλείδι, τέτοιου είδους μελέτες μπορούν ν’ αποτελέσουν εφαλτήριο που θα δώσει ώθηση στις σκέψεις μας ώστε ν’ αποκτήσουν μια «ελαστικότητα», να διευρυνθούν και να δημιουργήσουν πρόσφορο έδαφος για την καλλιέργεια της κριτικής μας ικανότητας, ακόμα κι όταν κάποιος δηλώνει με απόλυτη σιγουριά για ένα γεγονός ότι «έτσι είναι». Γιατί τελικά, μπορεί και να μην είναι.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

 

 

Συντάκτης: Ευαγγελία Θεοδωρούδα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου