Μέχρι να φτάσουμε σήμερα να εφαρμόζουμε αυστηρούς κανόνες ηθικής και δεοντολογίας στην επιστημονική έρευνα, πέρασαν πολλά χρόνια ερευνών και πειραμάτων που καμία ηθική δεν περιλάμβαναν κατά τη διεξαγωγή τους. Πειράματα από άνθρωπο σε άνθρωπο χωρίς ίχνος οίκτου, γεμάτα πόνο και φρικαλεότητες που μας κάνουν ν’ αναρωτιόμαστε και να απορούμε μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη διαστροφή. Τα παρακάτω πειράματα κάνουν, δυστυχώς, την απάντηση να είναι προφανής: μέχρι εκεί που δεν μπορεί να φτάσει ο κοινός νους.
Εργαστήρια δηλητηριάσεων στη Σοβιετική Ένωση
Το 1921 και για πολλά χρόνια αργότερα στη Σοβιετική Ένωση δημιουργήθηκαν εργαστήρια παραγωγής δηλητηρίων γνωστά με τις ονομασίες Εργαστήριο 1, Εργαστήριο 12 και Kamera. Στόχος τους ήταν η ανακάλυψη θανατηφόρων ουσιών, οι οποίες θα ήταν άχρωμες, άοσμες και δε θα μπορούσαν να ανιχνευθούν σε μια ενδεχόμενη νεκροτομή. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν κρατούμενους από τις φυλακές Γκουλάγκ, τόσο άντρες όσο και γυναίκες. Η παραγωγή των δηλητηρίων περιελάμβανε άκρως τοξικές ουσίες, όπως το αέριο μουστάρδας (προκαλεί μεταλλάξεις, αναστολή σύνθεσης DNA, βιοχημικές αλλαγές σε ζωτικά όργανα και πληθώρα άλλων ψυχοσωματικών προβλημάτων) η διγιτοξίνη (χρησιμοποιείται στις αμβλώσεις), ρικίνη (προκαλεί θάνατο σε ποσότητα λίγων κόκκων αλατιού), και κουράριο (το χρησιμοποιούσαν οι Ινδιάνοι στα βέλη τους ως δηλητήριο). Οι Σοβιετικοί μετέφεραν τους κρατούμενους στα εργαστήρια όπου τους παρείχαν τα δηλητήρια είτε λέγοντάς τους ότι είναι φάρμακα για μια πάθηση που είχαν είτε ως μέρος του γεύματος ή του ποτού τους.
Τα πειράματα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης
Στα χειρότερα πειράματα όλων των εποχών δε γίνεται να μη συμπεριληφθούν αυτά που διεξήχθησαν από τον Dr. Josef Mengele και τον Dr. Eduard Wirths και περίπου 200 άλλους γιατρούς κι επιστήμονες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ένα τμήμα των πειραμάτων αφορούσε δίδυμα και σκοπό είχε να μελετήσει γενετικά χαρακτηριστικά για την ανάπτυξη της ναζιστικής ευγονικής και την εξέλιξη της Άριας Φυλής. Αυτά περιλάμβαναν ενέσεις στα μάτια για να διαπιστωθεί αν μπορούσε ν’ αλλάξει το χρώμα, χειρουργικές επεμβάσεις χωρίς αναισθησία, χορήγηση άγνωστων αερίων στους πνεύμονες μέσω σωλήνων που τοποθετούνταν από το στόμα κ.α.
Ένα άλλο τμήμα αφορούσε ανακάλυψη μεθόδων στείρωσης. Πάνω από 400.000 άτομα που θεωρήθηκαν «δεύτερης κατηγορίας και δεν έπρεπε ν’ αναπαραχθούν», στειρώθηκαν μέσω μια άκρως επίπονης διαδικασίας χορήγησης ενέσιμων καυστικών κι άλλων τοξικών ουσιών στη μήτρα και τις ωοθήκες στις γυναίκες είτε, με τεράστιες ποσότητες ακτίνων Χ στους άντρες.
Θέλοντας, επίσης, ν’ ανακαλύψουν μια αντιβακτηριδιακή θεραπεία για τους στρατιώτες τους που τραυματίζονταν, προκαλούσαν πληγές στα θύματα που έπειτα μόλυναν με βακτήρια και στη συνέχεια τοποθετούσαν πάνω τους πριονίδια, χώμα και θραύσματα γυαλιών για να μετρήσουν την αποτελεσματικότητα επούλωσης που είχαν ουσίες όπως η σουλφοναμίδη.
The Monster Study
Έτος 1939 και στο πανεπιστήμιο της Αϊόβα πραγματοποιείται μια μελέτη από μια ομάδα λογοπαθολόγων με επικεφαλής τον Wendell Johnson. Σκοπός τους ήταν να αποδείξουν πως ο τραυλισμός είναι μια μαθημένη συμπεριφορά, απόρροια του άγχους που έχει το παιδί για την ομιλία. Στη μελέτη τους χρησιμοποίησαν 22 παιδιά από ένα ορφανοτροφείο που τα χώρισαν σε 2 ισάριθμες ομάδες. Στην πρώτη ομάδα επαινούσαν τα παιδιά για τον τρόπο ομιλίας τους και τους έκαναν ενθαρρυντικά σχόλια. Στη δεύτερη ομάδα στην προσπάθειά τους να προκαλέσουν τραυλισμό στα παιδιά, τούς έλεγαν πως ήταν καταδικασμένα να τραυλίζουν όταν μεγαλώσουν, ότι δεν πρέπει να μιλάνε αν δεν είναι σίγουρα ότι θα μιλήσουν σωστά και με κάθε τρόπο υποβάθμιζαν την προσπάθεια των παιδιών να μιλήσουν, ενώ παράλληλα τα απηύθυναν άσχημους χαρακτηρισμούς κάθε φορά που κάναν κάποιο λεκτικό λάθος.
Τελικά, η θεωρία τους δεν επιβεβαιώθηκε, γιατί κανένα παιδί δεν άρχισε να τραυλίζει. Αυτό που έγινε, όμως, ήταν πως τα παιδιά της δεύτερης ομάδας είχαν διάφορες ψυχολογικές επιπτώσεις και πολλά από αυτά απέκτησαν πρόβλημα ομιλίας που διατήρησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, ακόμη κι αν η ομιλία τους ήταν φυσιολογική πριν μπουν στην πειραματική ομάδα. Όταν έγινε αργότερα γνωστό το πείραμα, πήρε την ονομασία Monster Study, για τις επιπτώσεις που προκάλεσε στη ζωή των παιδιών η επιθυμία απόδειξης απλώς μιας θεωρίας.
Το πρόγραμμα αποστροφής
Το 1969 ο ψυχολόγος και συνταγματάρχης του στρατού Dr. Aubrey Levin δήλωνε πεπεισμένος πως μπορεί να «θεραπεύσει» την ομοφυλοφιλία και να εξαλείψει αυτή την «ασθένεια» από τον στρατό. Για τον σκοπό αυτό, διεξήγαγε ένα πείραμα που είχε διάρκεια σχεδόν 20 χρόνια. Ήταν η εποχή του Άπαρχαϊντ και ο στρατός της Νότιας Αφρικής ανάγκασε εκατοντάδες στρατιώτες, άντρες και γυναίκες, που είχε υπόνοια ότι είχαν ομοφυλοφιλικές τάσεις, να συμμετέχουν στο πρόγραμμα του Dr. Levin.
Μια μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε στους άντρες ήταν η ηλεκτροσπασμωδική θεραπεία αποστροφής κατά την οποία έδεναν στο επάνω μέρος του βραχίονα του «ασθενούς» ηλεκτρόδια που κατέληγαν σ’ ένα βαθμονομημένο ταμπλό από το 1 εως το 10. Έπειτα, τους έδειχναν φωτογραφίες γυμνών αντρών και τους ενθάρρυναν να φαντασιωθούν. Όσο μεγαλύτερη ήταν η ένδειξη του ταμπλό, τόσο μεγαλύτερο ήταν και το ηλεκτροσόκ που δέχονταν. Το πρόγραμμα περιελάβανε, επίσης, χημικό ευνουχισμό, ορμονοθεραπεία, αναγκαστική υποβολή σε χειρουργική επέμβαση για αλλαγή φύλου και ναρκωτικά. Εκτιμάται ότι περίπου 900 άτομα υπέφεραν αυτά τα βασανιστήρια, τα περισσότερα από τα οποία ήταν λευκοί άντρες 16 έως 24 ετών που είχαν ενταχθεί στον στρατό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου