Φανταστείτε τον εαυτό σας να κάθεστε σε μια αίθουσα κινηματογράφου με χαμηλό φωτισμό, περιμένοντας με ανυπομονησία την έναρξη της ταινίας. Τα φώτα σβήνουν, η οθόνη τρεμοπαίζει και ξαφνικά το δωμάτιο γεμίζει μουσική και χορό, ταξιδεύοντάς σας σε ένα αξέχαστο ταξίδι. Από μουσικά νούμερα που αγγίζουν τα δάχτυλα των ποδιών μέχρι συγκλονιστικές μπαλάντες, τα μιούζικαλ έχουν τη δύναμη να προκαλούν δυνατά συναισθήματα και να μας μεταφέρουν σ’ έναν άλλο κόσμο. Με την πάροδο των ετών, το είδος έχει συμβάλει πάρα πολύ στο κινηματογραφικό τοπίο, παράγοντας διαχρονικά κλασικά που συνεχίζουν να αιχμαλωτίζουν το κοινό όλων των ηλικιών. Ελάτε μαζί μου καθώς εξερευνούμε τον συναρπαστικό κόσμο των μιούζικαλ στον κινηματογράφο, τη διαρκή απήχησή τους και τη βαθιά επίδραση που είχαν στην έβδομη τέχνη.

Αν και συνήθως θεωρούνται αμερικανικό είδος, οι μουσικές ταινίες από την Ιαπωνία, την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γερμανία έχουν συμβάλει στην ανάπτυξη του τύπου. Η πρώτη μουσική ταινία, The Jazz Singer (1927), με πρωταγωνιστή τον Al Jolson, εισήγαγε την εποχή του ήχου των κινηματογραφικών ταινιών. Ακολούθησε μια σειρά μιούζικαλ που φτιάχτηκαν βιαστικά για να αξιοποιήσουν την καινοτομία του ήχου. Μία από τις λίγες εξαιρετικές ταινίες αυτής της πρώιμης περιόδου ήταν το Broadway Melody (1929), που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας της περιόδου 1928–29.

 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο Γερμανός σκηνοθέτης G.W. Ο Pabst παρουσίασε μια σοβαρή μουσική ταινία, την Όπερα των Τριών Πενών (1931, Die Dreigroschenoper). Οι πιο δημοφιλείς ταινίες αυτής της περιόδου, ωστόσο, ήταν οι υπερβολικά ευφάνταστες ταινίες των ΗΠΑ του Μπάσμπι Μπέρκλεϋ, ενός πρώην σκηνοθέτη χορού του Μπρόντγουεϊ που παρουσίαζε περίτεχνα σκηνοθετημένες σεκάνς χορού μέσα στο πλαίσιο πολυφορεμένων ιστοριών. Στα θεαματικά έργα του Μπέρκλεϊ, όπως οι παραγωγές των Gold Diggers (1933), Footlight Parade (1933) και Forty-second Street (1933) πρωταγωνίστησαν οι Joan Blondell, Ruby Keeler ή Dick Powell, οι οποίοι έγιναν όλοι γνωστοί μουσικοί ερμηνευτές. Οι ταινίες των τραγουδιστικών ή χορευτικών ομάδων στα μέσα της δεκαετίας του 1930 σταδιακά ήρθε να αντικαταστήσει τα θεάματα του Μπέρκλεϋ σε δημοτικότητα. Τα μιούζικαλ του τέλους της δεκαετίας του ’30 και των αρχών του ’40, συμπεριλαμβανομένων των The Wizard of Oz (1939), Babes on Broadway (1941), Meet Me in St. Louis (1944), είχαν όλα πρωταγωνίστρια την Judy Garland. Συνεχίζουμε με το Cover Girl (1944), με πρωταγωνιστές τους Gene Kelly και Rita Hayworth. και το συναισθηματικό Going My Way (1944), με πρωταγωνιστή τον δημοφιλή τραγουδιστή Bing Crosby, που έδειξε την τάση προς μεγαλύτερη ενοποίηση πλοκής και μουσικής. Καλά απομνημονευμένες ταινίες από την αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο είναι το Easter Parade (1948).

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 η ζήτηση για πρωτότυπες μουσικές ταινίες μειώνονταν, αν κι οι κινηματογραφικές προσαρμογές πολλών επιτυχιών του Μπρόντγουεϊ όπως η Οκλαχόμα! (1955), Guys and Dolls (1955), South Pacific (1958), The King and I (1956), West Side Story (1961), My Fair Lady (1964), The Sound of Music (1965), Camelot (1967) ), και Γεια σου, Ντόλυ! (1969) ήταν μεγάλες εισπρακτικές επιτυχίες. Υπήρχε επίσης μια αυξανόμενη λεπτότητα στα μιούζικαλ, όπως στη γαλλική ταινία The Umbrellas of Cherbourg (1964, Les Parapluies de Cherbourg).

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, το μιούζικαλ υπέστη μείωση τόσο σε δημοτικότητα όσο και σε καλλιτεχνική ποιότητα, παρά την περιστασιακή επιτυχία τέτοιων ταινιών όπως το Cabaret του Bob Fosse (1972). Αργότερα ήταν η ίδια η μουσική -ροκ, ντίσκο ή κλασική- που ενέπνευσε την παραγωγή τέτοιων ταινιών όπως το Saturday Night Fever (1978), το Grease (1978), το Flashdance (1983) και το Amadeus (1984).

Αν όμως έχεις να επιλέξεις 4 μόνο, ας είναι τα εξής:

 

Το Singin’ in the Rain (1952)

Γνωστή για τις εμβληματικές χορευτικές σκηνές με ομπρέλες, αυτή η ταινία του Τζιν Κέλι απεικονίζει την αναταραχή στη βιομηχανία του θεάματος σχετικά με τη μετάβαση από τον βωβό κινηματογράφο σε «ομιλίες», όταν δύο αστέρια του βωβού κινηματογράφου εντάσσονται στο καστ ενός μιούζικαλ. Είναι ένα από τα πιο αγαπημένα και διάσημα κινηματογραφικά μιούζικαλ όλων των εποχών από το MGM, πριν εμφανιστεί ως τυπικό μοτίβο μια μαζική έξοδος σε κινηματογραφημένες διασκευές θεατρικών έργων του Μπρόντγουεϊ. Έγινε απευθείας ταινία και δεν ήταν προσαρμογή του Μπρόντγουεϊ.

Η χαρούμενη ταινία, σε συν-σκηνοθεσία του Stanley Donen και του ακροβατικού χορευτή-αστέρα-χορογράφου Gene Kelly, είναι μια γοητευτική, δυναμική, χαριτωμένη κι απόλυτα απολαυστική εμπειρία με υπέροχα τραγούδια, πολλές αναδρομές, υπέροχους χορούς, κάστινγκ και ιστορία. Αυτό ήταν ένα άλλο εξαιρετικό παράδειγμα του οργανικού, «ενσωματωμένου μιούζικαλ» στο οποίο οι χαρακτήρες της ιστορίας εκφράζουν φυσικά τα συναισθήματά τους. Το τραγούδι κι ο χορός αντικαθιστούν τον διάλογο, συνήθως σε στιγμές ανεβασμένης διάθεσης ή παθιασμένου ρομαντισμού.

 

Grease (1978)

Το Grease είναι μια αμερικανική μιούζικαλ ταινία του 1978 σε σκηνοθεσία Randal Kleiser και παραγωγή της Paramount Pictures. Βασίζεται στο ομώνυμο μιούζικαλ των Warren Casey και Jim Jacobs του 1971 για δύο εραστές σε ένα γυμνάσιο της δεκαετίας του 1950. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι John Travolta, Olivia Newton-John, Stockard Channing και Jeff Conaway. Είχε επιτυχία τόσο κριτικά όσο και στο box office.

Το άλμπουμ του soundtrack τελείωσε το 1978 ως το δεύτερο άλμπουμ με τις περισσότερες πωλήσεις της χρονιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες, πίσω από το soundtrack του Saturday Night Fever, μιας άλλης ταινίας με πρωταγωνιστή τον Travolta.Ένα σίκουελ, το Grease 2, κυκλοφόρησε το 1982, με πρωταγωνιστές τους Maxwell Caulfield και Michelle Pfeiffer. Μόνο μερικά από τα αρχικά μέλη του καστ επανέλαβαν τους ρόλους τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι το νούμερο 1 μιούζικαλ με τις περισσότερες εισπράξεις μέχρι σήμερα.

 

All That Jazz (1979)

Το All That Jazz είναι μια αμερικανική δραματική ταινία του 1979 σε σκηνοθεσία Μπομπ Φόσε. Το σενάριο, των Robert Alan Aurthur και Fosse, είναι μια ημι-αυτοβιογραφική φαντασίωση που βασίζεται σε πτυχές της ζωής και της καριέρας του Fosse ως χορευτή, χορογράφο και σκηνοθέτη. Η ταινία εμπνεύστηκε από τη μανιακή προσπάθεια του Fosse να επεξεργαστεί την ταινία του Lenny ενώ ταυτόχρονα ανέβαζε το μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ του 1975 στο Σικάγο. Δανείζεται τον τίτλο του από τη μελωδία Kander και Ebb “All That Jazz” σ’ εκείνη την παραγωγή. Η ταινία κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών το 1980. Στα 52α Όσκαρ ήταν υποψήφια για εννέα Όσκαρ, κερδίζοντας τέσσερα: Καλύτερης Πρωτότυπης Μουσικής, Καλύτερης Καλλιτεχνικής Σκηνοθεσίας, Καλύτερα Κοστούμια και Καλύτερου Μοντάζ.

 

Sweeney Todd: The Demon Barber of Fleet Street (2007)

Το Sweeney Todd, το ματωμένο μιούζικαλ του Stephen Sondheim στο Broadway, μετατράπηκε σε κινηματογραφική ταινία από τον εκκεντρικό σκηνοθέτη Tim Burton. Πρωταγωνιστούν ο Johnny Depp ως Todd, στην έκτη συνεργασία του με τον Burton, η Helena Bonham Carter ως Mrs Nellie Lovett, ο Sacha Baron Cohen ως Signor Aldolfo Pirelli κι ο Alan Rickman ως ο λαμπερός Judge Turpin. Η ταινία έχει βαθμολογία R16 στη Νέα Ζηλανδία, λόγω της γραφικής βίας. Προσαρμοσμένη από το θρυλικό θεατρικό έργο, η άποψη του Tim Burton είναι σκοτεινή, ανησυχητική και διασκεδαστική.

Ο Τζόνι Ντεπ παίζει τέλεια τον δαίμονα κουρέα που θέλει να εκδικηθεί για τον θάνατο της συζύγου του, ενώ η Έλενα Μπόναμ Κάρτερ προσφέρει μια εξίσου συναρπαστική ερμηνεία. Με τα εικαστικά και τη μουσική σήμα κατατεθέν του Burton, ο Sweeney Todd ξεχωρίζει με εξαιρετικό τρόπο. Η ταινία είναι μιούζικαλ, όπως και το έργο και περιλαμβάνει τα περισσότερα τραγούδια από το πρωτότυπο μιούζικαλ. Οι ηθοποιοί τραγουδούν οι ίδιοι. Η ταινία κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες στις 21 Δεκεμβρίου 2007 και στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 25 Ιανουαρίου 2008 με ενθουσιώδεις κριτικές. Κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ταινίας (Κωμωδία ή Μιούζικαλ) και Καλύτερης Ηθοποιού (Κωμωδία ή Μιούζικαλ) στα 65α Βραβεία Χρυσής Σφαίρας κι ήταν υποψήφια για Καλύτερο Ηθοποιό και Καλύτερα Κοστούμια αλλά τελικά κέρδισε Καλύτερη Καλλιτεχνική Σκηνοθεσία στα 80α Βραβεία Όσκαρ.

Συντάκτης: Αναστασία Ασωνίτη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου