Οι γονείς οφείλουν να στηρίζουν τα παιδιά τους. Σωστά; Σωστά. Να τους προσφέρουν ό,τι χρειάζονται. Σωστά; Σωστότατα. Να δίνουν και την ψυχή τους. Σωστά; Ε όχι και την ψυχή τους, υπερβολή. Τη μισή σύνταξη ή-και- κανένα ενοίκιο να δίνουν να πιάσει και τόπο. Μέχρι πότε όμως; Και βασικά μέχρι πότε θα τα τσεπώνεις χωρίς τύψεις; Η λατρεμένη κρισούλα κι οι υπαίτιοι αυτής μας έχουν επιβάλλει το «βοηθάτε αλλήλους, θέλετε-δε θέλετε μπας και σωθείτε». Δούναι και λαβείν δηλαδή. Κι εσύ κοτζάμ μαντράχαλος –που θα ‘λεγε και μια θεία μου– μόνο το «λαβείν» ξέρεις.
Θα ήταν μέγα λάθος αν παρέβλεπα τις περιπτώσεις που το έχουν πραγματική ανάγκη κι η οικονομική ενίσχυση είναι αληθινό βάλσαμο για να καλύψουν τρύπες και να πάρουν μια ανάσα. Άλλοι παρακαλάνε για μια δουλειά, για δεύτερη, ακόμη και για τρίτη, για να μπορούν κι οι ίδιοι να προσφέρουν με τη σειρά τους κι άλλοι βολεύονται με το γονικό επίδομα.
Ετών 35, άνεργος –συχνό φαινόμενο, πλέον, θα πεις, αλλά χωρίς καμία προσπάθεια για εύρεση εργασίας ή απασχόλησης. Κατά ένα μεγάλο ποσοστό μένει στο ίδιο σπίτι με τους γονείς, άντε το πολύ-πολύ στο πάνω διαμέρισμα, με μοναδικό ενδιαφέρον την πρωινή καφεδιά στην πιο in καφετέρια της πόλης, το ατελείωτο ιντερνετικό gaming και το ποτό στο εκάστοτε βραδινό στέκι. Όλα εις βάρος των γονιών βεβαίως-βεβαίως. Ενίοτε θα υπάρξουν τύψεις. Για μικρό χρονικό διάστημα, μιας και το βόλεμα είναι καλό και σταθερό –μηνιαίο ή εβδομαδιαίο, σπανίως ημερήσιο.
Δύσκολη περίπτωση καθώς για να το αποκτήσει καταφεύγει ακόμη και σε βαρέα κι ανθυγιεινά. Δε χαλάει ποτέ χατίρι στη μαμά –τι πιο επικίνδυνο; Είναι ικανός, δηλαδή, να φορέσει αυτή τη ριμάδα τη ζακέτα Ιούλη μήνα αν του το ζητήσει. Προθυμία και εξυπηρέτηση έχει το μενού για τον πατέρα. Από το να του κάνει καφεδάκι, μέχρι να περάσει καινούργια κεραμίδια στη σκεπή. Λογικά θα του πάρει διπλάσιο χρόνο από το κανονικό για να τελειώσει, γιατί τα διαλείμματα θα είναι συχνά.
Όταν δεν κάνει τίποτα από αυτά ξεκινάει την κλάψα για την άδικη τη ζωή που άλλους τους ανεβάζει κι άλλους τους κατεβάζει. Είναι η φάση που έχει στερέψει από χρήμα και στερείται την έξοδο. Μια φορά στο τρίμηνο θα βρει και δουλειά. Κανένα μεροκάματο δηλαδή για να μην ακούει την γκρίνια και τα υπονοούμενα για τεμπελιά κι επανάπαυση.
Απ’ την άλλη τώρα, οι γονείς πολλές φορές έχουν προσπαθήσει εις μάτην να σπρώξουν την κατάσταση, τη μία περιορίζοντας το ρευστό και την άλλη κόβοντάς το. Τι να κάνει κι αυτή η έρημη η μάνα, που από τη μια πονάει να βλέπει το σπλάχνο της στεναχωρημένο και κλεισμένο μέσα στους 4 τοίχους, να μην έχει χαρτζιλίκι να βγει –να γνωρίσει κι έναν άνθρωπο της προκοπής να τον βάλει στον ίσο δρόμο– κα από την άλλη προσπαθεί να καλμάρει τον ,ελεγχόμενα εκνευρισμένο, πατήρ, ο οποίος θέλει να δει το βλαστάρι του να εργάζεται, να προσφέρει και να προχωράει στη ζωή του; Πόσο να αντέξουν; Λυγίζει η μανούλα, παρασέρνει και τον πατερούλη και δίνουν μαζί με το στάνταρ και bonus για να εξιλεωθούν. Καταδικασμένοι αιωνίως.
Στο άλλο άκρο τώρα υπάρχει και το άλλο είδος 35άρη. Έγγαμος ή άγαμος, δεν έχει σημασία, με σταθερό μισθό, που έχει συνηθίσει την επιπλέον οικονομική ενίσχυση των γονιών. Στην πραγματικότητα δεν τα έχει καθόλου ανάγκη. Ο μισθός του αρκεί, όχι μόνο για τα απαραίτητα, αλλά και για τα λούσα του. Θέλει όμως παραπάνω, γιατί στο κάτω-κάτω έτσι τον έμαθαν. Απαραίτητη προϋπόθεση για την καταβολή αυτού του επιδόματος είναι οι συχνές επισκέψεις στο πατρικό –μιας και δηλώνει ανεξάρτητος με δικό του σπίτι–, οι οποίες συνοδεύονται από τον καλύτερο εαυτό του ενδιαφερόμενου.
Αν για τον οποιοδήποτε λόγο η επίσκεψη ακυρωθεί, θα αντικατασταθεί άμεσα από δίωρη –τουλάχιστον– τηλεφωνική συνομιλία, κυρίως με τη μαμά. Στη συνομιλία θα αναφερθεί απαραιτήτως σε κάποιο gadget ή φόρεμα που τόσο πολύ το χρειάζεται και το θέλει αλλά, ρε γαμώτο, δε βγαίνει οικονομικά. Έτσι θα αναγκαστεί να περιμένει τον επόμενο μήνα, ελπίζοντας ότι θα υπάρχει ακόμη το προϊόν. Κι εκεί επεμβαίνει, ως άλλος από μηχανής Θεός, η μαμά με το σωτήριο «Βρε πουλάκι μου άμα το χρειάζεσαι τόσο πάρ’ το, και μη σκας για τα λεφτά, θα σου δώσει η μανούλα».
Μόνιμο μέλημα του είναι να κρατάει ευχαριστημένους τους γονείς αποφεύγοντας τους καβγάδες. Ακολουθεί κατά γράμμα τις οδηγίες που θα του δοθούν είτε για κάποια συμβουλή που ζήτησε, είτε για κάτι που σίγουρα «οι γονείς ξέρουν καλύτερα». Extra bonus όταν τις ακολουθεί ενώ δε συμφωνεί.
Οι γονείς σ’ αυτήν την περίπτωση περηφανεύονται για το καμάρι τους, κυρίως για τη σχέση εξάρτησης που έχουν. Είναι ικανοποιημένοι κι ευχαριστημένοι κι έτσι σαν ένα είδος επιβράβευσης, έρχεται το παραδάκι. Μπορεί να μην το παραδέχονται ούτε ο ένας στον άλλο, αλλά γνωρίζουν ότι όλη αυτή η ζηλευτή συμπεριφορά, οφείλεται στο επίδομα. Κι ίσως ο λόγος που δε το σταματούν είναι γιατί φοβούνται ότι αυτομάτως θα αλλάξει κι η συμπεριφορά του μορφονιού ή της μορφονιάς.
Και στις δυο περιπτώσεις τον έλεγχο τον έχουν οι οικονομικά ευνοημένοι. Κανείς τους δεν κατατάσσεται στο είδος του «μαμάκια». Δεν είναι εξαρτημένοι από τους γονείς τους, αλλά από τα χρήματα που τους δίνουν. Γιατί έτσι τους έχουν μάθει. Άραγε επαναστάτησαν ποτέ για τις επιθυμίες τους ή το πιο extreme που έχουν κάνει είναι να πούνε όχι στα φασολάκια;
Είναι γλυκό το πιοτό του χαρτζιλικώματος και δε σκοπεύεις να το χάσεις. Να θυμάσαι, όμως, ότι μαχητής δε θα γίνεις ποτέ.
Επιμέλεια Κειμένου Ελεονόρας Κοκκίνη: Πωλίνα Πανέρη