Αναπάντητη. Η λέξη που προστέθηκε στο καθημερινό μας λεξιλόγιο, με την είσοδο των πρώτων κινητών τηλεφώνων στην αγορά και στη ζωή μας. Μια λέξη με πολλές σημασίες και διαφορετικές ερμηνείες, άμεσα συνυφασμένη με το κομμάτι των κλήσεων ενός κινητού τηλεφώνου.

Η νέα γενιά δυστυχώς έχασε εκείνη την εποχή όπου άναβε η οθόνη του κινητού για λίγα δευτερόλεπτα, έπαιζαν οι πρώτες νότες απ’ το «χειρόγραφο» ringtone, μετά σιωπή κι αυτομάτως το χαμόγελο έφτανε μέχρι τ’ αυτιά μας, με τα μάτια να λάμπουν από χαρά. Και μόνο που οι μισοί από σας απορείτε με την περιγραφή της παραπάνω ευφορίας, αλλά και με το «χειρόγραφο ringtone» (καθόμασταν νότα-νότα και περνούσαμε το τραγούδι που θέλαμε στο –τότε– υπερσύγχρονο κινητό μας), σας ενημερώνω ότι θα πρέπει να προετοιμαστείτε γι’ ανήκουστα πράγματα στη συνέχεια.

Ας τα πάρουμε όλα απ’ την αρχή. Εφηβεία, γυμνάσιο, έλεγχος σχολικής επίδοσης. Αν η προηγούμενη πρόταση, σε συνδυασμό, είχε πολύ καλά προς άριστα αποτελέσματα το δωράκι δε θ’ αργούσε να ‘ρθει και δε θα μπορούσε να ‘ναι άλλο από ένα κινητό. Και κατά ένα 90% το κινητό αυτό θα ‘ταν τ’ αλησμόνητο και για πάντα αγαπημένο τηλέφωνο με το φιδάκι. Κι εκεί ξεκινάει το παιχνίδι (όχι δεν εννοώ ούτε το φιδάκι, ούτε τους εξωγήινους).

Αμέσως θα ‘τρεχες να βρεις το μπλοκάκι με τα τηλέφωνα των φίλων σου για να στείλεις μήνυμα σ’ όσους είχαν κινητό. Στο μόνο νούμερο που δε θα ‘στελνες μήνυμα θα ‘ταν εκείνο του «προσώπου» που σ’ ενδιέφερε. Αν έστελνες μήνυμα θα χαλούσες όλο το μεταξύ σας παιχνίδι, που ανυπομονούσες ν’ αρχίσει.

Κι οι αναπάντητες ξεκινάνε. Στην αρχή μ’ απόκρυψη για να μην καρφωθείς και μετά με το –προς το παρόν– άγνωστο νούμερό σου. Αν υπήρχε ανταπόδοση στην αναπάντητη ήσουν σε καλό δρόμο. Γιατί; Γιατί τότε αναπάντητη σήμαινε «σε γουστάρω, μου αρέσεις». Γι’ αυτό και το χαμόγελο όταν έβλεπες εκείνο το «1 αναπάντητη κλήση» στην άχρωμη οθόνη του κινητού σου. Κι όλη αυτή η χαρά με μία μόνο κλήση. Φανταστείτε τι γινόταν όταν οι αναπάντητες ήταν παραπάνω. Μπορεί και για μια-δυο ώρες συνεχόμενα να κάνατε ο ένας στον άλλον αναπάντητη. Ναι, τώρα δεν μπορώ να καταλάβω το λόγο και το θεωρώ και χαζό, αλλά τότε έτσι ξεκινούσαν πολλά ειδύλλια.

Ήταν ο λόγος για να σκουντάς με νόημα με τους κολλητούς και να σου κάνουν καζούρα. Βέβαια, μην τα μπερδεύουμε. Το κινητό τότε ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσει μια σχέση κι όχι για να υπάρχει μέσω αυτού όπως τώρα.

Φυσικά η απουσία αναπάντητης ήταν και λόγος απογοητεύσεων αλλά και τσακωμών. Δε σου «απάντησε» στην αναπάντητή σου; Κάτι κακό σήμαινε αυτό και το να μην έχει κάρτα ούτε που σου περνούσε τότε απ’ το μυαλό. Κι ο τσακωμός ήταν χειρότερος όταν η αναπάντητη υπήρχε, αλλά απ’ άλλο πρόσωπο. Κάτι σαν το σημερινό «γιατί σου έκανε like στη φώτο σου;».

Περνώντας τα χρόνια, το νόημά της αλλάζει και γίνεται σήμα για να κατέβεις απ’ το σπίτι, γιατί η παρέα σου έχει φτάσει και σε περιμένει από κάτω ή απλά για να ξεκινήσεις για το ραντεβού σου. Αντί λοιπόν να χτυπήσουν θυροτηλέφωνο και να ενοχλήσουν όλον τον κόσμο, σου ‘καναν μια κλήση κι εσύ έτρεχες πανικόβλητος να βρεις κλειδιά και παπούτσια τελευταία στιγμή (αυτό ακόμη συνεχίζει να συμβαίνει).

Αυτή ήταν η μεταβατική φάση για τη σημερινή σημασία της αναπάντητης, που δεν είναι άλλη απ’ την αφραγκιά. Μια αναπάντητη πλέον δε σημαίνει τίποτ’ άλλο, παρά μόνο «δεν έχω μονάδες ούτε για τηλέφωνο, ούτε για μήνυμα, πάρε με». Κι άντε όταν την κάνει ο αδερφός σου αρχικά τρομάζεις για το τι έχει συμβεί, τον καλείς πίσω και τον κράζεις που τελικά απλώς ξέμεινε πάλι και τέλος υπόθεσης.

Όταν όμως την κάνει το εν δυνάμει αμόρε, μια απογοήτευση τη νιώθεις, μην το κρύβεις και μην το παίζεις υπεράνω. Το ξενέρωμα σου χτυπάει την πόρτα κι εσύ απλώς εύχεσαι να ‘γινε κατα λάθος ή έστω να μην ξανασυμβεί. Υπάρχουν πλέον ένα σωρό άλλοι τρόποι να επικοινωνήσεις, που μπορεί να κρυφτεί αρκετά καλά η αφραγκιά κι η έλλειψη μονάδων. Έχεις βρεθεί κι εσύ ο ίδιος σ’ αυτήν τη θέση κι ένιωσες λίγο άβολα. Ειδικά όταν έχεις εγκαταλείψει προ πολλού την εφηβεία κι αναγκάζεσαι να την ξαναζήσεις, είναι το χειρότερό σου.

Απ’ την άλλη μεριά τώρα, το ξενέρωμα διαδέχεται το τρανταχτό, μέχρι δακρύων γέλιο, όταν η αναπάντητη προέρχεται απ’ τους γονείς σου. Εκεί απλά σκας στα γέλια με την υποτιθέμενη πρόοδό τους και με το πόσο «τυπάκια» και πόσο μοντέρνοι αισθάνονται, που κατάφεραν με τα χίλια ζόρια να κάνουν μια αναπάντητη κλήση. Φυσικά κι έχουν μονάδες για τηλέφωνα, αλλά έτσι νιώθουν πιο «νεολαίοι», άσχετα αν πάλευαν κανένα μισάωρο να δούν τι γράφει στην οθόνη και να πατήσουν το σωστό κουμπί.

Σε περίπτωση που υπάρχει παραπάνω από μία αναπάντητη από τη μάνα σου μπορείς και να πανικοβληθείς, γιατί κι εκείνη σ’ αυτήν τη φάση είναι. Πάρτην αμέσως τηλέφωνο κι ετοιμάσου ν’ ακούσεις κράξιμο που την τρόμαξες επειδή δεν απαντούσες στα τηλέφωνά της. Δεν έχει σημασία αν ήσουν στη δουλειά ή αν είχες μάθημα και δεν μπορούσες να μιλήσεις. Ας έβγαινες έξω!

Μια απλή κι αδιάφορη φαινομενικά λέξη, η οποία χρησιμοποιείται καθημερινά, με τα αισθήματα που μας προκαλεί ν’ αλλάζουν συνεχώς και ριζικά, αλλά μ’ ένα πράγμα να ‘ναι απόλυτα βέβαιο. Η αναπάντητη έχει χάσει τις ημέρες δόξας, στις οποίες κάποτε βρέθηκε.

 

Επιμέλεια Κειμένου Ελεονόρας Κοκκίνη: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Ελεονόρα Κοκκίνη