Από παιδιά μεγαλώσαμε με την ιδέα ότι η αγάπη είναι μια ανιδιοτελής πράξη, ότι όσο περισσότερο δίνεις, τόσο περισσότερο θα αγαπηθείς. Κι όμως, η πραγματικότητα συχνά μας προσγειώνει ανώμαλα, καθώς η υπερβολική δοτικότητα δεν οδηγεί απαραίτητα σε περισσότερη αγάπη, αλλά αντίθετα, σε αδιαφορία. Δεν είναι τυχαίο που οι άνθρωποι έλκονται από το απρόσιτο, από το λίγο πιο μακρινό, από αυτό που δεν τους προσφέρεται απλόχερα. Όσο κάποιος προσπαθεί να επενδύσει τα πάντα σε μια σχέση, τόσο περισσότερο ρισκάρει να δει το ενδιαφέρον του άλλου να φθίνει. Όχι επειδή η αγάπη, αυτή καθαυτή, λειτουργεί με εγωιστικούς όρους, αλλά επειδή το μυστήριο και η ανεξαρτησία είναι ισχυρότεροι αφροδισιακοί παράγοντες από μια αγάπη, η οποία προσφέρεται ασταμάτητα και χωρίς όρια.

Ειδικότερα, οι άνθρωποι δεν απομακρύνονται επειδή δεν εκτιμούν τη φροντίδα ή την αγάπη, αλλά γιατί όταν κάτι είναι αδιάκοπα διαθέσιμο, παύει να εντυπωσιάζει, να προκαλεί «αίσθηση» ή ευγνωμοσύνη. Η σχέση μοιάζει με μια σκηνή θεάτρου, όπου η ένταση και η προσμονή είναι που κρατούν το ενδιαφέρον ζωντανό, όταν όλα είναι δεδομένα και προβλέψιμα, το στοιχείο της έκπληξης εξαφανίζεται και κανείς δε θέλει είτε να ξαναδεί αυτό το έργο είτε να το συνεχίσει. Αποχωρεί. Η έλξη τρέφεται από το μυστήριο και την αίσθηση ότι υπάρχει πάντα κάτι καινούργιο να ανακαλύψει κανείς. Αντίθετα, η υπερβολική προσφορά χωρίς αντίκρισμα μπορεί να μοιάζει περισσότερο με συνήθεια παρά με επιθυμία.

Αλλά τι σημαίνει πραγματικά να είσαι ο δεδομένος της σχέσης; Ουσιαστικά, σημαίνει να νιώθεις ότι η παρουσία σου θεωρείται αυτονόητη, ότι οι προσπάθειές σου δεν αναγνωρίζονται, ότι η αγάπη σου γίνεται μια άχρωμη σταθερά, η οποία δεν προκαλεί κανένα συναίσθημα. Ο δεδομένος δεν είναι ο εκλεκτός, είναι ο προβλέψιμος, είναι αυτός που πάντα είναι εκεί, που πάντα δίνει, που ποτέ δεν προκαλεί αμφιβολία ή απουσία, και γι’ αυτό σταδιακά εξαφανίζεται στα μάτια του συντρόφου του. Η μεγαλύτερη αδικία προς τον «δεδομένο» σύντροφο δεν είναι μόνο ότι η αγάπη του θεωρείται δεδομένη, αλλά και ότι συχνά τιμωρείται γι’ αυτήν. Παρόλο που δίνει ό,τι έχει, προσοχή, φροντίδα, αφοσίωση, αντί να λάβει αναγνώριση, βιώνει την αδιαφορία∙ γίνεται ο άνθρωπος που δε χρειάζεται να κερδίσει κανείς, γιατί είναι ήδη εκεί.

Και ποιο είναι το τραγικό αποτέλεσμα; Αντί να εκτιμηθεί, χάνει την αξία του. Ο κόπος του δεν ανταμείβεται, αλλά αγνοείται. Η παρουσία του γίνεται φόντο στη ζωή του άλλου, σαν μουσική που κάποτε προκαλούσε ενθουσιασμό, αλλά τώρα παίζει αδιάφορα στο βάθος. Ο δεδομένος δεν έχει την πολυτέλεια να λείψει, να προκαλέσει προσμονή, να ξυπνήσει τον φόβο της απώλειας∙ είναι πάντα εκεί. Και η αγάπη που δίνεται άνευ όρων μετατρέπεται, άδικα, σε ένα βάρος.

Όμως, το μεγαλείο του βρίσκεται ακριβώς εκεί: στη διαρκή προσφορά, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει αντίκρισμα, ακόμα κι όταν κάθε λογική του φωνάζει πως πρέπει να σταματήσει, ελπίζοντας πως αν δώσει λίγη ακόμα αγάπη, λίγη ακόμα κατανόηση, κάτι θα αλλάξει ή τίποτα δεν θα αλλάξει. Δεν αγαπά με υπολογισμούς και τακτικές, αλλά με μια αυθεντική, ανεξάντλητη πίστη ότι η αγάπη μπορεί να νικήσει τα πάντα! Ο δεδομένος δεν προσποιείται απουσία για να αυξήσει την επιθυμία, δεν παίζει παιχνίδια ισχύος. Αγαπά με όλο του το είναι, με τρόπο που τον εξαντλεί, αλλά ταυτόχρονα του δίνει λόγο ύπαρξης και αυτό είναι που τον κάνει τραγικά όμορφο και σπουδαίο στα μάτια μου, ότι συνεχίζει να δίνει, ακόμα κι όταν ξέρει πως η αγάπη του πιθανώς δε θα εκτιμηθεί ποτέ όσο της αξίζει. Ο κόσμος λέει πως πρέπει να αγαπάμε με μέτρο, πως δεν πρέπει να δίνουμε περισσότερα απ’ όσα παίρνουμε. Ο δεδομένος, όμως, δε λειτουργεί έτσι. Αγαπά γιατί είναι στη φύση του, όχι γιατί περιμένει αντάλλαγμα. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη δύναμή του, αλλά και η μεγαλύτερη καταδίκη του.

Ωστόσο, από επιστημονική άποψη η υπερβολική δοτικότητα στις σχέσεις δεν αποτελεί απλώς συναισθηματική επένδυση, αλλά μια ασύμμετρη δυναμική, η οποία οδηγεί σε γνωστικά και συναισθηματικά μοτίβα αποστασιοποίησης. Σύμφωνα με τη Θεωρία της Ισορροπίας, η έλλειψη αναλογικότητας στη συνεισφορά ενός συντρόφου διαταράσσει το αίσθημα δικαιοσύνης και ισότητας στη σχέση. Ο «δεδομένος» σύντροφος συνεχίζει να προσφέρει, ακόμη κι όταν η ανταπόκριση είναι ελάχιστη ή μηδαμινή, ενώ η συναισθηματική κόπωση που προκύπτει από αυτήν την κατάσταση εξηγείται από τη Θεωρία της Συναισθηματικής Εξάντλησης, η οποία δείχνει πως όταν κάποιος επενδύει δυσανάλογα σε μια σχέση χωρίς να λαμβάνει αντίστοιχη ανταπόκριση, η συναισθηματική του ανθεκτικότητα μειώνεται. Ο δεδομένος σύντροφος νιώθει ότι βρίσκεται σε έναν φαύλο κύκλο υπερπροσφοράς, με την ψευδαίσθηση ότι περισσότερη αγάπη θα φέρει μεγαλύτερη ανταπόκριση. Στην πραγματικότητα, όμως, το φαινόμενο αυτό οδηγεί σε μειωμένη αυτοεκτίμηση, καθώς η έλλειψη αναγνώρισης των συναισθηματικών του επενδύσεων τον κάνει να αισθάνεται πως ό,τι κι αν κάνει, δεν είναι αρκετό. Ταυτόχρονα, η Θεωρία της Απώλειας Ενδιαφέροντος λόγω Προβλεψιμότητας εξηγεί γιατί το δεδομένο άτομο χάνει την ελκυστικότητά του στα μάτια του συντρόφου του, δηλαδή δηλώνει ότι η συνεχής διαθεσιμότητα και η έλλειψη οποιασδήποτε ανάγκης για «κατάκτηση» μειώνουν τη συναισθηματική διέγερση και το αίσθημα αβεβαιότητας που συντηρούν τον ενθουσιασμό. Ο εγκέφαλος μαθαίνει να προσπερνά τα σταθερά και δεδομένα ερεθίσματα, δημιουργώντας έτσι ένα αίσθημα βαρεμάρας και συναισθηματικού κορεσμού στον αποδέκτη της αγάπης!

Έτσι, για να υπάρξει αυτή η ισορροπία, η αλλαγή πρέπει να έρθει εκ των έσω και όχι ως στρατηγική για να διατηρηθεί το ενδιαφέρον κάποιου άλλου.

Κράτα κάτι για τον εαυτό σου. Η ανεξαρτησία δε σημαίνει αποστασιοποίηση, αλλά αυτοεκτίμηση, καθώς οφείλεις στον εαυτό σου να διατηρείς κομμάτια της ζωής σου που σε γεμίζουν, χωρίς να νιώθεις ενοχές αν δεν τα μοιράζεσαι όλα.

Μη φαίνεσαι συναισθηματικά εξαρτημένος. Η σχέση δεν είναι το οξυγόνο σου, είναι απλώς μια πτυχή της ζωής σου. Όταν η αυταξία σου εξαρτάται αποκλειστικά από την ανταπόκριση ενός άλλου ανθρώπου, του παραδίδεις περισσότερη δύναμη απ’ όση του αναλογεί.

Διατήρησε το μυστήριο. Το μυστήριο δεν αφορά παιχνίδια, αλλά διατήρηση μιας ζωής που δεν περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από τη σχέση. Οι άνθρωποι ελκύονται από όσους συνεχίζουν να έχουν ενδιαφέροντα κι έναν κόσμο δικό τους.

Μην κάνεις υπερβολικές θυσίες. Η αυτοθυσία δεν είναι συνώνυμη της αγάπης. Αν πρέπει να διαγράψεις την προσωπικότητά σου για να είσαι αρεστός, τότε δεν πρόκειται για αποδοχή, αλλά για ακύρωση του εαυτού σου. Η πραγματική αγάπη δε σε θέλει λειψό ή μισό, αλλά ολόκληρο.

Βέβαια, η αγάπη δεν είναι μαθηματική εξίσωση, αλλά υπάρχει ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται στις σχέσεις. Μία αντίστροφη θεωρία αγάπης, που όσο περισσότερα δίνεις τόσο λιγότερα παίρνεις. Κι αν εσύ που διαβάζεις αυτά τα λόγια έχεις αισθανθεί ποτέ δεδομένος/η, αν έχεις δώσει και δεν πήρες πίσω, αν πίστεψες πως η αγάπη σου δεν είχε την αξία που της άξιζε, να ξέρεις πως δεν είσαι μόνος. Δεν είσαι αόρατος. Δεν είσαι λίγος. Σε βλέπω, σε ακούω και σε εκτιμώ. Αν κανείς άλλος δε σε αγάπησε όπως σου άξιζε, εγώ σε αγαπώ. Γιατί αυτοί που δίνουν χωρίς μέτρο, είναι αυτοί που κρατούν τον κόσμο λίγο πιο όμορφο.

Συντάκτης: Έρρικα Στ. Παπαδημητρίου