

Από μπρος Γιόγκι, από πίσω Ζόμπι.
Κάπως έτσι τελειώνουν οι σχέσεις που ξεκίνησαν με «σου άνοιξα τα τσάκρα» και κατέληξαν με «σου ρούφηξα την ψυχή», αλλά και τα ευρώ θα πω εγώ. Ο γλυκός και ψαγμένος πρώην∙ εκείνος που σου μίλησε για ενσυναίσθηση, διαφορετικά μονοπάτια, και ψυχική σύνδεση, ενώ στην πραγματικότητα απλώς ήθελε να κοιμάται σπίτι σου χωρίς να πληρώσει ρεύμα ή συνέπειες.
Οπότε.. Βάλε το «Γιόγκι Ζόμπι» της Ματούλα Ζαμάνη στο repeat κι έλα να μιλήσουμε για εκείνους που φόρεσαν την ενσυναίσθηση για να κρύψουν πως η ψυχή τους είναι ένα φθηνό Airbnb χωρίς καν Wi-Fi, μέσα από τα λόγια της Ματούλας.
Αρχικά, η Ματούλα Ζαμάνη, μέσα σε δύο λεπτά στον Λαζόπουλο, έκανε πιο δυνατή ψυχολογική διάγνωση απ’ ό,τι δέκα συνεδρίες σε group therapy με πράσινο τσαγάκι. Ξεκινώντας την ιστορία της, «Μου είπε ότι είναι φωτογράφος και ασυλλέκτης», είπε. Κι εκείνη, όπως τόσοι από εμάς, δεν άκουσε το «α-». Μόνο ένα γραμματάκι. Ένα φωνήεν μαχαιριά, που μπήκε από το αυτί και βγήκε από την καρδιά τελικά. Εκείνη το πήρε ρομαντικά, συλλέκτης στιγμών, συλλέκτης έρωτα. «Φτιάχτηκα», είπε. Και ναι, το ‘χουμε πάθει όλοι. Να φτιαχνόμαστε με μια λέξη! Να κολλάμε πάνω σ’ έναν τύπο ή τύπισσα που δεν έκανε τίποτα ουσιαστικά και ακριβώς γι’ αυτό τον/την ερωτευτήκαμε. Δεν πίεζε. Δεν έδειχνε σημάδια τοξικότητας. Απλώς δεν έδειχνε τίποτα και το τίποτα, αν το πασπαλίσεις με λίγο μυστήριο, μπερδεύεται εύκολα με το «ο τυπάς έχει βάθος»! Αυτός ήταν ο άνθρωπος που αντί για περιεχόμενο, κρατούσε ένα ρημαδοσακίδιο με το «πάμε κι όπου βγει», όπως συμβαίνει όλα σε αυτήν τη χώρα. Δεν έψαχνε σχέση. Έψαχνε άσυλο. Όχι από τον κόσμο, από τον εαυτό του.
«Συναισθηματικό Airbnb» λοιπόν, έτσι θα τον βαφτίσουμε! Να μπει, να κουρνιάσει, να φορτίσει και να εξαφανιστεί χωρίς να αφήσει φως αναμμένο. Κι όταν κατάλαβε ότι η εικόνα του «ευαίσθητου» περνάει, την αγόρασε χοντρική. «Το είχα καταλάβει το τσιπικάο», λέει η Ματούλα, «αλλά λέω άστο, μπορεί να έχεις δικό σου τραύμα». Κλασική στιγμή, όπου βλέπεις το red flag να χορεύει ψυχεδελικά μπροστά σου, αλλά εσύ, επειδή έχεις ήδη διαβάσει για ψυχικά φορτία και συναισθηματική κακοποίηση στο Instagram, κάθεσαι και το βαφτίζεις «παιδική πληγούλα». Έπειτα, όχι απλώς το ανέχεσαι∙ το αγκαλιάζεις! Το σώζεις, μπας και σωθείς κι εσύ μαζί από τη μοναξιά-παγωνιά που έχει πέσει έξωθεν. Η Ματούλα όμως τα είπε όλα! Δεν ήταν συλλέκτης στιγμών, ήταν «ασυλλέκτης συνέπειας». Δεν ήθελε να κρατήσει τίποτα. Ούτε εμπειρία, ούτε ευθύνη, ούτε ανάμνηση. Έψαχνε άσυλο κι όχι μόνο συναισθηματικό. Ήθελε σπίτι να καβατζωθεί ή, όπως το έθεσε η ίδια, «άσυλο από αυτά που τα κάνεις όλα, ό,τι θες, και μετά τα σβήνεις».
Τον ήξερε τον τύπο. Τον έχουμε όλοι γνωρίσει. Από εκείνους που εμφανίζονται χαμηλών τόνων, φαινομενικά γλυκούληδες, με μια στάση τύπου «έλα αγάπη μου» και μόνιμο το vibe του καλού παιδιού που δε ζητάει τίποτα, χαμογελαστούλης που λες «φίλε τι τυχερός/τυχερή στάθηκα τελικά! Ουάο!». Που κάνει το «πάμε μια βόλτα;» να ακούγεται σαν πράξη αγάπης, ενώ απλώς δε θέλει να πληρώσει delivery στο δικό του σπίτι. Και στην τελική, φτάνεις να μην ξέρεις τι βλέπεις μπροστά σου. Γιόγκι ή ζόμπι; Από μπροστά σου σκάει ένα «καλησπέρα» με το emoji της καρδούλας, κι από πίσω, σε έχει γραπώσει η καβουροδαγκάνα και αναρωτιέσαι «τι στο καλό με ενοχλεί τώρα;».
Όμως, μη γελιόμαστε. Η ιστορία της Ματούλας δεν ανήκει στις ρομαντικές απογοητεύσεις που εξηγούνται με τη φράση «δεν ήξερε τι ήθελε». Αντιθέτως, αποτελεί υπόδειγμα χειρισμού, εκείνου του είδους που κρύβεται πίσω από χαμηλούς τόνους, υποκριτική ενσυναίσθηση και στοχευμένη συναισθηματική αθωότητα. Ο συγκεκριμένος άντρας δεν ήταν απλώς καλός∙ ήταν εκπαιδευμένος στο να παρουσιάζει μια εικόνα συμβατή με τις προσδοκίες της απέναντι πλευράς, χωρίς να αποκαλύπτει τίποτα από τον πραγματικό του εαυτό. Στην περίπτωση αυτή, η θεωρία του Goffman περί παρουσίασης εαυτού δεν αποτελεί απλώς θεωρητικό υπόβαθρο, αλλά ανατομία συμπεριφοράς. Η προσωπικότητα του ανθρώπου αυτού δεν προβάλλεται αυθόρμητα, αλλά κατασκευάζεται ως σκηνική περσόνα.
Η λέξη «ασυλλέκτης» δεν ειπώθηκε τυχαία∙ εκφωνήθηκε με τρόπο που ενσωματώνει μια βαθύτερη γνώση πως η απέναντι πλευρά θα θελήσει να τη νοηματοδοτήσει. Δεν υπήρξε κανένα ψέμα, μόνο στρατηγικά τοποθετημένα ημίμετρα, σχεδιασμένα να επιτρέψουν στην άλλη πλευρά να γεμίσει τα κενά με φαντασία, λαχτάρα και συναίσθημα. Δεν εμφανίστηκε ποτέ απόμακρος. Αντιθέτως, προσέφερε τρυφερότητα, ηρεμία και σταθερή υποδοχή, χωρίς ποτέ να δώσει κάτι συγκεκριμένο. Η ενσυναίσθησή του υπήρξε απόλυτα υπολογισμένη, τόσο ώστε να δημιουργεί την αίσθηση ότι είναι παρών, χωρίς ποτέ να είναι πραγματικά διαθέσιμος.
Η συμπεριφορά αυτή, όσο ήρεμη κι αν μοιάζει, φέρει μέσα της όλα τα στοιχεία της dark triad στη σύγχρονη, κοινωνικά αποδεκτή εκδοχή που φοράει κουλτούρα και γαλήνη αντί για έλεγχο και βία. Ο ναρκισσισμός του δεν εκδηλώθηκε ως αυταρέσκεια, αλλά ως ανάγκη να λειτουργούν όλα υπέρ του χωρίς να εκτεθεί. Ο μακιαβελισμός του δε βασίστηκε σε χειριστικά τεχνάσματα, αλλά στην απόλυτη ελευθερία που αποκτά κάποιος όταν δεν υπόσχεται τίποτα και, επομένως, δεν οφείλει τίποτα. Η ψυχοπάθειά του δεν εκδηλώθηκε μέσα από βία ή ψυχρότητα, αλλά μέσα από την αδιαφορία για το πώς νιώθει ο άλλος, την έλλειψη χωρίς καμία συναισθηματική επίπτωση. Δεν ένιωθε κάτι, όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή δεν ήθελε να δεθεί με τίποτα που να τον ξεβολεύει!
Συνεπώς, όλοι δεν την πατήσαμε επειδή δεν καταλάβαμε. Την πατήσαμε επειδή, εκείνη τη στιγμή, είχαμε ανάγκη να πιστέψουμε ότι κάποιος μπορεί να είναι αληθινός. Να ακουμπήσουμε σε κάτι που έμοιαζε σταθερό, τρυφερό, διαθέσιμο. Δεν ήταν θέμα αφέλειας. Ήταν ανάγκη! Όπως είπε και η Ματούλα «είχα ανάγκη να φτιαχτώ». Δε φτιαχτήκαμε από τον άλλον. Φτιαχτήκαμε από τη στιγμή. Από την ελπίδα. Από τη δυνατότητα. Δεν ήμασταν τυφλοί. Ήμασταν πρόθυμοι. Αυτό που προσφέρει εκείνος ο τύπος το πήραμε για κάτι περισσότερο, γιατί μέσα μας υπήρχε χώρος για κάτι περισσότερο και δε χρειάζεται να ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Η πρόθεση να πιστέψεις πως κάποιος είναι αυτό που εύχεσαι, είναι ανθρώπινο. Το να το παραδεχτείς, όμως, είναι γενναίο!
Έτσι, την επόμενη φορά που κάποιος θα σου πει «πάμε μια βόλτα;», πριν απαντήσεις, κοίτα τον καλά, ρώτα πρώτα πού, πότε και με τι καύσιμο; Έρωτας ή βόλεμα; Μερικοί δε θέλουν να σε γνωρίσουν, θέλουν να ξεκουραστούν από τον ίδιο τους τον εαυτό πάνω σου. Κι όπως λέει και η ίδια η Ματούλα «μου μιλάς για μονοπάτι… μα το ευρώ έχεις στο μάτι». Δεν είναι όλοι οι πρώην «κακοί». Μερικοί απλώς είναι «ψιλοεπιδοτούμενοι» από την ανάγκη σου να πιστέψεις ότι θα γίνει αλλιώς. Όμως, ο Γιόγκι Ζόμπι δε χρειάζεται εκδίκηση. Δε χρειάζεται αποδείξεις. Δε χρειάζεται απαντήσεις. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μείνει πίσω μόνος στο τίποτα. Τον αποχαιρετάς χωρίς δράμα κι αν δεν μπορείς, τουλάχιστον γράφεις. Ένα τραγούδι. Ένα άρθρο. Ένα ποστ. Οτιδήποτε σε βοηθά να θυμάσαι πως, την επόμενη φορά, δε θα πεις «ναι» στον ρόλο!
Σ’ αυτό το σημείο, ένα ύψιστο ευχαριστώ στη Ματούλα, γιατί έβαλε φωνή στο τραύμα μας, beat στο ένστικτό μας και στιχάκι στο φάκελο «ποτέ ξανά».