«Το ξέρω ότι λες ψέματα, αφού σε έχω γεννήσει»
Ποιος δεν έχει ακούσει την παραπάνω φράση έστω και μία φορά στη ζωή του; Παραδεχτείτε το, μην το αρνείστε. Όλοι κάποτε βρεθήκαμε απέναντι απ’ τον μπαμπά ή τη μαμά μας να προσπαθούμε να τους πείσουμε για το αντίθετο των ισχυρισμών τους κι εκείνοι με μια εντυπωσιακή ευκολία να μάς αποδεικνύουν πως ξέρουν την πάσα αλήθεια, όχι, γιατί μάς είδαν να κάνουμε εκείνη τη σκανταλιά, για την οποία μάς κατηγορούν, ή γιατί μάς μαρτύρησε κάποιος τρίτος, αλλά γιατί ξέρουν την αλήθεια από ένστικτο, επειδή είναι γονείς.
Ένας απλός άνθρωπος απ’ τη στιγμή που γίνεται γονιός αποκτά μία τρομερή υπερδύναμη. Μπορεί –δηλαδή είναι ικανός– να γνωρίζει τα πάντα για το παιδί του. Ένας γονιός, με έναν σχεδόν γοητευτικό τρόπο, είναι σε θέση να ξέρει πότε το παιδί του λέει ψέματα ή πότε είναι, πράγματι, ευτυχισμένο με την ίδια ευκολία που ξέρει ότι έχει 38.1 πυρετό, χωρίς να του έχει βάλει θερμόμετρο, απλά αγγίζοντάς το απαλά στο μέτωπο.
Τι σου είναι η γονεϊκότητα, όμως! Ο γονιός, για να προστατεύσει το παιδί του, αποκτά απροσδιόριστες ικανότητες και υπερδυνάμεις. Στην προσπάθειά του να απομακρύνει τους κινδύνους και τους κακοπροαίρετους εισβολείς που απειλούν την ακεραιότητα του παιδιού του, αναπτύσσει μαγικά ένστικτα και μηχανισμούς, που τον ειδοποιούν κάθε φορά που η λύπη και η στεναχώρια απειλούν να κυριεύσουν την καρδιά του παιδιού τους.
Αυτό συμβαίνει και κάθε φορά που ένας άνθρωπος ενδύεται τον (ιερό) μανδύα της φιλίας και σε κάνει να αμφιβάλλεις για τον εαυτό σου, να σκέφτεσαι πως είσαι λίγος, πως δεν μπορείς να τα καταφέρεις, κάθε φορά που κάποιος φίλος σε γεμίζει με συναισθήματα ενοχής, προσδοκίας, απογοήτευσης, ο γονιός (σου) το αντιλαμβάνεται πριν καν το παραδεχτείς εσύ στον εαυτό σου. Βλέπει πως σε αυτή τη φιλία εσύ είσαι η αντλία κι αυτός η δεξαμενή, το ντεπόζιτο. «Παιδί μου, δεν είναι αληθινή αυτή η σχέση» Και, όντως, δεν είναι. Γιατί οι φίλοι υπάρχουν για να μάς γεμίζουν χαρά κι εχέγγυα ασφαλείας κι αγάπης κι όχι αισθήματα μειονεξίας και κατωτερότητας.
Θες η εμπειρία ζωής, η έμφυτη καχυποψία, το έρμο το γονεϊκό το ένστικτο, ό,τι κι αν είναι πάντως, ο γονιός έχει την υπερδύναμη να αναγνωρίζει ποιοι είναι οι φίλοι του παιδιού του, που σε μια δύσκολη στιγμή θα ανησυχήσουν και σε μα χαρούμενη περίσταση θα χαρούν με την ψυχή τους. Ο γονιός αισθάνεται τον κατ’ επίφαση φίλο, εκείνον που εμφανίζεται μόνο όταν έχει ίδιον όφελος, που ζηλεύει, ανταγωνίζεται και χαίρεται με την αποτυχία του φίλου του. Ο γονιός καταλαβαίνει τους fake φίλους των παιδιών του. Μη ρωτήσετε γιατί. Κανείς δεν ξέρει. Είναι κι αυτό μία από τις υπερδυνάμεις των γονιών.
Οι γονείς μας ξέρουν τα πάντα και μπορούν να μάς προστατεύουν από τα πάντα, αυτός είναι ο ρόλος τους. Βέβαια, τα πράγματα μπορεί να μην ακριβώς έτσι, διότι και οι γονείς μας είναι άνθρωποι και έχουν κι αυτοί αδυναμίες και τρωτά σημεία και πολλές φορές κι αυτοί κάνουν λάθη. Λάθη στην ανατροφή των παιδιών, στη δουλειά στον γάμο και, φυσικά, στην οικογένεια.
Μεγάλη αρρώστια για την Ελλάδα η οικογένεια. Η οικογένεια που είναι συχνά μια υποχρέωση, ένα βάρος. Μεγάλα λάθη έχουν συντελεστεί διαχρονικά και συντελούνται μέχρι και σήμερα στο όνομα της οικογένειας. Οι γονείς μας, πολλές φορές, για να μη στεναχωρήσουν εκείνη τη θεία, την ξεχασμένη ξαδέρφη ή τον παππού, έχουν αναγκαστεί να υποχωρήσουν και να κάνουν το χατίρι εκείνου του συγγενή. «Έλα αγάπη μου, δώσε ένα φιλάκι στη θεία που σ’ αγαπάει». Που ξέρεις ότι δε σε αγαπάει.
Μέχρι που εξωτερίκευσες ό,τι αισθανόσουν κι όχι, δεν ήταν ούτε η παιδική σου αφέλεια, ούτε η άγνοια συναισθημάτων που σε έκαναν να πεις τόσο κυνικά πως δε συμπαθείς αυτόν τον συγγενή που εμφανίζεται μόνον στις γιορτές και σου λέει πως σ’ αγαπάει και θέλει το καλό σου. Ήταν το ένστικτό σου, το παιδικό και πηγαίο, που σου έλεγε πως αυτός ο ξάδερφος κι αυτή η θεία δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για σένα, δεν τους νοιάζει στ’ αλήθεια πως έγραψες σε εκείνο το διαγώνισμα ή αν είσαι πραγματικά ευτυχισμένος, ακόμη κι αν δηλώνουν στις οικογενειακές μαζώξεις το παρόν. Ξέρεις βαθιά μέσα σου, ως παιδί, πως υπάρχουν συγγενείς (και γενικότερα άνθρωποι) που ενώ είναι παρόντες είναι απελπιστικά απόντες. Ξέρεις πως αυτοί οι συγγενείς είναι fake και δεν υπάρχει κανένας λόγος να υπάρχουν στη ζωή τη δική σου και των γονιών σου. Κι αυτή είναι η υπερδύναμή σου.
Τα παιδιά καταλαβαίνουν τα πάντα. Νιώθουν τα πάντα και, κυρίως, τα συναισθήματα. Ξέρουν να διαισθάνονται και να εντοπίζουν την αγάπη, την τρυφερότητα, το νοιάξιμο και είναι ικανά να τα διαχωρίζουν από τη δηθενιά και τις υποκριτικές χαιρετούρες κι αγκαλιές, που απλόχερα μοιράζουν οι fake συγγενείς στην προσπάθειά τους να έρθουν (και καλά) πιο κοντά τους. Οι γονείς έχουν την υπερδύναμη να καταλαβαίνουν τους fake φίλους των παιδιών τους με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που τα παιδιά τους έχουν την υπερδύναμη να καταλαβαίνουν αμέσως τους fake συγγενείς.
Έτσι, οι γονείς προστατεύουν τα παιδιά και τα παιδιά προστατεύουν τους γονείς και κάπως έτσι δημιουργείται η σχέση γονέα και παιδιού. Γι’ αυτό ποτέ δεν πρέπει να μιλάμε γι’ αυτή τη σχέση σαν να πρόκειται για μία απλή συγγένεια. Μάλλον, επιβάλλεται να την τοποθετήσουμε πολύ ψηλά στις αρετές του ανθρώπου. Το αξίζει άλλωστε.