Αχ αυτοί οι άνθρωποι! Να μην μπορούν να κάτσουν σε μια μεριά, να έχουν πάντα την περιέργεια για τ’ άγνωστο, ν’ αναζητάνε διαρκώς ό,τι καλύτερο για εκείνους. Κι έτσι οι άνθρωποι φεύγουν και τολμούν να ονειρευτούν. Φεύγουν να σπουδάσουν, ν’ αναζητήσουν καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες με την ελπίδα να διαμορφώσουν τη ζωή τους όπως εκείνοι θέλουν, για έναν έρωτα ακόμη. Αυτό λοιπόν είναι ένα κείμενο για όλους εμάς που έχουμε φύγει μακριά απ’ τους δικούς μας, για όλους εσάς που έχετε έναν δικό σας άνθρωπο στο εξωτερικό και για όσους ετοιμάζονται ν’ αποχωριστούν σύντομα την πατρίδα τους.
Υπάρχουν δύο κύριες αντιλήψεις όσον αφορά τη μετανάστευση. Κάποιοι προτιμούν να μείνουν στην πατρίδα τους, πιστεύοντας ότι εκεί βρίσκεται η ομορφιά κι η οικειότητα που δεν μπορεί να προσφέρει καμία άλλη χώρα. Άλλοι, όμως, θεωρούν ότι η ευκαιρία κι η αναζήτηση της καλύτερης ζωής βρίσκεται σε ξένους τόπους. Κάθε μέρα, στην πατρίδα τους, φαίνεται να φέρνει νέες δυσκολίες και προβλήματα, ενώ η ιδέα του ν’ αναχωρήσουν για να εξερευνήσουν καινούργιους ορίζοντες τους φαίνεται πιο ελκυστική.
Υπάρχει αυτή η ψευδαίσθηση πως όσοι έχουν φύγει στο εξωτερικό κάνουν ζωάρα. Σε ζηλεύουν που έχεις την ευκαιρία να ταξιδέψεις τον κόσμο, να γνωρίσεις νέους ανθρώπους, να ζήσεις διαφορετικές, μοναδικές εμπειρίες. Φωτογραφίες με πάρκα, φαγητά, αξιοθέατα, αρχιτεκτονική, ταξίδια εδώ κι εκεί. Και ναι όντως, εν μέρει αυτό είναι μεγάλη αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται να ξεχνούν πολλοί πως δεν έχεις φύγει για ταξίδι αναψυχής αλλά πήγες εκεί για να σπουδάσεις ή να δουλέψεις. Στρεσάρεσαι με τη νέα γλώσσα, τους νέους κανόνες, τη γραφειοκρατία. Ίσως, να είναι και λίγο εκνευριστικό μερικές φορές όταν ακούς τη φράση: «εσύ δεν έχεις ανάγκη, ξέφυγες από εδώ, ξέρεις πόσοι θα ζήλευαν τη θέση σου».
Μία τέτοια αλλαγή μπορεί να φέρει μαζί της μια σειρά από συναισθηματικές δυσκολίες, απόσταση απ’ τα αγαπημένα πρόσωπα μπορεί να επιφέρει ένα αίσθημα μοναξιάς που δεν είχες προβλέψει. Ξαφνικά γίνεσαι η θεία που πάντα λείπει, η κόρη που απουσιάζει απ’ τις γιορτές και τα οικογειακά τραπέζια, ο φίλος που θα πει: «τα λέμε πάλι όταν ξανάρθω». Όσο εσύ κάνεις τη ζωάρα που όλοι νομίζουν πως κάνεις, χάνεις τα γενέθλια των φίλων σου, μικρές επιτυχίες, επαγγελματικές και προσωπικές, των δικών σου ανθρώπων, πτυχία, γάμους. Ακόμα και στα δυσάρεστα δεν είναι εύκολο να είσαι εκεί να συμπαρασταθείς, αρκείστε όλοι σε μία φωνητική κλήση. Δεν είσαι εκεί να συγχαρείς, δεν είσαι εκεί να πάρεις μια αγκαλιά όταν συμβαίνει κάτι άσχημο, ούτε να σε πάρουν. Και σχεδόν κάθε βιντεοκλήση κι ένας κόμπος στον λαιμό. Κάποιες μέρες θα είναι πιο εύκολες, κάποιες μέρες πιο δύσκολες.
Οι δυνατότητες να εκφραστείς και να επικοινωνήσεις με τους αγαπημένους σου μειώνονται κι αυτό μπορεί να προκαλέσει ξεσπάσματα συναισθημάτων και τύψεις. Περιμένεις το μηνιαίο σουσου με φίλους πώς και πώς. Έχεις τόσα νέα να τούς πεις, όμως δεν μπορούν πάντα να καταλάβουν. Δεν ξέρουν για ποιους μιλάς, σε ποιους αναφέρεσαι. Και σε πιάνεις κι εσένα να κουράζεσαι να εξηγείς, να σού εξηγούν και γενικότερα μ’ όλη αυτή την προσπάθεια να διατηρηθεί η ζωή σας εκεί που την αφήσατε την τελευταία φορά που μιλήσατε. Γυρνάς σπίτι και συνειδητοποιείς ότι όλοι προχωράνε τις ζωές τους. Δεν είσαι πλέον ενεργό μέλος τους.
Ίσως, νιώθεις και τύψεις που αρχίζεις και χτίζεις κάτι μακριά απ’ το σπίτι σου. Τύψεις που πλέον το σπίτι σου δεν το νιώθεις σαν να είναι το ιερό σου μέρος σου κι ο νέος σου χώρος πάλι δεν είναι ακριβώς σαν το σπίτι σου. Τύψεις που σχεδιάζεις ένα μέλλον μακριά τους. Κάθε αποχαιρετισμός στο αεροδρόμιο και πιο δύσκολος, πότε θα τους ξαναδείς άραγε;
Τη στιγμή που πας να ζήσεις σε μια άλλη χώρα δεν είσαι πλέον τουρίστας ούτε και ντόπιος. Βρίσκεσαι μεταξύ της παλιάς και νέας σου ζωής, θα νιώθεις πως ανήκεις κάπου και ταυτόχρονα πουθενά. Θα νιώθεις πως σού λείπει το σπίτι σου αλλά κι ότι ταυτόχρονα είσαι σπίτι. Μερικές μέρες θα μετανιώνεις για την απόφαση που έχεις πάρει και θα θέλεις απλά να γυρίσεις πίσω και ν’ αγκαλιάσεις τους γονείς σου. Άλλες μέρες θα είσαι ευγνώμων για τις ευκαιρίες που σού δόθηκαν και που δεν έχουν πολλοί τη δυνατότητα να έχουν. Μερικές μέρες δε θα υπάρχει κάτι ενδιάμεσο.
Όπως και να έχει, το γεγονός πώς έφυγες να ζήσεις κάπου αλλού είναι θαρραλέο. Είτε έφυγες μόνος σου, είτε μαζί με κάποιον άλλον, για λίγο ή για πολύ, για κάπου μακριά ή πιο κοντά, θέλει κότσια να τ’ αφήσεις όλα, υλικά και συναισθήματα, και να φύγεις. Ένα κομμάτι σου θα είναι πάντα μαζί τους, με τους ανθρώπους τους δικούς σου -εννοείται αυτό. Όμως μην ξεχνάς πως έχεις φύγει για να φροντίσεις τον εαυτό σου, να κάνεις ίσως ένα όνειρο πραγματικότητα, να δοκιμάσεις κάτι καινούριο.
Γιατί το να σηκωθείς μια μέρα, να πακετάρεις τη ζωή σου και να τη μεταφέρεις αλλού, ε όπως και να το κάνουμε είναι απ’ τα πιο γενναία πράγματα που μπορεί να κάνει κάποιος.
Επιμέλεια κειμένου: Ανδρέας Πετρόπουλος