Δεύτερες ευκαιρίες. Είναι άραγε κάτι που ακολουθεί ένα λάθος κι ένα ατόπημα ή πρόκειται για κάτι που είναι σχεδόν απαραίτητο να δοθεί ιδιαίτερα στα σπάργανα μιας σχέσης; Πόσο πρόθυμοι είμαστε να δίνουμε δεύτερες ευκαιρίες και πόσο προκατειλημμένοι είμαστε όταν ακούμε τον όρο; Είναι σημαντικό να προσεγγίσουμε το θέμα και από τις δύο πλευρές, από τον άνθρωπο που καλείται να δώσει μια επιπλέον ευκαιρία αλλά και από την οπτική εκείνου που τη χρειάζεται.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με εκείνον που επιλέγει να χαρίσει μια ευκαιρία. Τι είναι αυτό που τον κάνει να λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο και τι επιδιώκει; Ίσως σε κάποιες περιπτώσεις δίνοντας αυτήν την ευκαιρία, περισσότερο να σκεφτόμαστε τον εαυτό μας. Αρνούμαστε να αποδεχτούμε ότι κάποιος συμπεριφέρθηκε με τρόπο που δεν ταιριάζει σε εμάς, στην ιδιοσυγκρασία και στη νοοτροπία μας και αποφασίζουμε πως μάλλον ήταν ατόπημα, κάτι που υπό άλλες συνθήκες δε θα συνέβαινε. Οπότε στην προκειμένη, θεωρούμε ότι αρμόζει μια δεύτερη ευκαιρία στον άλλον, μάλλον για να του δώσουμε την ευκαιρία να συμπεριφερθεί με τρόπο πιο ταιριαστό σε εμάς. Σίγουρα αυτή η λογική δεν ισχύει για όλες τις καταστάσεις, ούτε εφαρμόζεται σε όλους τους ανθρώπους. Είναι όμως αρκετά πιθανό ότι όχι μόνο ισχύει, αλλά και διέπει τη λογική με βάση την οποία η δεύτερη ευκαιρία δίνεται στην αρχή μιας σχέσης.
Η γνωριμία μας με έναν άνθρωπο δημιουργεί προσδοκίες και φιλοδοξίες. Όταν λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι μάλλον οι προσδοκίες αυτές δεν ανταποκρίνονται στα δεδομένα, αρνούμαστε να τα παρατήσουμε. Δε δεχόμαστε το ενδεχόμενο της αποτυχίας και αντλούμε δύναμη από την, ανακουφιστική σχεδόν, λυτρωτική δεύτερη ευκαιρία. Πείθουμε τον εαυτό μας ότι αυτήν τη φορά δε θα επαναληφθεί αυτό το οποίο μας δυσαρέστησε, πολλώ δε μάλλον όταν πρόκειται για έναν άνθρωπο που μόλις μπήκε στη ζωή μας. Και όντως σε κάποιες περιπτώσεις λειτουργεί! Η ευκαιρία αυτή που δώσαμε έπιασε τόπο και αποδείχθηκε απαραίτητη. Ευγνωμονούμε τον εαυτό μας για αυτήν την απόφαση, καθώς υπό άλλες συνθήκες η απουσία αυτής της ευκαιρίας θα είχε αποβεί μοιραία! Πιθανόν θα χάναμε έναν άνθρωπο από τη ζωή μας λόγω μιας κακής πρώτης εντύπωσης.
Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά, αυτή του ατόμου που αναζητά τη δεύτερη ευκαιρία. Τι τον κάνει να κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση και τι προσπαθεί να πετύχει; Εδώ τα πράγματα είναι λίγο πιο απλά, καθώς τις περισσότερες φορές η διεκδίκηση μιας δεύτερης ευκαιρίας σημαίνει «θέλω να επανορθώσω». Να επανορθώσουμε είτε μετά από ένα λάθος ή ένα παραστράτημα, είτε να επανορθώσουμε αλλάζοντας την άποψη του άλλου για εμάς. Τις περισσότερες φορές βέβαια, δεν πρόκειται για λάθος, ειδικά όταν πρόκειται για τα πρώτα βήματα μιας σχέσης, παρά για εξωτερίκευση του ποιοι πραγματικά είμαστε. Δεν πράττουμε εσφαλμένα, είμαστε ο εαυτός μας, απλά δεν παίρνουμε την έγκριση στην οποία ελπίζαμε. Βλέπουμε τη διαφωνία στα όσα θεωρούσαμε φυσιολογικά και σε μια προσπάθεια να απολογηθούμε, ζητάμε μια δεύτερη ευκαιρία. Κάποιοι από εμάς θα την πάρουμε και θα την αξιοποιήσουμε στο μέγιστο. Θα μάθουμε από το «λάθος μας» και θα προσαρμοστούμε. Κάποιοι άλλοι θα τη μετουσιώσουν σε ένδειξη μη συμβατότητας με τον άλλον. Θα καταλάβουν ότι δεν μπορούν ή δε θέλουν τελικά να συμβιβαστούν ή να προσαρμοστούν.
Και στις δύο περιπτώσεις είναι ξεκάθαρο πόσο απαραίτητη είναι αυτή η δεύτερη ευκαιρία, ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε στην αρχική γνωριμία δύο ανθρώπων. Εξυπηρετεί στο να κατανοήσουμε τον άλλον, να δούμε ποιος είναι και πώς λειτουργεί, πώς αλληλεπιδρούμε. Ίσως τελικά, αν μέναμε στην πρώτη εντύπωση οι μισοί και παραπάνω έρωτες να μην είχαν συμβεί ποτέ.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη