Η οικογενειακή εστία θεωρείται ως η ζεστή φωλιά όπου τα παιδιά βρίσκουν την ασφάλεια και τη θαλπωρή από τους γονείς, την αγκαλιά που χρειάζονται για να μεγαλώσουν και ν’ αναπτύξουν τις δικές τους δυνάμεις. Μέσα στην οικογένεια ο καθένας νιώθει ότι μπορεί να βρει το χέρι που ψάχνει για να πιαστεί και ν’ ανοίξει τα φτερά του για να πετάξει. Δυστυχώς, όμως, όπως συμβαίνει και με πολλές άλλες καταστάσεις στη ζωή, η ειδυλλιακή αυτή περιγραφή δε βιώνεται από όλα τα παιδιά του κόσμου. Υπάρχουν οικογένειες που είναι η ζωντανή εικόνα της φρίκης και της δυστυχίας, του πόνου και του μαρτυρίου, όπως η οικογένεια Τέρπιν.
Οι Τέρπιν υποστήριζαν το θρησκευτικό κίνημα Κουίβερφουλ που προωθούσε την απόκτηση πολλών παιδιών, γι’ αυτό κι έκαναν μεγάλη οικογένεια. Σε όλες τις φωτογραφίες που αναρτούσαν οι γονείς στα κοινωνικά δίκτυα, τα παιδιά είναι όμοια ντυμένα και με όμοια κουρέματα.Το 2018, η παγκόσμια κοινότητα κλονίστηκε από την ιστορία που είδε το φως της δημοσιότητας κι αφορούσε στα βασανιστήρια που περνούσαν για χρόνια τα 13 παιδιά της οικογένειας Τέρπιν στις Η.Π.Α. Ο Ντέιβιντ κι η Λουίζ Τέρπιν ήταν οι κηδεμόνες στο «σπίτι του τρόμου», όπου τα παιδιά τους έζησαν για χρόνια καταστάσεις που ήταν, λες, βγαλμένες από ταινία θρίλερ.
Τα μαρτύρια που περνούσαν τα παιδιά της οικογένειας Τέρπιν αποκαλύφθηκαν όταν η μια κόρη, η 17χρονη τότε Τζόρνταν, κατάφερε να δραπετεύσει από την οικογενειακή φυλακή και να ειδοποιήσει την αστυνομία. Εκείνη ήταν που οργάνωνε την απόδραση για 2 ολόκληρα χρόνια και που τελικά κατάφερε να ελευθερώσει τα 12 αδέλφια της από το αρρωστημένο περιβάλλον στο οποίο μεγάλωναν και τα οποία είχαν ηλικίες μεταξύ 2 και 29 ετών. Τα όσα αντίκρισαν κι άκουσαν οι αστυνομικοί και οι ψυχολόγοι που ανέλαβαν την υπόθεση, μόνο ανατριχίλα προκαλούν.
Η κακοποίηση των παιδιών της οικογένειας άρχισε, περίπου, το 2010 όταν ζούσαν στο Τέξας. Εκεί, ο Ντέιβιντ κι η Λουίζ Τέρπιν κρατούσαν κλεισμένα τα παιδιά τους σε χώρο εκτός της οικείας τους και τα επισκέπτονταν μόνο για να τους πάνε φαγητό. Όταν η Τζόρνταν δραπέτευσε, η οικογένεια είχε μεταβεί στη Καλιφόρνια, αλλά συνέχιζε τα βασανιστήρια. Όταν η αστυνομία έκανε έφοδο στο σπίτι, βρήκαν τα παιδιά που ήταν αλυσοδεμένα σε κρεβάτια ή σε έπιπλα, σε άθλιες συνθήκες υγιεινής και υποσιτισμένα, εκτός από το μικρότερο. Όπως αποκαλύφθηκε από την έρευνα, τα παιδιά έκαναν μπάνιο μόνο 1 ή 2 φορές τον χρόνο και δεμένα με αλυσίδες, δεν είχαν παίξει ποτέ μεταξύ τους, δεν είχαν επισκεφθεί γιατρό ούτε πήγαιναν σχολείο, ενώ το μόνο που τους επιτρεπόταν ήταν να κρατούν ημερολόγιο με τις υποτυπώδεις γνώσεις γραφής που είχαν διδαχθεί από τους γονείς τους. Ο πατέρας τους είχε δηλώσει ότι λειτουργεί ιδιωτικό σχολείο στο σπίτι, διότι έτσι δεν ήταν υπόχρεος σε κρατικό έλεγχο σύμφωνα με τον νόμο που ισχύει σε πολλές πολιτείες των Η.Π.Α.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός που είχαν βιώσει ήταν τέτοιος που αγνοούσαν τη σημασία βασικών λέξεων, όπως η λέξη «αστυνομικός» ή «χάπι». Οι γονείς επέτρεπαν στα παιδιά να κοιμούνται μετά τα ξημερώματα, προκειμένου να είναι ήσυχα στη διάρκεια της μέρας και να μην προκαλούν υποψίες στους γείτονες με τυχόν φασαρίες. Εικάζεται ότι τα νάρκωναν, ώστε να κοιμούνται 20 ώρες την μέρα, με βάση το πρόγραμμα που είχαν καταρτίσει οι ίδιοι. Βασάνιζαν τα παιδιά με ξυλοδαρμούς και τους έδιναν τροφή μόνο για να τα κρατούν στη ζωή. Η 29χρονη κόρη τους, ζύγιζε 40 κιλά όταν οι γονείς συνελήφθησαν για τη κακοποίηση των παιδιών τους. Φέρονταν σαδιστικά στα παιδιά, τοποθετώντας τροφή πιο μακριά από το σημείο που έφθανε η αλυσίδα που τα κρατούσε δεμένα, ενώ οι ίδιοι τρέφονταν κανονικά, όπως και τα 2 σκυλιά που είχε η οικογένεια.
Η παθολογική συμπεριφορά της Λουίζ Τέρπιν προφανώς είχε τις αιτίες της. Όπως έχει δηλώσει η αδελφή της, η Τερέζα, τα δύο κορίτσια «πωλούνταν» από τη μητέρα τους σε κάποιον παιδόφιλο όταν ήταν παιδιά προκειμένου εκείνη να μπορεί να καλύπτει τα έξοδά τους. Αυτό, σύμφωνα με την Τερέζα, κατέστρεψε την αυτοεκτίμησή τους, αλλά δεν πίστευε ποτέ ότι η Λουίζ θα κατέληγε τόσο άσχημα καθώς τη θεωρούσε «καλό κορίτσι». Η τρίτη αδελφή, όμως, η Ελίζαμπεθ, υποστήριξε ότι η Λουίζ ήταν διαταραγμένο άτομο, ότι εξασκούσε μαγεία ως ενήλικας, ήταν εθισμένη στον τζόγο, είχε εμμονή με τα φίδια κι υπέφερε από σοβαρό αλκοολισμό.
Ο Ντέιβιντ και η Λουίζ Τέρπιν ήρθαν αντιμέτωποι με 14 κατηγορίες όπως βασανισμό ανηλίκων, κακοποίηση παιδιών και κακοποίηση εξαρτώμενου ενήλικα και καταδικάστηκαν σε ισόβια το 2019 με τη δυνατότητα απαλλαγής μετά τη πάροδο 25 ετών, κάτι που, όμως, θεωρείται απίθανο να συμβεί λόγω της φύσης των εγκλημάτων τους. Παραδέχθηκαν ότι είχαν έγκλειστα τα παιδιά τους και δεν είχαν σκοπό να τα ελευθερώσουν, αλλά ότι το έκαναν για το καλό τους. Πολλά από τα 13 παιδιά αντιμετωπίζουν μέχρι και σήμερα σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα ή νοητική υστέρηση που δεν τους επιτρέπουν να κοινωνικοποιηθούν πλήρως.
Το σπίτι του τρόμου, κυριολεκτικά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου