Χαμηλός φωτισμός και μοναξιά, ντουέτο φωτιά! Κάποιοι είναι γεννημένοι, ή ίσως μυημένοι χρόνια ολόκληρα στην ιδέα του ελάχιστου φωτισμού και στις ώρες που κάθονται μόνοι τους. Άλλοι πάλι, όσοι είναι λιγότερο ρομαντικοί -ή καθόλου- μ’ αυτόν τον συνδυασμό έρχονται σ’ επαφή συνήθως κάτι κυριακάτικα απογεύματα μετά από έξαλλα κλάμπινγκ μέχρι πρωίας.
Λίγα φώτα ή και καθόλου καμιά φορά, για να ηρεμείς τις δύσκολες μέρες. Για να παίρνεις τις ανάσες σου, να βρίσκεις ξανά τον εαυτό σου. Να σκέφτεσαι, να ονειρεύεσαι. Να τα βάζεις κάτω ένα ένα και να ανακαλύπτεις πού οδηγούν. Καμιά φορά το σπίτι γίνεται ή σπηλιά σου για να μην τρελαθείς. Στρέφεσαι στον εαυτό σου κι υπό το φως κεριών διαβάζεις το αγαπημένο σου βιβλίο που σε ταξιδεύει. Σε βοηθά να βρεθείς λίγο πιο κοντά στο όνειρο. Είτε αυτό είναι ένας έρωτας απόλυτος, είτε ένα μοναδικό μέρος που πάντα σκέφτεσαι και σε ηρεμεί. Μ’ αυτή τη μοναξιά δημιουργείς από το μηδέν τον εαυτό σου. Μαζεύεις ένα-ένα τα κομμάτια σου και βήμα-βήμα σε χτίζεις από την αρχή πιο δυνατό, πιο αποφασισμένο κι έτοιμο να πάρει τη ζωή στα χέρια του. Ποιος είπε πως αν κάτι σπάσει δε φτιάχνεται; Αν κάτι σπάσει και το θες, ξανακολλάει και γίνεται πιο δυνατό!
Προσπαθείς να πάρεις τον χρόνο σου, να βρεις τις απαντήσεις σου, να δεις ποιους αγαπάς και ποιους όχι. Ποιος σου λείπει και για ποιον ο εγωισμός σου είναι τόσο δυνατός και δεν παραδέχεσαι ποτέ τι νιώθεις. Ζεις για εκείνες τις Κυριακές που ξυπνάς ό, τι ώρα να’ναι κι ο μόνος τεχνητός φωτισμός που μπαίνει στο σπίτι είναι αυτός της τηλεόρασης ή του υπολογιστή. Μια κούπα καφέ, ένα καυτό τσάι κι επανάληψη αγαπημένα επεισόδια. Γελάς, κλαις, νοσταλγείς. Φορτίζεις τις μπαταρίες σου μέσα από αυτήν την ατμόσφαιρα. Το εγώ σου, γυμνό κι αληθινό παρουσιάζεται εκείνη τη στιγμή. Τον βλέπεις τόσο απροστάτευτο και αγνό που τον αγαπάς και σπεύδεις να τον φροντίσεις. Να τον αγκαλιάσεις. Οποιαδήποτε στιγμή κι αν είναι, είτε περνάς δυσκολία, είτε πασχίζεις να πάρεις μια απόφαση, είτε απλώς είναι η μέρα που παίρνεις τις αποστάσεις σου από τον έξω κόσμο, για να μην κυνηγήσεις κανέναν και μετά κυνηγούν εσένα.
Σκληρό πράγμα η αντιμετώπιση του εαυτού σου. Λες κι έχεις έναν καθρέπτη μπροστά και βλέπεις τα πάντα. Κάθε τελειότητα κι ατέλεια. Έρχεσαι κι ανακαλύπτεις όσες πτυχές κρύβεις. Κάποιες μάλιστα τις έκρυψες τόσο καλά που σχεδόν τις ξέχασες. Φοβούμενος πως ακόμη και στον ίδιο σου τον εαυτό αν τύχει και τις αποκαλύψεις, κάποιος με μόνο αυτή την παραδοχή θα τις βρει και θα σε πατήσει σαν χταπόδι. Βλέπεις μπροστά σου ποιος είσαι. Τι κάνεις, τι απεχθάνεσαι, τι αγαπάς και τι νοιάζεσαι. Είσαι εσύ, απέναντι από εσένα κι αυτό δεν μπορεί να είναι παρά σπουδαίο.
Άνθρωποι φίλοι του σκοταδιού, της μοναξιάς. Στράφηκαν στη σπηλιά τους για να ξαναβρούν τους ρυθμούς τους. Συμφιλιωμένοι με τις αδυναμίες τους. Λες αν αγαπήσεις πολύ τη μοναξιά σου, να μ’ αφήσει κι αυτή; Ποιος ξέρει. Ίσως το σκοτάδι κρύβει την απάντηση.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου