Ώρα να τα συζητήσω και να τ’ αναμοχλεύσω στου μυαλού το διάβα, εκεί που όλα στριμωγμένα είναι έτσι κι αλλιώς. Πόσες φορές, άραγε, μπορεί σε διάφορες φάσεις της ζωής μου να επιδίωξα να συντηρήσω έρωτες κι ερωτάκους στο συνειδητό κομμάτι του μυαλού, παρ’ ότι μου είχε τελειώσει προ πολλού. Αυτή τη φορά, με την εμπειρία μου πια στην τσέπη, έχοντας ζήσει μερικές καταστάσεις κι αναβιώσει έρωτες ραμμένους και κομμένους στα μέτρα μου, που αναπήδησαν από παλιά γνώριμα πρόσωπα, σε καινούργια ξεφυλλίζω το βιβλίο της ζωής και παίρνω σημειώσεις.
Ανακουφιστική η συνειδητοποίηση ότι κι εγώ όπως όλοι οι άνθρωποι εκεί έξω, έχω την τάση να διατηρώ κορνίζες στοιβαγμένες στον νου και ψίχουλα αναμνήσεων κάπου στο βάθος της ψυχής, ώστε να συντηρώ ενεργή τη θύμηση όσων αφαίρεσα η προσέθεσα στη ζωή μου. Όπου θύμηση ίσον κι εμπειρία. Αναλογίζομαι συχνά αν το να διατηρείς την ταυτότητά σου είναι ισάξιο με το να διατηρείς το διανοητικό σου οξυγόνο. Η εμπειρία φανερώνει πως όπως σε κάθε είδους σχέση έτσι και στις ερωτικές αυτό χρειάζομαι, καθώς η λογική “αυτό ξέρω, αυτό εμπιστεύομαι” έχει μια πολύ ισχυρή βάση δομημένη πάνω στη ρουτίνα και την εμπιστοσύνη. Πολύ λογική κίνηση, οφείλω να σκεφτώ. Η ταυτότητα, είναι το πνευματικό καύσιμο εν τέλει κι έτσι το να θυμάσαι ποιος είσαι, είναι καθοριστικό στο να ζεις, να έχεις πιστεύω, ν’ αντιδράς και να διαμορφώνεις αντίληψη για τον κόσμο.
Έτσι, θυμάμαι με απόλυτη ζωντάνια τους ανθρώπους που πέρασαν από τη ζωή μου με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορώ να χαμογελώ είτε από περηφάνια που τους γνώρισα είτε με περίσσεια ανακούφιση κι επιφωνήματα που αποπνέουν ένα βροντερό “πάλι καλά”. Ειλικρινείς να είμαστε, δεν είχαν όλοι την τιμητική τους στο διάβα μου και μερικοί έπρεπε να ριχτούν στα καταγώγια για να τους δω όπως είναι κι όχι μέσα από τα θολωμένα μου γυαλιά, αλλά με κρίση ατσάλινη και κοφτερή. Δεν έχω βλέπεις και δύο ζωές να χάσω.
Λάθος θα ήταν να τους ωραιοποιώ. Κάμποσοι αποτέλεσαν ένα οδυνηρό μάθημα και τουλάχιστον είμαι πια ευτυχής να τους θυμάμαι σαν μια μελέτη ενός εγχειριδίου, με τα “do and dont’s” στα ερωτικά μου μονοπάτια. Έτσι, για να ξέρω τι ν’ αποφεύγω από εδώ κι εμπρός. Επομένως, ένα βράδυ με πλήρη αυτογνωσία ανάμεσα σε στοχασμούς κι αναμνήσεις, κράτησα ζωντανή μια συλλογή από κομμάτια με αξία συναισθηματική. Η συνοχή μου, το παρελθόν μου, η σκέψη και τα βιώματά μου, έχουν λαξευτεί απ’ όσα επέλεξα ν’ αφήσω πίσω κι απ’ όσα προσπέρασα, ίσως κι από όσα κράτησα σε πείσμα κι αντιλογία των καταστάσεων κοντά μου. Θα τα συζητήσω με την πάρτη μου με μια μπίρα στο χέρι και θα τα πούμε σαν δυο παλιόφιλοι.
Καθισμένη στο σκαλάκι της αποτίμησης σκέφτομαι περιπτώσεις που τα συναισθήματά μου έχουν αρχίσει να ξεθωριάζουν τόσο σημαντικά, που η αδιαφορία και η λήθη για τον άνθρωπο που πρωταγωνίστησε στους μήνες μου και τους κοινούς μας μήνες είναι σχεδόν τρομακτική. Σε ποιον δεν έχει τύχει; Καμιά επιτηδευμένη αδιαφορία, διόλου χειριστική και τιμωρητική να έρθει για εκείνον που κάποτε λατρέψαμε. Η λήθη μου ήρθε απρόσκλητη φυσικά, την ώρα που στον απέναντι δρόμο το ενδιαφέρον μου για κείνους τους ανθρώπους έφυγε οριστικά κι αμετάκλητα από την πόλη, παρ’ ότι μείναν οι ίδιοι δυο στενά παρακάτω και δεν έφυγαν ποτέ.
Κάπου πιο πέρα αναρωτιέμαι εαυτέ μου, πώς να σερβίρω τη φυγή, αφού τώρα πια η ρουτίνα είναι τέτοια που τα χέρια μου δε ζητάνε τους ώμους τους πάλαι γνωστούς. Κι ανάθεμα στα τρίτα πρόσωπα στη σχέση σου ή στις νέες φωτιές που αμέσως μόλις φύγω θα γυρέψω, αφού η ρουτίνα δε μας ζεσταίνει πια το ίδιο! Αμφιταλαντεύομαι αν το να κρατήσω κάτι τελειωμένο από καιρό θα με πάει κάπου, ή σύντομα θα μας χαρίσω έντονους καβγάδες και το δράμα γίνει η νέα μας συνήθεια. Αμαρτία να βαλτώσεις από φόβους για τις νέες θάλασσες.
Αποφασίζω να μείνω και καταλήγω να χορεύω σ’ ένα σαδομαζοχιστικό ταγκό αγκαλιά με την αρνητική ενέργεια και τη συγκινησιακή βαβούρα, να μας υπαγορεύει τα βήματα. Ας πάψουν πια κι οι φίλοι να ρωτάνε τα βράδια! Εξάλλου, η άρνηση είναι ένας σπουδαίος μηχανισμός κι έτσι σε κρατάω στο μυαλό μου όπως σε γνώρισα και σε πόθησα, όχι σαν συναισθηματικό δεκανίκι. Μέσω της άρνησης, το μυαλό μου οδηγείται πολύ μαλακά στην απότομη προσγείωση, διατηρεί τον αυτοέλεγχό του κι ελπίζει ν’ αναστήσουμε τα συναισθήματα που φτιάχνουν τις βαλίτσες τους κι αποχωρούν.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου