Η υπογονιμότητα υπολογίζεται ότι πλήττει περισσότερο από 80 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, με το 40% αυτών να είναι γυναίκες, το υπόλοιπο 40% άντρες κι ένα 20% μεικτό συνδυασμό μερικής στειρότητας ταυτόχρονα κι από τους δύο συντρόφους. Τα αίτια της είναι ρευστά και κυμαίνονται από ορμονολογικά μέχρι γενετικά ζητήματα, ως κι αποτέλεσμα συγκεκριμένων θεραπειών που προκαλούν αποβολές κι αδυναμία σύλληψης ή φυσιολογικής έκβασης μιας εγκυμοσύνης. Το ψυχολογικό κι οικονομικό κόστος και στους 2 συντρόφους είναι πολύ σημαντικό και πολλές φορές, αποτελεί από τα εντονότερα άγχη που ένας άνθρωπος θα βιώσει σε ολόκληρή του τη ζωή, καθώς δοκιμάζει αμφότερους τους συντρόφους αμείλικτα. Η ανάγκη ενός ανθρώπου ν’ αφήσει το στίγμα σου στη ζωή και να δημιουργήσει έναν άνθρωπο από το μηδέν, με την ισόβια δέσμευση να του παρέχει υλική και ψυχική τροφή για όσο αναπνέει, αποτελεί μια σοβαρή απόφαση της ενήλικης ζωής με ιδιαίτερο αντίκτυπο στο νέο ζευγάρι, στην περίπτωση που πράγματι αδυνατεί να κάνει ένα παιδί.
Ο τρόπος που βιώνει τη δυσκολία αυτή το κάθε φύλο είναι μοναδικός κι όπως φαίνεται οι μελέτες δείχνουν ότι οι άντρες είναι οι τελευταίοι που μέσα τους θα το αποδεχτούν, ενώ συνήθως μια γυναίκα τείνει να κάνει τα πίκρα γλυκά πιο γρήγορα και να αποδέχεται τη φύση των πραγμάτων πιο σύντομα, ώστε να τ’ αντιμετωπίσει. Το ζευγάρι διέρχεται μέσα από σοβαρό άγχος και φόβο, ότι η κατάσταση που βιώνει θα είναι μόνιμη και δε θα υπάρχει κανένα περιθώριο δράσης, επομένως συχνά νιώθει ανίσχυρο να καθορίσει και να προγραμματίσει τη ζωή του, με την απώλεια του ελέγχου είναι μονόδρομος. Στο τέλος της μέρας, ο θρήνος είναι πάντα εκεί, για τους ανθρώπους που πενθούν γι’ αυτό που θα μπορούσαν να έχουν και την ελπίδα που χάνεται κάθε φορά, χέρι-χέρι με μια αποτυχημένη προσπάθεια κι ένα αρνητικό τεστ εγκυμοσύνης. Ένα άδειο καρότσι στην άκρη ενός δωματίου, μπορεί να ξύνει πληγές πιο εύκολα κι από ξυράφι.
Η μειωμένη αυτοεκτίμηση με την ενοχή και το αίσθημα αποτυχίας ή κατωτερότητας, συντροφεύει μόνιμα το ζευγάρι που παίζει θέατρο, κάθε φορά που ένα ακόμα αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που ονειρεύεται. Μελέτες δείχνουν πως σ’ αυτό το στάδιο μια γυναίκα είναι το άτομο που πλήττεται περισσότερο, καθώς είναι γνωστό ότι ζούμε σε μια κοινωνία που αξιολογεί τη γυναίκα από τη ικανότητά της να κυοφορήσει, όπως ένας πελάτης ένα πεντάστερο. Η γυναίκα στα μάτια του κόσμου είναι συνυφασμένη, από τα γεννοφάσκια της, με τη σύλληψη του παιδιού της, ανατρέφεται με την επιταγή να δώσει ένα ακόμα παιδί στην κοινωνία, χωρίς κανένας να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το τι άνθρωπο θα μεγαλώσει σε βάθος χρόνου κι αν πράγματι ευνοούν οι συνθήκες ή ρισκάρει τη ζωή της. Αρκεί να μειώσουμε την υπογεννητικότητα και να νιώσουμε επαρκείς.
Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη όπως φαίνεται η ικανότητα τεκνοποίησης, με τη αξία του ανθρώπου που αντιμετωπίζεται ως κάτι λιγότερο, αν δεν μπορεί να χαρίσει ένα παιδί στο σύντροφό του, ενώ συχνά, δυστυχώς, κάποιος εικάζεται ότι θα εγκαταλείψει έναν σύντροφο με στειρότητα. Τα ζευγάρια αυτά όχι μόνο καλούνται να υπερνικήσουν το ανεκπλήρωτο αρχέγονο ένστικτο, να επουλώσουν το πληγωμένο εσωτερικό τους παιδί, να αντιμετωπίσουν την πικρία και τη βαβούρα των άλλων, αλλά έχει να φοβάται και την εγκατάλειψη, όσο βλέπει παντού γύρω του ν’ ανακοινώνονται νέες εγκυμοσύνες και φοβάται ότι απογοητεύει το σύντροφό του.
Σε μιαν άλλη στροφή της ζωής, το ζεύγος συναντάει και τη αδικία που ένα άλλο ζευγάρι το έκανε έτσι απλά, ενώ αυτοί πρέπει να παλέψουν γι’ αυτό. Σκέψεις όπως «γιατί σε μένα» πληθαίνουν στο κεφάλι τους και γίνονται συνήθεια καθημερινή και πρώτη σκέψη σαν ξυπνούν, όσο οι άλλοι ρωτούν και ξαναρωτούν με πλήρη αδιακρισία και καθόλου σεβασμό «πότε θα κάνουν παιδάκι». Πολλές φορές, όλα αυτά τα περνάει το ζευγάρι στη μέση οικονομικά επιβαρυντικών θεραπειών, με προεξάρχουσα την ψυχική εξουθένωση και τις παρενέργειες. Ένα κάρο παρενέργειες σε όλο το σώμα, όπου οι σύντροφοι πονούν, κατεβάζουν το βλέμμα, γίνονται ευερέθιστα όντα και μπήγουν στο σώμα τους βελόνες, ορμόνες και χαπάκια, σ’ ένα roller coaster με νέους κάθε φορά γιατρούς και καινούργιες θεραπείες ή κουραστικές εξετάσεις.
Το θεριό μεγαλώνει, κερδίζει έδαφος στο κεφάλι τους, φαίνεται τεράστιο και τους πνίγει με αμφιβολίες, ή τους κάνει να λογαριάζουν ολόκληρή τους την υπόσταση, με σταθερά τον ερχομό ενός παιδιού, σαν να μην υπήρξαν ικανοί ν’ αγαπηθούν γι’ αυτό που είναι. Ξεχνούν τον πρωταρχικό λόγο που συναντήθηκαν. Οι σύντροφοι ασκούν την αυτοκριτική τους, σκληρά, σαν ακουμπούν στο μαξιλάρι, έτσι ώστε η συνεύρεση από κάτι μαγικό και μια πράξη επισφράγισης έρωτα κι ένωσης, να μετατραπεί σε αγχώδη προτεραιότητα σημειωμένη στο ημερολόγιο με κόκκινα γράμματα και καθορισμένη από ωράρια. Η πράξη γίνεται αφύσικη και δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο, όπου κανείς πιέζεται να συγκεντρωθεί στον στόχο του κι από την πίεση αδυνατεί ν’ ανταπεξέλθει στην όμορφη στιγμή του έρωτα, κυνηγώντας κάθε φορά μηχανικά το έπαθλο. Έτσι απογοητεύεται. Γείτονες γνωστοί και φίλοι θεωρώντας πως κάνουν κάτι που δεν είναι λάθος ή κατακριτέο, παρέχουν στο ζευγάρι άχρηστες συμβουλές, γιατί θεωρούν την τεκνοποίηση κάτι φυσιολογικό, εύκολο κι αναμενόμενο ενώ συνήθως το κάνουν όντως, χωρίς δόλο και κακή πρόθεση.
Όπως φαίνεται, η ζωή μάς απέδειξε ότι πολλά πράγματα που έχουμε δεδομένα, για άλλους, είναι ζητούμενα και μάλιστα ακριβοπληρωμένα, με κάθε κόστος. Πίεση, κόντρα πίεση, με μηδενική κατανόηση, ένα ζευγάρι με υπογονιμότητα έχει το χρέος ν’ απολογείται σε κάθε του βήμα στον κόσμο, που χωρίς κατανόηση έχει απαιτήσεις στο σώμα και τα προσωπικά θέλω των άλλων. Με μηδενική ενσυναίσθηση λοιπόν, έναν νέο ζευγάρι νουθετείται σε βαθμό αγχογόνο. Είναι αλήθεια πως το πρόβλημα του άλλου δε σου είναι τίποτα, μέχρι να γίνει και δικό σου και μέχρι η ζωή, να σου τρίξει τα δόντια, κάποια μέρα που θα έχει όρεξη και νεύρα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου