Λέω να ξεκινήσουμε αυτό το άρθρο παίζοντας ένα μικρό -και κάπως ανορθόδοξο- παιχνίδι. Θέλω να σηκώσετε χεράκια όσοι αντιπαθείτε, ή μάλλον όσοι πραγματικά απεχθάνεστε, να ακούτε πως κάποιος είπε όμορφα λόγια για εσάς. Όσοι στο «μπράβο» νιώθετε δυσφορία και στο ενθαρρυντικό χαμόγελο γεννιέται μέσα σας μια μικρή αποστροφή. Σηκώστε χέρια όσοι στο πρώτο ψήγμα θαυμασμού θυμώνετε και όσοι ενστικτωδώς αντιπαθείτε τα πρόσωπα που έχουν την τάση να σας φέρονται φιλικά. Τώρα θέλω να πάρουμε δύο λεπτά να αναρωτηθούμε όλοι μαζί αν υπήρξε έστω κι ένα πρόσωπο που να ταυτίστηκε αρκετά με τις παραπάνω προτάσεις. Εγώ, ίσως λίγο αυθαίρετα, υπολογίζω πως στον αέρα δε σηκώθηκε ούτε ένα χέρι. Κι αυτό γιατί όλοι μας αγαπάμε τη μια κάποια κολακεία. Δεν είναι λοιπόν λιγάκι περίεργο πως όταν μιλάμε για έρωτα τείνουμε να είμαστε τέρμα επιφυλακτικοί -και τελικά συχνά να μην εμπιστευόμαστε- όποιον πλησιάζει με πολύ κολακεία και υπέρ του δέοντος φιλικότητα;

«Φοβόμαστε πως είναι ψεύτικο» ακούμε να λέγεται συχνά, μα όσο πραγματικό κι αν αυτό ακούγεται εγείρει έναν τεράστιο, μα απόλυτα λογικό προβληματισμό. Η απάντηση στο ερώτημα κρύβεται τελικά στο πρώτο ή στο δεύτερο μέρος της «λογικής εξήγησής» μας; Κρύβεται δηλαδή στην πιθανότητα να υπάρχει ανειλικρίνεια ή στον φόβο που συνοδεύει ό,τι έχει να κάνει με θέματα καρδιάς; Και υπάρχει άραγε έστω και μια μικρή πιθανότητα η απάντηση να μη βρίσκεται σε κανένα από τα δύο σημεία, αλλά να είναι φωλιασμένη στα πιο καλά κρυμμένα μονοπάτια δικών μας αντιδράσεων και συμπεριφορών;

 

 

Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Το θέμα της ανειλικρίνειας, ίσως να μην ακουμπάει καθαρά σε θέματα φοβιών μα σε θέματα αισθήσεων κι ενστίκτων. Δεν κρεμάμε άλλωστε την ταμπέλα της ψευτιάς σε κάθε υπερβολικά καλό λόγο που ακούμε. Κάποια τα απολαμβάνουμε, φουσκώνει το στήθος μας σαν μπαλόνι σε λούνα παρκ ακόμη κι αν τα λόγια που βγαίνουν από το στόμα μας σαν απάντηση προσπαθούν να δείξουν μετριοφροσύνη. Μέσα μας νιώθουμε υπερήφανοι, και γιατί; Επειδή και κάποιος άλλος παρατήρησε αυτά που κι εμείς πιστεύαμε ότι κάναμε καλά. Επειδή η κολακεία πάτησε σε αυτό που νιώθαμε πραγματικότητα. Και τα «ένστικτά μας» δε βρήκαν λόγο να μας προειδοποιήσουν για το οτιδήποτε.

Είναι άλλες φορές όμως που στο άκουσμα ενός κομπλιμέντου τα ίδια ένστικτα κατεβαίνουν σε διαμαρτυρία, φωνάζοντας πως το άτομο δεν είναι εμπιστοσύνης. Γιατί; Επειδή μία από τις πολλές επευφημίες του ακούμπησαν σε σημείο που εμείς νιώθαμε αδύναμο. Κι αν δε χειροκροτούμε εμείς τον εαυτό μας, από πού κι ως πού να τολμήσει να το κάνει άλλος; Σχεδόν προσβλητικό ακούγεται στα αυτιά μας. Ένα μπράβο που «δεν αξίζουμε» μπορεί να μεταφραστεί ως ένα μπράβο κοροϊδίας, υποτίμησης της νοημοσύνης μας, ή ακόμα χειρότερα, ως ένα μπράβο λύπησης. Κι αυτόν που μας κοροϊδεύει, μας υποτιμά ή μας λυπάται, είναι πασίγνωστο πως τον βάζουμε μαύρη λίστα με συνοπτικές διαδικασίες.

Γιατί όμως όλο αυτό ενισχύεται τόσο έντονα όταν μιλάμε για θέματα καψούρας; Λόγω του δεύτερου σημείου που αναφέραμε στην αρχή κι αυτό είναι η τάση του έρωτα, μέσα σε όλα τα ωραία του, να πιάνει τον φόβο από το χεράκι και να ψάχνει να βρει τα σημεία στα οποία υπάρχει πιθανότητα να φάμε τα μούτρα μας πανηγυρικά. Σημαίνει αυτό πως η ανασφάλεια είναι παράλογη; Η απάντηση εδώ είναι ένα ξεκάθαρο και ηχηρό όχι!

Γενικά τα ένστικτα, είτε προέρχονται από ανασφάλειες, είτε από σκέψεις και παρατηρήσεις, είτε τελικά από τα βαθύτερα και πιο άγνωστα κομμάτια μας τα οποία ούτε κατά διάνοια δεν κατανοούμε, είναι δείκτες που δεν πρέπει να αγνοούμε! Μοιάζουν λίγο σαν τα λαμπάκια στο καντράν του αμαξιού. Πάντα υπάρχει λόγος όταν είναι αναμμένα. Κι άλλες φορές το θέμα λύνεται εύκολα, με μια στάση ας πούμε στο τοπικό βενζινάδικο για λίγα ακόμη καύσιμα, ενώ άλλες θέλει επίσκεψη στον μηχανικό για να βγάλουμε άκρη -κι ούτε που βγαίνει πάντα.

Ο υπερβολικά κόλακας είναι συχνά αυτός που θα διστάσει να σου πει τα άσχημα και στον έρωτα τείνουμε να θέλουμε δίπλα μας όσους όχι απλά δε διστάζουν, μα βάζουν και λίγο θράσος. Εκείνους που δε θα φοβηθούν να μας φέρουν αντιμέτωπους με τις αλήθειες μας, που θα μας ρίξουν μια σπρωξιά για να πάμε ένα βήμα παρακάτω και δε θα αρκεστούν στο να μας πείσουν πως καλό είναι και το μέτριο. Γιατί στην τελική ο έρωτας την κίνηση την αγαπάει και είναι στο χέρι μας να επιλέξουμε το είδος εκείνο που σημαίνει βελτίωση. Κι αντίστοιχα είναι στο χέρι μας, μα και στα έμφυτα ένστικτά μας, να απορρίψουμε εκείνο που νιώθουμε πως στην καλύτερη να μας κρατήσει στάσιμους.

Γι’ αυτό και η τόση απόσταση από εκείνους που έρχονται με διάθεση υπέρ του δέοντος φιλική. Γι’ αυτό και η καχυποψία. Γιατί από παιδιά μάθαμε πως η κερασιά που διαφημίζεται πολύ πιθανότατα είναι τσουρομαδημένη, και να σας πω κάτι; Δε φταίει το καημένο το δεντράκι για την απογοήτευσή μας. Εκείνη και πέντε κεράσια να μας δώσει ίσα για τη γεύση, αν είναι νόστιμα μπορεί να μας ικανοποιήσει. Εκείνος που μας είπε όμως πως θα φάμε μέχρι να χορτάσουμε και να σκάσουμε, βγήκε ψεύτης. Με αυτόν τα βάζουμε. Κράτει λοιπόν στα πολλά τα λόγια κι ας δώσουμε χώρο στα ένστικτα. Έχουν να μας πουν πολλά.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη