«Τι νόημα έχει να εστιάζεις στα προβλήματα;», «Κοίτα τη θετική πλευρά, όσα ερωτεύτηκες στην αρχή», «Όλο γκρίνια, γκρίνια, γκρίνια! Και λίγη ευγνωμοσύνη δε βλάπτει!»,«Οι παλιοί γιατί νομίζεις πως τα κατάφερναν; Επειδή ήξεραν πού και πότε να κάνουν τα στραβά μάτια!» και η λίστα δυστυχώς από φράσεις που έρχονται μεσ’ στη μούρη να μας δηλώσουν κουνώντας προκλητικά το δάχτυλο πως η τακτική του στρουθοκαμηλισμού στον έρωτα είναι η καλύτερή μας πιθανότητα να τον κάνουμε να πετύχει, δεν έχουν τελειωμό. Και ίσως, με ένα πρώτο άκουσμα και πριν τις πρώτες γουλιές καφέ που θέτουν το μυαλό σε λειτουργία, να φανεί πως η εν λόγω άποψη έχει κάποια λογική. Αν το δούμε όμως σε λίγο μεγαλύτερο βάθος, θα καταλάβουμε πως μεγαλύτερο σαμποτάζ, πρώτα στον εαυτό μας και μετά στον ίδιο τον θεσμό του έρωτα, δε θα μπορούσαμε να κάνουμε.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα ένα-ένα. Πού η λογική και τι αυτό που κάνει τόσους ανθρώπους να πιστεύουν πως είναι καλή ιδέα; Ένας πρώτος λόγος είναι η ψευδαίσθηση που λέει πως όταν αγνοείς κάτι αυτό, όχι κρύβεται, μα ως δια μαγείας παύει να υπάρχει. «Μην ασχολείσαι με το πρόβλημα κι αυτό θα εξαφανιστεί» που λένε. Είναι όμως κάτι τέτοιο ρεαλιστικό; Φυσικά και όχι. Το πρόβλημα δε φεύγει γιατί πολύ απλά ποτέ δεν το διώξαμε. Για την ακρίβεια είναι σαν να το πήραμε από το χεράκι, να το χώσαμε άτσαλα κουβαριασμένο στον πάτο μιας ντουλάπας και να πήγαμε μετά να το καλύψουμε με μια στοίβα από όλα τα φρεσκοσιδερωμένα και προσεκτικά διπλωμένα ρούχα. Όσο πιο πολλά όμορφα στοιβάζεις πάνω σε ασταθείς βάσεις, τόσο πιο πιθανό είναι κάποια στιγμή να σκάσουν στο πάτωμα και να κάνουν όλο το δωμάτιο ανάστα.

 

 

Ένας άλλος λόγος είναι η πλαστή ανάγκη μας να φανούμε ευγνώμονες . «Μα, τόσα πάνε καλά! Θα κάτσω να χαλιέμαι για το ένα αρνητικό;», «Υπάρχει κόσμος που αντιμετωπίζει άλλα κι άλλα. Το δικό μου δεν είναι τίποτα» και παράλληλα με όλες αυτές τις σκέψεις σχεδόν ακούμε τη φωνή της μάνας μας μέσα στο κεφάλι μας να ψιθυρίζει «τα παιδάκια στην Αφρική δεν έχουνε να φάνε, φάε εσύ τις μπάμιες σου», «θα φάω και μια μπουκιά ψωμί για να κατέβει πιο εύκολα» σκέφτεσαι κι ούτε που ξέρεις αν μιλάς ακόμα για το φαγητό που δε σ’ άρεσε. Γιατί όλο αυτό δεν έχει βάση; Γιατί το πρόβλημα ποτέ δεν είναι μόνο ένα. Μαθαίνεις να καταπίνεις μπάμιες και πριν καλά-καλά το καταλάβεις τρως φακές, πατσά, αμελέτητα κι άλλον έναν σωρό από πράγματα που προηγουμένως ούτε να μυρίσεις δεν ήθελες. Καταπίνεις αμάσητες συμπεριφορές που παλιότερα σε έκαναν να νιώθεις απέχθεια και μόνο στη σκέψη τους, μα να αναμένεις πως κάποια στιγμή αυτό κουράζει, σε αρρωσταίνει και μαζί με εσένα αρρωσταίνει και τη σχέση την ίδια.

«Αν το αφήσω να με ενοχλήσει μόνο εγώ θα χαλαστώ». Εδώ κρύβεται η νοοτροπία του να το αφήσουμε μεν να τσιγκλήσει μα να μην πούμε τίποτα. Γαργάρες όμως καλό είναι να κάνουμε με θαλασσινό νερό. Όχι με συμπεριφορές που μας χαλάνε. Πώς περιμένεις να καταλάβει ο άλλος αν δεν ανοίξεις κι εσύ το στόμα σου; Κι έστω ότι το άνοιξες, μία, δύο πέντε, δεκαπέντε ή κι εκατόν πέντε φορές και τίποτα δεν άλλαξε. Είναι λογικό να κουράστηκες, να σκέφτηκες πως δεν έχει νόημα. Η λύση όμως δεν είναι στο να σταματήσεις να μιλάς, είναι στο να ψάξεις άλλους τρόπους να το πεις. Να αναλογιστείς τι πάει λάθος.

«Όλα είναι θέμα οπτικής γωνίας. Τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα μπορούν να γυρίσουν σε πλεονεκτήματα». Ναι, επίσης οι μονόκεροι υπάρχουν και πίνουν καφέ με τις γοργόνες στη βάση του ουράνιου τόξου με κάθε ηλιοβασίλεμα. Ας μην κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας, είναι κρίμα. Αυτά που σε ενοχλούν έχουν συχνά πολύ καλό λόγο να το κάνουν. Γιατί να προσπαθείς να γράψεις πάνω από τη λογική σου; Κι έστω ότι τα κατάφερες, πόσο ικανοποιημένος πραγματικά θα είσαι με το αποτέλεσμα;

Σημαίνει όλο αυτό πως η λύση κρύβεται στην απολυτότητα και στα «δε σηκώνω μύγα»; Φυσικά και όχι. Η ισορροπία βρίσκεται στα όρια που οι ίδιοι θέτουμε και στη συνειδητοποίηση του τι θεωρούμε όντως σημαντικό. Η υποχώρηση σαν έννοια μπορεί να αποδειχθεί όχι απλά σημαντική μα έως και σωτήρια σε μια σχέση. Είναι συχνά το κλειδί που ανοίγει την πόρτα για αυτό που βαφτίζουμε «ευτυχία», αρκεί όμως να γίνεται με σύνεση. Αντίστοιχα το να εκπαιδευτούμε μέσα στη δυάδα για το πώς να μοιραζόμαστε εκείνα που μας απασχολούν, μόνο θετικό αποτέλεσμα μπορεί να φέρει.

Τα προβλήματα που αγνοούμε συσσωρεύονται, γιγαντώνονται και καταλήγουν να είναι οι μπαμπούλες κάτω από το διπλό κρεβάτι μας. Ας μάθουμε λοιπόν να ανοίγουμε τα φώτα και να τα κάνουμε να βγαίνουν από τις σκιές. Ας σταματήσουμε να κρυβόμαστε πίσω από ατάκες περί ευγνωμοσύνης που ουσιαστικά υποβιβάζουν το συναίσθημα και τη συνθήκη μέσα στην οποία βρίσκεται. Ας αντιμετωπίσουμε τον έρωτα με ευθύτητα και ειλικρίνεια και ίσως έτσι η προσπάθειά μας αυτός να ευδοκιμήσει, να στεφθεί με επιτυχία.

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη