Σου έχει τύχει ποτέ να θες πολύ να κάνεις κάτι ή ακόμη και να έχεις στο πρόγραμμα να κάνεις κάτι μέχρι τη στιγμή που έρχεται κάποιος και σου λέει να το κάνεις; Μετά είναι σαν αυτός ο κάποιος να πατάει ένα μικρό αόρατο κουμπί και μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα όλη η θέληση να εξαφανίζεται, αφήνοντας πίσω της μία μεγάλη ενόχληση και έναν αισθητό εκνευρισμό. Αναρωτήθηκες ποτέ γιατί συμβαίνει αυτό;
Πόσο πιο εύκολο δε θα ήταν να πεις απλώς «το είχα στο νου μου», μην καταναλώνοντας παραπάνω φαιά ουσία σε κάτι που πρακτικά δε θα έκανε καμία αλλαγή στην εξέλιξη των πραγμάτων; Όμως όχι. Ο εγκέφαλός σου εκείνη τη στιγμή παίρνει ένα πολύ διαφορετικό μήνυμα. Το μήνυμα ότι κάτι άλλαξε. Ξαφνικά νιώθεις σαν να μειώθηκε η αξία αυτού που ετοιμαζόσουν να κάνεις, γιατί πολύ απλά πλέον δεν είσαι παρά μόνο ο υπάκουος εκτελεστής ή σε πολλές περιπτώσεις ούτε καν αυτός.
Μειώθηκε όντως η αξία; Και βέβαια όχι, η πράξη αυτή καθαυτή παραμένει ίδια, η αίσθηση της πρωτοβουλίας όμως είναι πολλές φορές αυτή που μας χαρίζει το κίνητρο. Η ανάγκη να δημιουργήσουμε σε όποιον έχουμε απέναντί μας μία θετική σκέψη, την αίσθηση ότι τον σκεφτήκαμε ίσως, έτσι από μόνοι μας, χωρίς να χρειαστεί εκείνος να κάνει κάτι για να μας υπενθυμίσει την παρουσία του και τις υποχρεώσεις μας.
Και αν το σκεφτούμε λιγάκι ειλικρινά θα δούμε ότι δεν αντιδρούμε με όλους έτσι. Σε πολύ κόσμο θα πούμε όντως ένα απλό «το είχα στο νου μου» και θα συνεχίσουμε ανενόχλητοι. Είναι συγκεκριμένα τα άτομα στη ζωή μας που μας εμπνέουν τέτοια αντιδραστικότητα και συνήθως είναι συγκεκριμένοι οι λόγοι που μας ξυπνάνε αυτά τα συναισθήματα. Οι περιπτώσεις διάφορες και όλες οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, οι λόγοι όμως που κρύβονται πίσω από κάθε περίπτωση είναι εντυπωσιακά διαφορετικοί.
Ένα πρώτο ενδεχόμενο είναι μία σχέση που εξ ορισμού κρύβει αντιδραστικότητα, αλλά και πολλή αγάπη. Μία σχέση όπως αυτή του γονιού με το παιδί του. Σχέσεις στις οποίες κυνηγάμε έναν μικρό θαυμασμό, χαιρόμαστε να εντυπωσιάζουμε, αλλά ταυτόχρονα θέλουμε να νιώθουμε και την αίσθηση της ανεξαρτησίας. «Είμαι μεγάλος πια, ό,τι θέλω θα κάνω» λέγαμε με πάθος και ας ήμασταν μόλις πέντε χρονών ή αργότερα όταν μπήκαμε στην εφηβεία και αρνούμασταν πεισματικά να δεχτούμε οποιαδήποτε οδηγία, γιατί πολύ απλά εμείς «ξέραμε». Έχει μάθει, λοιπόν, ο εγκέφαλός μας να δέχεται την οδηγία σαν κάτι αρνητικό. Ξυπνάει ο πεντάχρονος επαναστάτης εαυτός μας και φωνάζει «Είμαι μεγάλος πια, ότι θέλω θα κάνω». Και ταυτόχρονα ξυπνάει ένα μικρό παράπονο και φωνάζει ότι κάποιος του στέρησε τον θαυμασμό που επιζητούσε έστω και μέσα από μία μικρή κίνηση.
Μία δεύτερη περίπτωση είναι οι σχέσεις εκείνες που όσο και αν αρνούμαστε να το παραδεχτούμε, έχουν φτάσει σε τέλμα. Δεν μιλάμε κατ ανάγκη για σχέση ερωτική, μία φιλία ή ακόμη και μία συνεργασία μπορεί εύκολα να φτάσει επίσης σε τέτοιο τέλμα και εκεί δεν είναι οι λέξεις που εμπνέουν την αντιδραστικότητα, αλλά το ίδιο το άτομο. Ίσως μας βγάζει ανταγωνισμό η παρουσία του, ίσως μας κάνει για κάποιο λόγο να νιώθουμε λίγοι, ίσως νιώθουμε ότι προσπαθεί να μας μειώσει. Όταν, λοιπόν, ένα άτομο που μας εμπνέει αρνητικά συναισθήματα μάς λέει να κάνουμε κάτι που εμείς ήδη θέλαμε είναι σαν να μας κλέβει μία ιδέα που μας άνηκε. Σαν να μας αναγκάζει να μοιραστούμε μαζί του τα εύσημα. Μπαίνουμε στη διαδικασία να σκεφτούμε ότι αν το κάνουμε τώρα, μειώνουμε μόνοι την αξία μας ή ακόμη χειρότερα ανεβάζουμε την αξία του άλλου και αυτό εκείνη τη στιγμή μας ενοχλεί! Σκέψεις που κάνουν τη λογική παραπέρα και αφήνουν τα συναισθήματα να πάρουν το τιμόνι οδηγώντας μας σε έναν τρόπο σκέψης όχι κατ’ ανάγκη εποικοδομητικό. Σκέψεις όμως που σίγουρα πρέπει να μας χτυπήσουν το καμπανάκι της αναθεώρησης βάζοντάς μας στη διαδικασία είτε να βελτιώσουμε μία σχέση, είτε αν δούμε ότι δεν αλλάζει να την τελειώσουμε με συνοπτικές διαδικασίες.
Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα θελήσεις να κάνεις κάτι και κάποιος θα στο χαλάσει λέγοντάς σου να το κάνεις μπες στη διαδικασία να δεις τι φταίει που θέλεις να αντιδράσεις. Ξυπνάει ο έφηβος που κρύβεις μέσα σου ή μήπως ξυπνάει ένας αρνητισμός που προσπαθείς να θάψεις; Την επόμενη φορά που θα θελήσεις να κάνεις κάτι και κάποιος σου πει να το κάνεις, πριν πεισμώσεις πάρε δύο βαθιές ανάσες και σκέψου πόσο πιο εύκολο θα ήταν να πεις τελικά ένα απλό «το είχα στο νου μου» και να προχωρήσεις.
Βέβαια αν σκεφτόσουν ήδη από μόνος σου να κάνεις κάτι από αυτά, τότε μάλλον ξέρω τι σκέφτεσαι τώρα. «Είμαι μεγάλος πια, ό,τι θέλω θα κάνω».
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.