Ξέρεις κάτι;  Ήθελα να μείνω. Να μείνω χωρίς ταμπέλες, χωρίς όρια ή περιθώρια γιατί εξάλλου αυτά τα τελευταία μ’ αρέσει να τα γαμάω. Μ’ αρέσει να προκαλώ στα τέρματα τις επιθυμίες μου, έτσι για να δω πού θα με βγάλουν. Τις τολμάω, τις απαιτώ, τις φτάνω στο αμήν και δοκιμάζω αντοχές, είναι ωραίο παιχνίδι μα θέλει νεύρα γερά. Γι’ αυτό σου λέω ήθελα να μείνω χωρίς να με νοιάζει τι είσαι και τι δεν είσαι. Έτσι κι αλλιώς όσα δε λέγαμε ήταν πάντα πολύ περισσότερα απ’ όσα λέγαμε εμείς οι δυο. Μα κάπου το έχασα.

Όσα δεν ξέρεις για μένα είναι όσα θα κατάφερνες να δεις και ν’ αγαπήσεις αν με άντεχες στις σιωπές και τα πείσματά μου. Μα πιο πολύ αν με άντεχες κάθε φορά που θα με έκανες εσύ να ανοιχτώ. Είναι όλα εκείνα που θα αποκωδικοποιούσες τελικά μέσα στους εγωισμούς και τα ψέματά μου αν δε μοιάζαμε τόσο πολύ εμείς οι δυο.

Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα μείνει επειδή θέλει κάτι που δεν ήταν ποτέ εκεί γι’ αυτόν, μάτια μου, για τα «μάτια» μιας πλασματικής παρουσίας. Βάζω φωτιά και τα καίω όλα όσα θέλω αν όσα θέλω δεν μπορούν να κρατήσουν τη φλόγα μέσα μου ζωντανή. Γιατί χωρίς φωτιές στον έρωτα εγώ βαριέμαι. Δε με νοιάζει να ξέρω πού θα βγει αρκεί το τώρα μου, ό,τι κι αν είναι, να μπορεί να με κρατήσει εκεί το ίδιο παθιασμένα όπως την πρώτη φορά που με κοίταξες και μου ‘πες «δεν αντέχω άλλο», θυμάσαι; Σ’ αυτές τις ανυπόμονες γρήγορες ανάσες μένω εγώ.

Στις ματιές που κοχλάζουν και στα υπονοούμενα που μου γυρνάνε το μυαλό. Στις παρουσίες που προκαλούν ασύστολα, στις λαχτάρες που εκφράζονται άμεσα κι αφοπλιστικά, στα «σε θέλω τώρα» και στα πιο συναισθηματικά «θέλω να σε δω» που δε φοβούνται να εκφράσουν τον εαυτό τους ως «μου έλειψες». Δε ζήτησα ποτέ να βαφτίσεις αυτό που έχουμε, δε ζήτησα ποτέ όρκους αιώνιας πίστης και δέσμευσης, δε μου κάθεται καλά ούτε μένα αυτό το κοστουμάκι έτσι κι αλλιώς.

Πώς περιμένεις να με κρατήσεις όμως έστω γι’ αυτό το γαμημένο παρόν αν κατά τη διάρκεια αυτού του χιλιοειπωμένου πια «τώρα» έχεις πάψει ν’ αφυπνίζεις τις αισθήσεις μου; Δεν είμαστε φίλοι, καρδιά μου. Ποτέ δεν ήμασταν. Δεν είναι κακό να μπεις στο friend zone αν αυτό θέλεις. Μπορεί να κάναμε γαμώ τις παρέες εξάλλου, δεν το απέκλεισα ποτέ. Αν δεν ήταν αυτό που επιδίωκες, όμως, ο στόχος σου χάθηκε και κάπως έτσι χάθηκα κι εγώ.

Αν θες να μείνω, λοιπόν, είναι τόσο απλό όσο δεν πάει το μυαλό σου: Αν θες να μείνω, κράτα με. Αν είσαι απ’ τους ανθρώπους που δεν έχουν μάθει να διεκδικούν, βάλε τον εαυτό σου πιο ψηλά και μη μου ανοίγεσαι. Μη μου μιλάς. Κλείσου. Κλείσου κι άλλο. Απομακρύνσου. Χάσου. Και χάσε με.

Ξέρω πώς είναι ν’ αποζητάς φωτιές ενώ φοβάσαι μην καείς. Μια αντίφαση ήταν πάντα κι εμένα η ζωή μου. Ξέρω πώς είναι τη μια μέρα να θέλεις έναν άνθρωπο εκεί, αυτόν τον έναν που θα σε γεμίσει συναίσθημα και θα τον γεμίσεις αγκαλιές, πειράγματα και φιλιά μα την επόμενη να ξυπνάς και να σκέφτεσαι πως μόνο όταν είσαι εσύ κι ο εαυτός σου δεν πνίγεσαι και δεν χάνεσαι τόσο. Πράγμα πιο εύκολα διαχειρίσιμο, έτσι δεν είναι;

Μόνο όταν είσαι εσύ κι ο εαυτός σου μπορείς να κάνεις ό,τι γουστάρεις δίχως να είσαι «αναγκασμένος» να δίνεις πουθενά λογαριασμό πόσο μάλλον όταν το να σκέφτεσαι εκείνον που σε έκανε να θες ίσως πού και πού να του δίνεις, σε κάνει να νιώθεις πιο πολλά απ’ όσα μπορείς να διαχειριστείς. Ξέρω πώς είναι τη μια μέρα να έχεις ανάγκη αυτό που την επόμενη μπορεί να το βαριέσαι και τη μεθεπόμενη να σου λείπει ξανά. Ξέρω πώς είναι να μην μπορείς να εξηγήσεις τι σκατά είναι πια αυτό που νιώθεις αφού δεν είναι έρωτας. Κι αν μία στο εκατομμύριο είναι, τι κάνουμε;

Ναι, τα ξέρω όλα αυτά μα άκου κάτι. Δε με ενδιαφέρουν πια. Έκφραση συναισθημάτων λέγεται. Αν υπάρχουν. Έκφραση σκέψεων. Εγώ εκεί μένω. Για μια ώρα, μια μέρα, έναν χρόνο, για πάντα, δε με αφορά. Για όσο τολμάν και διαρκούν όλα αυτά εγώ μένω. Αλλιώς προτιμώ τη φυγή, δε γουστάρω τις χλιαρές καταστάσεις. Το μεγάλο γαμώτο είναι όταν μια χλιαρή κατάσταση γυρίζει γύρω από κάποιον που θέλησες πολύ. Πάσο τότε πονάει το να φεύγεις. Πάσο τότε ελπίζεις μέχρι την τελευταία στιγμή να έχεις πέσει έξω, να εμφανιστεί, να σε ταρακουνήσει και με τον τρόπο του να σου φωνάξει «μείνε γαμώτο!». Για όσο.

Αν όμως αυτό δε συμβεί προτιμώ να πονέσω και να ζήσω τα επόμενα, όσα έχουν τα κότσια να με κρατήσουν, παρά να στροβιλίζομαι συνεχώς γύρω από ένα τεράστιο ερωτηματικό επίσης για όσο. Είχα πει πως θα σε άντεχα γι’ αυτό που είσαι. Δεν το παίρνω πίσω. Σε αντέχω γι’ αυτό που είσαι. Αρκεί να είσαι. Απ’ τις απουσίες και τους τοίχους σου δεν έχω κάτι ν’ αντέξω. Δεν είναι εσύ. Είναι εσύ που απέχεις. Κι αυτό δε μου αξίζει να το αντέξω για κανέναν. Αν θες να μείνω, κράτα με. Αλλιώς ας πάμε κι οι δυο μας γι’ άλλα. Κι ας μη μάθουμε ποτέ με τι θα έμοιαζε αν έπαιρνε επιτέλους μορφή αυτό που συνέβη μεταξύ μας κάποτε.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη