«Ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις», λέει ένα γνωμικό που αποδίδεται σε πολλούς συγγραφείς. Η ζωή μας είναι γεμάτη ανθρώπους. Άλλοι αποδεικνύονται περαστικοί, άλλοι έρχονται για να μείνουν, άλλοι βρίσκονται δίπλα μας πάντα σαν ήρεμες δυνάμεις στο φόντο –σιωπηλοί φύλακες άγγελοι–, άλλοι σαμποτάρουν την πορεία μας μέχρι να πάρουμε χαμπάρι τις αληθινές τους προθέσεις και να τους βγάλουμε εμείς από την καθημερινότητά μας οριστικά. Προθέσεις. Να μία λέξη κλειδί, λοιπόν, που αποτελεί πάσα για να πάμε παρακάτω.
Κάθε άνθρωπος σε όποια από τις παραπάνω κατηγορίες κι αν ανήκει κρύβει μέσα του κάποιες προθέσεις και λειτουργεί με γνώμονα αυτές. Όσοι μας αγαπούν αληθινά σίγουρα κουβαλούν τις πιο αγνές βλέψεις για το άτομό μας κι έτσι με κάθε ευκαιρία δηλώνουν παρόντες είτε για να μας συμβουλέψουν, είτε για να μας στηρίξουν ή να μας βοηθήσουν πρακτικά.
Τι γίνεται, όμως, όταν οι προθέσεις μπερδεύονται με την κρίση, την άποψη, το δίκιο και την επιθυμία; Όσο κι αν νοιάζεται κάποιος για εμάς, το σίγουρο είναι πως δεν είναι «εμείς» κι ούτε είναι φυσικά ο ίδιος αλάνθαστος. Κάθε φορά που ένας δικός μας άνθρωπος είναι εκεί για να προσφέρει χείρα βοηθείας και να μοιραστεί μαζί μας τις σκέψεις του πάνω σε όποιο ζήτημα μας απασχολεί και μας προβληματίζει, καλό θα ήταν στο τέλος της ημέρας να αξιολογούμε εμείς οι ίδιοι ανεπηρέαστοι όσα έχουμε ακούσει με βάση τη δική μας προσωπικότητα και τους δικούς μας στόχους.
Μπορεί να νιώσουμε πελαγωμένοι αρκετές φορές στη ζωή μας κι υπό την επήρεια αυτής της κατάστασης οποιαδήποτε συμβουλή να σταθεί για εμάς σανίδα σωτηρίας. Ωστόσο, η ενδοσκόπηση είναι σχεδόν πάντα καλύτερος σύμβουλος από την άκριτη αναπαραγωγή ξένων απόψεων κι αυτό απαιτεί χρόνο με τον εαυτό μας και ξεψάχνισμα της ψυχής μας ώσπου να συνειδητοποιήσουμε τι είναι εκείνο που θέλουμε εμείς πραγματικά.
Είτε έχουμε δίπλα μας έναν φίλο είτε κάποιον συγγενή ακόμη και τους ίδιους τους γονείς μας, πάντα τα λεγόμενά τους καλό είναι να περνούν από το αμιγώς δικό μας φίλτρο προτού καταλήξουμε να δράσουμε προς όποια κατεύθυνση. Ίσως, οι προθέσεις όλων των ανθρώπων που μας νοιάζονται πραγματικά να είναι καθαρές και να στοχεύουν στο καλύτερο για εμάς, αλλά δε θα έπρεπε να ξεχνάμε πως το «καλύτερο» από άνθρωπο σε άνθρωπο διαφέρει και πως μόνο εμείς είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι θα μας έκανε ευτυχισμένους και τι όχι. Ειδικά όταν έρχονται εκείνες οι στιγμές που βρίσκουμε τους εαυτούς μας να πελαγοδρομούν κι όντες ευάλωτοι κρεμόμαστε από τα λόγια άλλων είναι τελικά ίσως το χειρότερο timing για να πάρει κανείς σημαντικές αποφάσεις.
Από την άλλη κανείς μας δεν έχει το αλάθητο. Ας μην ξεχνάμε πως όσες πιθανότητες έχει μια δική μας απόφαση να πάει στραβά άλλες τόσες έχει κι η συμβουλή κάποιου δικού μας ανθρώπου. Ακόμη κι αν πιστέψουμε ότι λόγω ηλικίας η εμπειρία του εκάστοτε είναι μεγαλύτερη, δε σημαίνει αυτομάτως ότι μας ταιριάζει ή ότι αποτελεί πανάκεια. Επιπλέον, οι εμπειρίες των ανθρώπων διαφέρουν όσο ακριβώς κι οι ίδιοι, ενώ δεν είναι τελικά απαραίτητο κάποιος μεγαλύτερος να έχει ίδιες και περισσότερες εμπειρίες από εμάς, ούτε φυσικά να τις έχει αξιολογήσει ή βιώσει με τον τρόπο που θα το κάναμε εμείς.
Ο εαυτός μας θα μπορούσε να σταθεί δίπλα μας ως ο πιο έμπιστός μας φίλος αν τον ακούγαμε, τον σεβόμασταν και τον αγαπούσαμε πραγματικά. Αντί αυτού πολλοί καταλήγουν αυτοκαταστροφικοί ή άγονται και φέρονται πάντα μεταξύ απόψεων, αποφάσεων και προθέσεων τρίτων. Σίγουρα το να έχουμε ανοιχτά τ’ αφτιά μας σε συμβουλές κι οπτικές γωνίες δεν είναι κακό, ίσως επιβάλλεται κιόλας ώστε να έχουμε πιο σφαιρική εικόνα μιας κατάστασης.
Ωστόσο, η τελική απόφαση ανήκει σε εμάς κι αν ακόμη ακολουθήσουμε τη συμβουλή κάποιου άλλου, τουλάχιστον ας ταιριάζει σε ό,τι θα θέλαμε να κάνουμε έτσι κι αλλιώς. Διότι άλλο είναι να μας βοηθάει κανείς να ξεθολώσουμε ώστε να δούμε καθαρά ποιοι είμαστε και τι μας γίνεται, άλλο είναι να τον αφήνουμε να μας χειραγωγεί έστω κι αν θέλει όντως το καλό μας.
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα