Κατά τη διάρκεια της ζωής σου θα υπάρξουν στιγμές –αρκετές στιγμές– που θα πληγωθείς απ’ την αλληλεπίδραση σου με κάποιον σημαντικό για σένα άνθρωπο. Αυτό το αναπόφευκτο γεγονός –και λέω γεγονός γιατί το πιθανότερο είναι πως ήδη το έχεις πάθει έστω μία φορά– είναι κομμάτι της ιστορίας σου και κατ’ επέκταση όσα άφησε ή θα αφήσει μέσα σου, είναι δικό σου κομμάτι. Σημάδια, μαθήματα, άμυνες, αναμνήσεις, όλα όσα σου κληροδοτούν οι συναισθηματικές πληγές που σου δημιουργούν οι άλλοι, είναι μέρος του κόσμου σου και των εμπειριών σου. Είναι –εν μέρει– εσύ.
Συνήθως τα όριά μας τα ξεπερνάμε για έναν έρωτα. Αυτός είναι που «μολύνει» τη λογική με παράνοια. Αυτός είναι που ξυπνάει τα πιο άγρια ένστικτά μας. Αυτός μας συστήνει με τις πιο ακραίες πτυχές μας, με εαυτούς μας που δεν ξέραμε καν ότι είχαμε, με όσα δηλώναμε ότι δε θα κάναμε ποτέ για κανέναν. Αυτός μας κάνει να ξαγρυπνάμε τις νύχτες για ό,τι δεν είναι εδώ. Αυτός μας ευαισθητοποιεί για τον έναν και μας αναισθητοποιεί για όλους τους υπόλοιπους, εκμηδενίζει σχεδόν κάθε πρόβλημα ή κηλιδώνει –ως ανεκπλήρωτος– κάθε χαρά. Όσο κι αν ισχύει, λοιπόν, αυτό που λένε πως σε επηρεάζει ό,τι αφήνεις να το κάνει, στον έρωτα τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά.
Κατά βάθος ακόμη κι οι πιο κυνικοί μέσα τους ξέρουν ότι το μόνο που ίσως μπορούν να ελέγξουν στον έρωτα είναι το πώς και –για τους πιο σκληροπυρηνικούς– το αν θα τον εκδηλώσουν. Καλώς ή κακώς, όμως, δεν έχει βρεθεί ακόμη τρόπος που να ελέγχει το αν θα ερωτευτούν και ποιον. Αντιστοίχως, δεν έχει βρεθεί ακόμη ο τρόπος αυτοματοποιημένου «ξεπεράσματος» για όσους μας έχουν πληγώσει και για εκείνους που αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων είτε επειδή ήταν όντως γενικά ανάξιοι των συναισθημάτων μας είτε επειδή φέρθηκαν ως τέτοιοι μια δεδομένη στιγμή. Ο έρωτας, κύριοι, αν δεν είναι, ομοιάζει πολύ με ένστικτο. Και τα ένστικτα σπανίως ελέγχονται αποτελεσματικά.
Ως πληγωμένος και καψούρης θ’ ακούσεις και θα διαβάσεις πολλά ωραία αποφθέγματα γεμάτα οργή για τους μαλάκες με τους οποίους δεν αξίζει να ασχολείσαι κι άλλα απλώς προτρεπτικά που θα σε συμβουλεύουν να μη δίνεις εσύ αξία σε όποιον σου φέρθηκε σκάρτα. Άλλοι θα σου πούνε να ξεχάσεις όποιον σε ξέχασε, άλλοι να ξεπεράσεις εκείνον ή εκείνη που σε άδειασε, μα όλοι τους παραλείπουν να μας δείξουν πού ακριβώς είναι εκείνο το μαγικό κουμπάκι προς επίτευξη όλων των παραπάνω λυτρωτικών κατά τα άλλα αερολογιών.
Εκείνος που σου λέει πως φταις επειδή ακόμη θυμάσαι τον μαλάκα που εξαφανίστηκε και κλαις, ας μας πει από ποια εταιρεία αγόρασε τον αυτόματο διαγραφέα ανθρώπων και συναισθημάτων, να τον προμηθευτούμε κι εμείς οι υπόλοιποι ταπεινοί κοινοί θνητοί. Εκείνος που θα σου τα χώσει γι’ αυτόν που πήγες κι ερωτεύτηκες, ας μας εκμυστηρευτεί πώς τον προγραμμάτισαν οι κατασκευαστές του ώστε πριν ερωτευτεί, να το ρίχνει επιτυχώς στο face control.
Όποιος σε κατακρίνει για τις επιλογές σου ή τις σπασμωδικές κινήσεις σου, ας μας συμβουλεύσει με βάση το πώς αυτός καταφέρνει να είναι απόλυτα νηφάλιος έχοντας κατεβάσει μια ολόκληρη κάβα. Γιατί αυτό προκαλεί ο έρωτας. Το χειρότερο μα και το πιο γλυκό μεθύσι, έχοντας πάντα δυστυχώς τις προοπτικές να μετατραπεί ο ίδιος από ποτό σε δηλητήριο.
Αν μπορούσαμε να ελέγξουμε τον έρωτα δε θα ήταν συναίσθημα αλλά επιλογή. Θα διαλέγαμε ποιον θα καψουρευτούμε όπως διαλέγουμε τι ζευγάρι παπούτσι θα φορέσουμε σήμερα κι όλοι θα τρέχαμε στα λιβάδια με ξέπλεκες κοτσίδες. Δυστυχώς όμως, καλοπροαίρετοι φίλοι, που δε θέλετε να μας βλέπετε να πονάμε κι εξίσου καλοπροαίρετοι συγγραφείς που προσπαθείτε να εμψυχώσετε τους απανταχού πεσόντες καψούρηδες με quotes του τύπου «διέγραψε ό,τι σε έχει διαγράψει», δεν είμαστε ρομπότ. Και το θέμα είναι πως ακόμη κι εσείς όταν έρθει η ώρα να εφαρμόσετε όσα λέτε, θα αποτύχετε παταγωδώς. Και το ξέρετε ήδη.
Η αρχή και το τέλος ενός έρωτα –έστω και μονομερούς– δεν εκβιάζονται. Απλώς συμβαίνουν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη