Η νύχτα μιλάει διαφορετικά σ’ εμάς τα παιδιά της. Μας ξεμοναχιάζει στις γωνιές του μυαλού μας και μας χτυπάει αλύπητα στο συναίσθημα. Με γλώσσα αλήτικη και καψουρεμένη ξεσηκώνει ακόμη περισσότερο τις ήδη φουρτουνιασμένες μας σκέψεις. Προσπαθώντας να χαρακτηρίσω επαρκώς την κατάσταση που επικρατεί στα κεφάλια μας απέτυχα, μα κράτησα μία φράση που φιλότιμα προσπαθεί να πλησιάσει αυτό το οποίο μας συμβαίνει: «τρικυμία εν κρανίω». Κι η νύχτα τους ανήσυχους τους στήνει στα τρία μέτρα.

Τα σκοτάδια της ξετρυπώνουν τις πιο μύχιες σκέψεις μας. Η ατμόσφαιρά της, που πάντα μοιάζει λες και κάτι κρατάει μυστικό, ξυπνάει παλιά και νέα απωθημένα. Είναι ικανή να ξεσαλώσει για να μας κάνει ν’ αγγίξουμε τα άκρα μας ή να σταθεί δίπλα μας μοναχική τονίζοντας ή παρηγορώντας τη μοναξιά μας. Η νύχτα είναι εξομολόγηση. Εξομολόγηση ερώτων, επιθυμιών, σκέψεων, φόβων. Είναι η άλλη όψη της ζωής που κάνουμε τη μέρα κι η άλλη εκδοχή του εγώ μας. Η πιο αγριεμένη, η πιο απελευθερωμένη, ίσως η πιο ειλικρινής. Μας θέτει αντιμέτωπους με τον ίδιο μας τον εαυτό, κάνει πλάτες στα πάθη μας, ρίχνει λάδι στις φωτιές μας ή μας ηρεμεί μέσα από δοτικές αγκαλιές.

Μπορεί να γίνει παράπονο. αλλά και καταφύγιο εραστών. Μπορεί ν’ αποτελέσει έμπνευση, αλλά και να μας αδειάσει. Ξυπνάει τα περασμένα από ανάγκη για συναίσθημα, ξεγυμνώνει όσα δεν έχουμε καταφέρει να ξεχάσουμε κι ας το παίζουμε άνετοι κάθε πρωί, καθώς αφήνουμε ηθελημένα την καθημερινότητα να μας παρασύρει. Επαναφέρει ανολοκλήρωτα ή σβήνει ανεκπλήρωτα ανάβοντας νέες φωτιές, ακόμη πιο μεγάλες. Παραπλανεί, αλλά κι απογυμνώνει. Ενώνει την ίδια στιγμή που σου προσφέρει χώρο. Αφιερώνεται κι αφιερώνει.

Εμάς τις νύχτες δε θα μας βρεις αγκαλιά μ’ ένα μαξιλάρι να σουλατσάρουμε στο δέκατο όνειρο απολαμβάνοντας έναν ήρεμο βαθύ ύπνο. Θα μας πετύχεις κάπου μ’ ένα τσιγάρο στο χέρι να κάνουμε απολογισμούς, να σκεφτόμαστε εκείνον ή εκείνη, να παλαντζάρουμε ανάμεσα σε άπειρα διλήμματα, να κάνουμε σεξ για πολλοστή φορά, να χορεύουμε ασύστολα μεθυσμένοι. Θα μας βρεις εξίσου εύκολα κάπου μόνους ή με μικρή παρέα να λέμε τους πόνους μας ή να γελάμε χωρίς λόγο, σε ένα μπαλκόνι, μια ταράτσα ή οπουδήποτε ψηλά ν’ αγναντεύουμε τοπία, πολυκατοικίες, τον βρόμικο ουρανό της πόλης, ακόμη και τ’ αστέρια κι ας μην είμαστε καν όλοι ρομαντικοί.

Τότε βρίσκουμε τους εαυτούς μας μέσα σε όλους ή και μακριά τους, μόνοι μας μέσα σε κόσμο ή χωρίς κανέναν δίπλα μας, παθιασμένοι όταν τα δίνουμε όλα μαζί με τον άνθρωπο που γουστάρουμε ως το τέρμα. Κι όταν οι υπόλοιποι μηδενίζουν τα κοντέρ τους κάπου στα μεσάνυχτα σκεπτόμενοι την επόμενη μέρα και τις διάφορες υποχρεώσεις, το δικό μας το μάτι δε λέει να κλείσει αν δεν αγγίξουν οι δείκτες μια απ’ τις πρώτες πρωινές ώρες.

Ευχή και κατάρα αυτή η αϋπνία, μας οδηγεί σε μονοπάτια σχεδόν εκστατικά προς όποια κατεύθυνση θέλει να ακολουθήσει η ψυχολογία μας κάθε φορά. Αν έχουμε κατάθλιψη θα πνίξουμε τον πόνο μας σε κάτι, θα πάρουμε τους δρόμους συνοδεία μουσικής για να ικανοποιήσουμε τις τάσεις φυγής μας, θα αγκαλιάσουμε τον εαυτό μας στο κρεβάτι θέλοντας να απομονωθούμε εμείς και το βασανιστικό μας μυαλό, θ’ αδειάσουμε το κεφάλι μας γράφοντας ανελέητα ή ξεσπώντας σε οτιδήποτε ο καθένας από εμάς τον βοηθάει να εκφράζεται. Αν μας πετύχεις πάνω στη μανία κάπου με κάποιους θα τα δίνουμε όλα περιμένοντας να ξεμυτίσει ο ήλιος για να συνειδητοποιήσουμε ότι ίσως ήρθε η ώρα πια και για εμάς να κοιμηθούμε.

Ναι, ίσως είμαστε ανάποδοι άνθρωποι. Ως πλάσματα νυχτόβια κάποια στιγμή συναντάμε τον Μορφέα –που γνωρίζει τα χούγια μας πια– καθώς κλείνει τους διακόπτες μας, όταν όλοι οι υπόλοιποι κλείνουν ξυπνητήρια πριν σηκωθούν για να ξεκινήσει η μέρα τους. Γι’ αυτό κάπου εδώ θα σου πω ότι αν θέλεις να τα έχεις καλά μαζί μας μη διανοηθείς να μας σηκώσεις στη χειρότερη περίπτωση πριν τις 11. Είναι εντελώς καταθλιπτικό κι ανούσιο ν’ ανοίγουμε το μάτι μας σε ώρες που σηματοδοτούν αγγαρεία ξέροντας ότι αν δεν πρόκειται να πάμε εκδρομή ή κάτι παρόμοιο, το μοναδικό «ενδιαφέρον» που θα μπορούσαμε να κάνουμε θα ήταν να μοιράσουμε το γάλα.

Σεβάσου ότι δεν είμαστε πρωινοί τύποι ούτε θεωρούμε πως κερδίζουμε τη μέρα αν βγούμε έξω από τις 8, λες και θα τρέξουμε να πιάσουμε θέση στην ουρά της εφορίας. Άσε που, μεταξύ μας, αυτό που δεν έχεις ίσως καταλάβει για εμάς είναι ότι συνήθως παρασκεφτόμαστε. Και για έναν άνθρωπο που παρασκέφτεται με τον δικό μας τρόπο το πρωί σηματοδοτεί τη βάναυση σύγκρουση με την πραγματικότητα. Γι’ αυτό θέλουμε τον χρόνο μας ώστε να προσαρμοστούμε κάθε φορά στην ιδέα του restart, ειδικά μετά από τέτοιο πνευματικό –κι όχι μόνο–

νυχτερινό ξεσάλωμα.

Για εμάς ο πρωινός ύπνος είναι γέμισμα μπαταριών, επαναφόρτιση κυρίως μυαλού, επαναπροσδιορισμός αμυνών σε κάθε επίπεδο, γι’ αυτό τελικά αρνείται ο ίδιος μας ο οργανισμός ν’ αντεπεξέλθει σε οποιαδήποτε λειτουργία, αν δε γίνουν όλα αβίαστα και χαλαρά. Δε θέλουμε κάτι άλλο. Άσε μας μόνο να κοιμηθούμε το πρωί κι αν θέλεις έλα να σε ταξιδέψουμε στον κόσμο μας κάποιο βράδυ. Και μη μας παρεξηγείς. Δεν είμαστε τεμπέληδες. Είμαστε λάτρεις της ζωής μόνο που για εμάς αυτή έχει ωράρια άλλα.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη