Δε μου αρέσουν οι φόβοι, ούτε οι φοβίες. Δε θέλω να φοβάμαι. Τις περισσότερες φορές, όταν δεν μπορώ να αποφύγω το συγκεκριμένο συναίσθημα, στο τέλος κάνω αυτό που με φοβίζει για να μη με νικήσει. Πάντα ανάμεσα στην ευθεία γραμμή της σταθερότητας και το «άνω-κάτω» εγώ επέλεγα το δεύτερο. Ζωή καρδιογράφημα. Θες από έμφυτη παρόρμηση, θες από βαρεμάρα, θες από ψώνιο, ανάλογα τον τομέα και την κατάσταση κάτι με οδηγούσε στα ακραία και τα ασυνήθιστα.
Στον έρωτα ειδικά απαιτούσα τα πάντα και συνήθως τα έπαιρνα. Αν θέλετε, πείτε με και ψώνιο Λίγο με νοιάζει. Μπορούσα όμως να έχω αυτό που ήθελα χωρίς να κάτσω να ψάξω το πώς και το γιατί. That’s all.
Σε πολλές περιπτώσεις, βέβαια, εμφανίζεται ξαφνικά κι απρόσκλητα μια εξαίρεση για να επιβεβαιώσει όσα ισχύουν με τον πιο έντονο τρόπο. Έτσι και για μένα η εξαίρεσή μου υπήρξες εσύ. Με σένα γνώρισα για πρώτη φορά την έννοια του απόλυτου.
Κι η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι εγώ φοβόμουν να αντιμετωπίσω την απολυτότητα. Για την ακρίβεια, δεν την επιλέγω, γιατί με περιορίζει, στενεύει τα περιθώρια και μειώνει οικτρά τις επιλογές. Όλα αυτά για μένα ισοδυναμούν με φυλακή.
Και δε φοβάμαι την ένταση στο ολοκληρωτικό δόσιμο, ίσα-ίσα αυτό το γουστάρω ως ιδέα. Το υποσυνείδητό μου τσίνησε στο σημείο που άκουσα τη χαζή φωνούλα του μέσα μου να επαναλαμβάνει ψιθυριστά τη λέξη «ολοκληρωτικά», με μια αίσθηση κλειστοφοβίας στον τόνο της.
Ολοκληρωτικά=Απόλυτα και Απόλυτα=Περιορισμός στο δικό μου λεξικό μέχρι τότε. Και κάπως έτσι αποσυντονίστηκα. Φυσικά δεν άργησες να νιώσεις τα αποτελέσματα αυτής μου της σύγχυσης να μπαίνουν δυναμικά και στη δική σου ζωή.
Με ήθελες, με διεκδίκησες, άντεξες, τα ζήτησες όλα, σε θέλησα όσο τίποτε άλλο, σε ερωτεύτηκα και… τρόμαξα. Αντανακλαστικά είναι αυτά, τι περιμένεις; Δειλή μόνο μη με πεις. Στραβοπάτησα όμως και εξαιτίας σου έχασα τον έλεγχο του φόβου.
Έβαλα τα δυνατά μου να σου φαίνομαι ανισόρροπη. Εφάρμοσα πάνω σου το ανόητο εκείνο βασανιστήριο του σκωτσέζικου ντους με μεγάλη επιτυχία. Μόνο που στην προκειμένη περίπτωση δεν το έκανα για να σε φουντώσω περισσότερο με τα παιδιάστικα αυτά τερτίπια. Το έκανα γιατί μία θα κέρδιζε μέσα μου η επιθυμία, μία ο φόβος. Ή θα σου έταζα τα πάντα ή θα σε μπλόκαρα.
Σ’ έδιωχνα την ίδια στιγμή που σου φώναζα «μείνε». Σ’ έπαιζα ενώ αυτό που ήθελα ήταν να σε κολλήσω στον τοίχο και να κάνουμε όσα δε χρειάζεται να γράψω γιατί τα ξέρουμε όλοι.
Εκείνο το βράδυ σου έστειλα μόνο ένα μήνυμα, αφού ζύγισα μέσα μου ψυχρά κι υπολογιστικά όλα όσα θα έπρεπε ν’ αφήσω και να ρισκάρω για σένα. Όλα αυτά που αποτελούσαν στόχους και που ψυχαναγκαστικά είχαν τοποθετηθεί σε λίστες μέσα στον εγκέφαλο μου, άλλα με τικ δίπλα τους και άλλα καταχωρημένα στην κατηγορία «to do».
Το «ολοκληρωτικά» σου, που δεν μπορούσα να ελέγξω, ένιωθα πως θα με καταστρέψει, πως θα με εμπόδιζε να κάνω όλα εκείνα τα όμορφα «to do» της λίστας μου.
Μισώ και τα απωθημένα, άλλωστε. Έτσι σου ζήτησα απλώς μια συγγνώμη, σου είπα την «αλήθεια» μου για τις ψεύτικες ελπίδες που σε τάισα, και σου ζήτησα κυνικά μα πανικόβλητα να μη με ξαναενοχλήσεις.
Ο φόβος νίκησε.
«Μη με πιστέψεις βλάκα!» ούρλιαζε εκείνο το κάτι μέσα μου, «μη με πιστέψεις!».
Έλα όμως που με πίστεψες!
Εγώ έμεινα να ταλαντεύομαι με μια απόφαση που πήρα χωρίς να μου ανήκει, κι εσύ τήρησες την υπόσχεση που σου ζήτησα να πάρεις, όσο κι αν ευχόμουν να με παρακούσεις.
Κάπως έτσι κατάλαβα ότι και τα δύο πράγματα που μισώ με εκδικήθηκαν με το χειρότερο τρόπο. Η απολυτότητα της παρουσίας σου αντικαταστάθηκε από την απολυτότητα της άρνησής μου, που μου στέρησε εσένα. Και τ’ απωθημένα, που τόσο πολέμησα μ’ εκείνη τη νοητή λίστα, έγιναν ακόμη περισσότερα μιας και προστέθηκε εκεί το όνομά σου.
Γράφω αυτό τώρα, και συνειδητοποιώ ότι δεν μπορώ να αφήσω την τραγική ειρωνεία του πράγματος να με βάλει κάτω.
Τώρα ξέρω που οδηγεί ο δρόμος του φόβου, κι έχει έρθει η ώρα να πάρει το τιμόνι η επιθυμία.
Θα μπω εγώ στη θέση του διεκδικητή και θα ξανακερδίσω όσα έχασα.
Θα σε ξανακερδίσω.