Ώρες-ώρες, όταν ξυπνάω κι έχω να κάνω κάτι που δε γουστάρω, σκέφτομαι, ρε φίλε, τι ωραία που θα ήταν αν μπορούσα να γίνω βαμπίρ. Τώρα, που είμαι ακόμη νέα, ωραία, ακμαία και -δόξα το οτιδήποτε- με δέρνει ακόμη η μαλακία ανελέητα. Ή τουλάχιστον στη χειρότερη, ας ήμουν ένας ήρωας με υπερδυνάμεις εκεί θα τα χαλάσουμε;
Τώρα εσύ σίγουρα θα αναρωτιέσαι τι περίεργη μύγα είναι αυτή που με τσίμπησε στα καλά καθούμενα και το έριξα στις ασυναρτησίες. Ρε παιδί μου, για να καταλάβεις, ποτέ δεν είδα κάποιο απ’ τα παραπάνω πλάσματα να δουλεύει για να επιβιώσει ή αν το κάνει θα είναι για κάλυψη και μόνο.
Και ναι, τελικά το πρόβλημά μου εστιάζεται στο εξής: Γιατί θα πρέπει να δουλεύουμε; Άλλη δουλειά δεν έχουμε απ’ το να τρώμε τις πιο παραγωγικές ώρες της μέρας κάνοντας οτιδήποτε συνήθως για κάποιον άλλον; Έχουμε και δικά μας θέματα, βρε αδερφέ. Ψυχολογικά και μη, δεν έχει σημασία.
Δεν μπορεί να χαραμίζουμε έτσι ένα ολόκληρο οχτάωρο (στην καλύτερη περίπτωση) από τη μέρα μας για να ακούμε τη μαλακία του καθενός, να υπακούμε σε εντολές άλλων, να σκιζόμαστε συνήθως χωρίς αντίκρισμα και στο τέλος να φεύγουμε πτώματα χάνοντας κάμποσες ακόμη ώρες μέχρι να συνέλθουμε και να συνειδητοποιήσουμε ότι έχουμε πλέον βγει στον έξω κόσμο.
Ας πούμε, εσύ που με διαβάζεις αυτήν τη στιγμή. Είμαι κάτι σαν σίγουρη ότι μάλλον είσαι ένας πάρα πολύ ενδιαφέρων άνθρωπος με χίλιες δυο επιθυμίες στο κεφάλι σου, τις οποίες δεν προλαβαίνεις ούτε καν να σκεφτείς τις περισσότερες φορές. Ή τουλάχιστον έστω ότι είσαι ένας τέτοιος άνθρωπος για να εξυπηρετήσεις αυτό που θέλω να πω.
Θέλεις ρε παιδί μου να καθίσεις για λίγο έτσι, μέσα στη χαύνωση, να καρφώσεις το ταβάνι, να τα πείτε σαν παλιά, καλά φιλαράκια μια μέρα, να το ευχαριστηθείτε. Αντ’ αυτού είσαι υποχρεωμένος να ζορίζεσαι μπροστά σε ένα σωρό αντιπαθητικές μούρες χωρίς συνήθως να μπορείς να κάνεις τίποτε άλλο από το να εξυπηρετείς.
Κι άντε και γαμήσου στην τελική κι εσύ με το μακρύ σου και το κοντό σου, φωνάζει η φωνούλα μέσα σου καθώς την πνίγεις για να πεις απλώς ένα «ναι». Φοράς ένα poker face πιο πειστικό κι από της Lady Gaga και συνεχίζεις να καντηλιάζεις από μέσα σου την τύχη σου την ανυποψίαστη.
Θέλεις να βγεις να πιεις ένα ρημαδοκαφέ την ώρα που γουστάρεις εσύ, χωρίς να ψάχνεις τι ώρες θα βόλευε την παρέα καταφεύγοντας κάθε φορά σε συμβούλιο στρογγυλής τραπέζης προκειμένου να συνδυάσετε όλοι τα ωράρια σας και πάντα στο τέλος οι μισοί να λείπουν.
Πού πήγε ο αυθορμητισμός ωρέ παλικάρια; Κι όταν θέλεις να βγεις, να ξενυχτήσεις, να πιεις, να γίνεις λιώμα, γιατί να σκέφτεσαι κάθε φορά πώς θ’ ανοίξει το μάτι για να πας πρωινιάτικα στο γραφείο μαζί με τις κότες ή πώς καλύπτεται πειστικά το hang over εν ώρα «υπηρεσίας»;
Γιατί, το άλλο πού το πας; Μήπως δεν έχεις χόμπι; Ή τουλάχιστον δε θα ‘θελες να έχεις; Θα μου πεις, βέβαια, λεφτά που θα έβρισκες για να τα κάνεις πράξη; Τώρα που δεν έχεις πιθανότατα ούτε αρκετά λεφτά ούτε χρόνο πώς ακριβώς τα κάνεις πράξη; Στον ύπνο σου.
Όταν, βέβαια, δεν εμφανίζεται μπροστά σου κι εκεί σαν φάντης μπαστούνι ο προϊστάμενός σου για να στοιχειώσει με περισσή χαρά και το υποσυνείδητό σου, γιατί ως φυσική παρουσία στη ζωή σου δεν είναι ποτέ αρκετός.
Και μην ακούσω κανέναν να μου λέει πως όταν έχεις θέληση όλα γίνονται. Ναι, ωραίο αυτό το τσιτάτο, ισχύει, το λέω κι εγώ. Αλλά στην προκειμένη δε θα πάρω. Δε γουστάρω να γίνομαι ψυχολογικά και σωματικά Τιραμόλα μπας και παραχώσω ό,τι κάτσει μέσα στην έρμη τη μέρα μου.
Θέλω να είμαι υπερδραστήρια για όσα επιλέγω εγώ. Θέλω να ζω με τους ρυθμούς μου, ν’ απολαμβάνω τα ενδιαφέροντά μου και να μη γανιάζω μπροστά στο οτιδήποτε δεν είναι δουλειά. Ναι, είμαι αργόσχολη, πες το κι έτσι.
Δες, εκεί έξω η ζωή τρέχει ανεξάρτητα από εμάς. Κι όσο εσύ βρίζεις το μαλάκα που σου γάμησε πάλι σήμερα την ψυχολογία στη δουλειά, άλλες ηλικίες κόβουν βόλτες στους δρόμους κι ονειρεύονται. Ονειρεύονται όντως να κάνουν κάτι στη ζωή τους, αλλά όχι αυτό που κάνεις εσύ με τον τρόπο που το κάνεις εσύ, ασχέτως που οι περισσότεροι ίσως κάπως έτσι θα καταλήξουν. Αφύσικη τάξη πραγμάτων βλέπεις.
Τώρα, λοιπόν, που μιλάμε τυχαίνει να είναι καλοκαίρι. Αν είσαι από τους τυχερούς που έχουν πάρει άδεια κι αράζεις σε κάποια παραλία θα προσπαθήσω να μη γίνω κακιά και να μη σε ρωτήσω πότε θα τελειώσει τούτο το όμορφο παραμύθι για σένα (γελάει στανικά). Εσύ που ακόμα δουλεύεις έχεις χαιρετίσματα απ’ τον άλλο σου εαυτό, τον συνάντησα χτες στη διπλανή ξαπλώστρα. Ζει εκείνος για σένα, είπε, μην ανησυχείς.
Μωρέ, εντάξει, δεν είμαι τόσο σκύλα. Το συγκεκριμένο άρθρο ξεκίνησε με πρόθεση να σατιρίσει και να σιχτιρίσει εκ μέρους όλων των πονεμένων ψυχών εκεί έξω που τους τρώει η μαρμάγκα κάθε μέρα στη δουλειά κι όλα αυτά με χιούμορ. Αλλά, να. Πέσατε και στην περίπτωση, γιατί εγώ δε δουλεύω με την έννοια που ένας μέσος ενήλικας έχει τη δουλειά στο μυαλό του.
Εγώ ηθοποιός είμαι και σε όσους το λέω και με ρωτάνε τι κάνω για να ζήσω, απαντάω απλώς «ζω». Άσε τα γιατί και τα πώς για μένα, δεν είμαι εγώ το θέμα τώρα. Το θέμα εδώ είναι ότι δε μου βγήκε το χιουμοριστικό τελικά κι ας ήθελα να το πάω προς τα εκεί. Κι αυτό γιατί όντως πιστεύω ότι έχουμε χάσει την μπάλα στο θέμα δουλειά.
«Διάλεξε μια δουλειά που σου αρέσει και δε θα χρειαστεί να δουλέψεις ούτε μία μέρα στη ζωή σου», λέει ο Κομφούκιος. Πάσο. Και πόσοι από εσάς εκεί έξω όντως τη διαλέξατε, είπαμε; Να. Εκεί είναι το θέμα.
Επιμέλεια κειμένου Έλλης Πράντζου: Νάννου Αναστασία.