Ίσως ένα μόνο συναίσθημα θα τοποθετούσα πάνω απ’ τον πανίσχυρο φόβο. Κι αυτό είναι η πραγματική, παθιασμένη επιθυμία. Όταν λαχταράς κάτι μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής σου είσαι ικανός να τα βάλεις με θεούς και δαίμονες, ώσπου να βγεις από πάνω, πράγμα που συνήθως πετυχαίνεις. Δεν είναι πως σταματάς να φοβάσαι, όχι. Φοβάσαι ενίοτε μέχρι θανάτου όμως αυτό μεγαλώνει ακόμη πιο πολύ την ποιότητα της επιθυμίας σου, αφού εκείνη καταφέρνει και σε κάνει να παραβλέπεις κάτι τόσο παραλυτικό όπως ο φόβος.

Πράγματι, το πόσο πολύ κι αληθινά θέλει κάποιος κάτι φαίνεται συνήθως απ’ το πόσο το διεκδικεί όταν έρχεται εξαιτίας του αντιμέτωπος μ’ όλα όσα τον φοβίζουν. Οι επιθυμίες δεν περιορίζονται σε μία μόνο έκφανση της ζωής ενός ανθρώπου. Μπορεί να αφορούν την αγάπη, τον έρωτα ή και τα δυο μαζί κι έτσι να εστιάζουν τη δυναμική τους σ’ έναν άλλον άνθρωπο. Μπορεί να στοχεύουν σ’ ένα όνειρο, μια ιδέα ή μια φιλοδοξία. Μπορεί να εμπεριέχουν άπειρα αντικρουόμενα συναισθήματα, όπως οι περισσότερες καταστάσεις που βιώνουμε καθημερινά. Αυτό που διατηρούν ως κοινό παρονομαστή, όμως, όσες θέλουν να λέγονται αληθινές, είναι τα κότσια τους.

Θέλοντας και μη, πολλές φορές, λειτουργούμε με βάση προτεραιότητες, οι οποίες διαδέχονται η μία την άλλη μέχρι που, ουκ ολίγες φορές, έρχονται σε σύγκρουση. Αλλάζουν, προσαρμόζονται, επανέρχονται κι ούτω καθ’ εξής. Ένα πράγμα όμως διαχωρίζει αυτό που στ’ αλήθεια ποθούμε από κάθε άλλη μέχρι πρότινος προτεραιότητά μας. Το ότι δίπλα σ’ αυτό οτιδήποτε κι αν τολμήσει να σταθεί πηγαίνει άκλαυτο, μιας και δεν τίθεται καν θέμα διλήμματος ακόμη κι αν πρόκειται για μια άλλη επιθυμία, ακόμη κι αν πρόκειται για ένα άλλο συναίσθημα, ακόμη κι αν πρόκειται για τη μεγαλύτερη φοβία σου.

Οι πραγματικές λαχτάρες μας ομοιάζουν με ένστικτα. Ενστικτωδώς τις αποζητά κανείς, όπως ενστικτωδώς αμύνεται σε ό,τι μπορεί να απειλήσει τη ζωή του, όπως ενστικτωδώς επιλέγει υπό συνθήκες κινδύνου εκείνο που κατά βάθος προτιμά. Πολλές φορές όταν κινδυνεύουμε να χάσουμε κάτι, ειδικά αν μέχρι πρότινος θεωρούσαμε αυτό το κάτι δεδομένο, όταν εκείνο τοποθετείται απέναντι σε κάποια άλλη επιλογή κι έρχονται οι δύο πόλοι σε σύγκρουση τότε ξυπνάει ο συναγερμός της πραγματικής επιθυμίας και το ένστικτό μας επιλέγει, όσα ως εκείνη την ώρα δεν τολμούσαμε να δούμε ή να διεκδικήσουμε.

Δεν είναι τυχαίο που λένε πως σε ένα δίλημμα καταλαβαίνεις τι πραγματικά θέλεις όταν παίξεις κορώνα γράμματα γι’ αυτό. Είτε κυριολεκτικά είτε συμβολικά. Η φωνή βλέπεις μέσα σου που εύχεται να βγει από πάνω η μία απ’ τις δύο πλευρές είναι συνήθως εκείνη της αληθινής σου επιθυμίας κι απλώς βγαίνει στην επιφάνεια ξεσπώντας όταν βρίσκεται κάτω απ’ την υπερένταση της τύχης ή της «μοίρας» που λέγεται πως και καλά δεν ορίζονται.

Έτσι συμβαίνει και με ό,τι ποθούμε όταν το αντικείμενο του πόθου μας έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με φόβους και φοβίες. Αν νιώσεις έτοιμος για πάρτη του να σαρώσεις όσα φοβάσαι και να πέσεις με τα μούτρα σ’ αυτό τότε μπορείς να ισχυρίζεσαι πως όντως το θέλεις ολοκληρωτικά και με όλο σου το είναι.

Γιατί πολύ απλά, όταν θέλεις κάτι πολύ, όλα τα υπόλοιπα μπροστά του ωχριούν κι εκείνο αποτελεί πάντα την πιο ενστικτώδη σου επιλογή. Γιατί πολύ απλά, όταν θέλεις κάτι πολύ, δε γίνεται αλλιώς κι εκεί τελειώνει η ιστορία. Γιατί πολύ απλά, όταν θέλεις κάτι πολύ, στην ιδέα και μόνο του να το χάσεις, όλα τα υπόλοιπα φαντάζουν απλές οδοντόκρεμες.

Ακόμη κι αν κληθείς να παλέψεις με το τέρας του φόβου σου ή ακόμη κι αν έχεις να τα βάλεις με εξωτερικούς και καλά απροσπέλαστους παράγοντες, λοιπόν, όταν θέλεις κάτι το κάνεις. Γιατί τόσο που το θέλεις εν τέλει καταλήγεις να διαπιστώνεις πως κι οι περισσότεροι από τους εξωτερικούς, πρακτικούς παράγοντες δεν είναι παρά σενάρια των φόβων σου. Γιατί τόσο που το θέλεις είναι από μόνο του αρκετό, ώστε ακόμη και τις χειρότερες πιθανές συνέπειες να τις κάνει να μοιάζουν παιδική χαρά.

Εν ολίγοις κανένα συναίσθημα, ούτε καν ο φόβος δεν είναι ικανός να παραβγεί αυτό που η καρδιά σου έχει επιλέξει. Δεν πολεμάται, δε νικιέται, δε συγκρίνεται, δεν περιορίζεται, δεν αμφισβητείται. Είναι αυτό που για να το πετύχεις θα έκανες τα πάντα, είναι αυτό που τελικά σου επιτρέπω να δηλώνεις με περηφάνια πως όντως το θέλεις, όσο τίποτε και το εννοείς.

Γι’ αυτό και το αξίζεις, γι’ αυτό και τελικά θα το πετύχεις.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου