Κάθε δισταγμός μας κρύβει μέσα του κι έναν καθαρά προσωπικό μας φόβο όπως οι περισσότερες από τις πράξεις μας εμπεριέχουν κομμάτι δικών μας συναισθημάτων έστω κι αν τα αποτελέσματά τους δε μας αφορούν. Όταν για παράδειγμα αποφασίζουμε να βοηθήσουμε έναν άνθρωπο χωρίς πρακτικό προσωπικό όφελος η ίδια η κίνησή μας κι η ανιδιοτέλεια από την οποία έχει γεννηθεί είναι λογικό να μας γεμίσει ευχάριστα συναισθήματα μερικά από τα οποία ίσως θυμίσουν για λίγο υπερηφάνεια. Κάποιοι θα μπορούσαν να ισχυριστούν πως αν οτιδήποτε κάνεις, λες, σκέφτεσαι ή υποθέτεις έχει τελικά έστω κι έμμεση σχέση πάντα με τα δικά σου συναισθήματα αυτό σε καθιστά εγωκεντρικό. Ωστόσο αν το καλοσκεφτεί κανείς εφόσον τίποτε από όσα συμβαίνουν γύρω μας δε μας αφήνει εντελώς ανεπηρέαστους δε θα μπορούσε παρά να μας επηρεάζει συναισθηματικά ακόμη περισσότερο οτιδήποτε ξεκινάει από μέσα μας, είτε μας αφορά άμεσα είτε όχι. Κι αυτό είναι απολύτως ανθρώπινο εφόσον δε μένουμε εκεί σκεπτόμενοι στο τέλος της ημέρας μόνο τον εαυτούλη μας.
Πιο συγκεκριμένα, πολλές φορές στη ζωή μας καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε το όχι και τόσο ευχάριστο ενδεχόμενο να δυσαρεστήσουμε κάποιον με τα λεγόμενά ή τις αποφάσεις μας. Είτε βρισκόμαστε απέναντι στο άβολο και ζόρικο καθήκον να πούμε μια αλήθεια σχετικά με κάτι άσχημο που αφορά το άλλο άτομο, είτε αποφασίζουμε να πάμε κόντρα στις δικές του επιθυμίες κι απόψεις -όταν πρόκειται π.χ. για γονείς- προκειμένου να εξελίξουμε τον εαυτό μας όπως εμείς θέλουμε, είτε επιλέγουμε να σταθούμε απέναντί του ειλικρινείς με όλα μας τα χαρτιά ανοιχτά ακόμη και σε θέματα που ξέρουμε ότι κατά πάσα πιθανότητα θα του προκαλέσουν πολύ δυσάρεστα συναισθήματα, σε κάθε περίπτωση πριν προχωρήσουμε στη δυναμική πραγματοποίηση όποιας από τις παραπάνω καταστάσεις συνήθως το σκεφτόμαστε δυο και τρεις φορές.
Το προφανές που λέμε και στους εαυτούς μας για να αιτιολογήσουμε αυτόν τον δισταγμό είναι ότι δε θέλουμε να στενοχωρήσουμε το εκάστοτε αγαπημένο μας πρόσωπο. Ότι θα μας πονούσε αν προκαλούσαμε πόνο στους δικούς μας, ότι θα μας πλήγωνε αν πληγώναμε κάποιον που αγαπάμε, ότι δε θα μας άρεσε να γίνουμε η αιτία της απογοήτευσης κάποιου που σημαίνει για εμάς πολλά. Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να περνάει από το μυαλό μας το ενδεχόμενο πως ίσως πάθει κάτι εξαιτίας μας ο δέκτης της αλήθειας μας κι αυτό θα ήταν αβάσταχτο. Πέφτουμε, λοιπόν, σε έναν κυκεώνα αλληλοαπορριπτικών σκέψεων, σε ένα βασανιστήριο επώδυνων πισωγυρισμάτων, σε έναν φαύλο κύκλο υποθέσεων και σεναρίων καταπιέζοντας τους εαυτούς μας γιατί έτσι θαρρούμε πως προστατεύουμε τον άλλο άνθρωπο που αγαπάμε τόσο.
Για να δούμε όμως, όσο αλήθεια κι αν είναι αυτή μας η έγνοια, είναι όντως η μοναδική; Είμαστε απόλυτα ειλικρινείς με τους εαυτούς μας όταν ισχυριζόμαστε πως ο μόνος λόγος που δεν τολμάμε να σταθούμε ανοιχτοί απέναντι σε κάποιον που αγαπάμε είναι επειδή δε θέλουμε να τον πληγώσουμε; Προφανέστατα σε κανέναν μας δεν αρέσει να πληγώνει ή να απογοητεύει αυτούς που αγαπά. Κάνοντας όμως ένα βήμα παραπέρα θα συνειδητοποιήσουμε πως όλος αυτός ο στρόβιλος υποτιθέμενων καταλήξεων που μας εμποδίζει από το να πάρουμε την μεγάλη απόφαση είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό δημιούργημα του φόβου μας απέναντι στο ενδεχόμενο της δικής μας απόρριψης. Ουσιαστικά φοβόμαστε για το πώς θα μας αντιμετωπίσει ο άλλος μετά από όσα θα του έχουμε πει, φοβόμαστε πως θα τον χάσουμε, πως ενδεχομένως θα πέσουμε από το βάθρο όπου ήμασταν τοποθετημένοι μέχρι χτες μέσα του, πως θα τον εξοργίσουμε με απρόβλεπτες συνέπειες κ.ο.κ.
Αν τολμήσει κάποιος να σκεφτεί κυνικά θα μπορούσε να πει πως όλοι μας στενοχωριόμαστε και πληγωνόμαστε από διάφορες καταστάσεις στη ζωή μας κι οι περισσότεροι θέλοντας και μη το ξεπερνάμε. Εννοώντας πως εκτός συγκεκριμένων περιπτώσεων και το να πληγωθείς είναι μια εκδοχή της ζωής που καλείσαι να αντιμετωπίσεις, να ξεπεράσεις και να πας παρακάτω ιδανικά πιο δυνατός. Οπότε το να τοποθετείς τον άλλον σε μια φούσκα ψεμάτων μόνο και μόνο για να μη στενοχωρηθεί εξαιτίας σου θα καταλάβεις πως κρύβει ένα είδος εγωκεντρισμού όταν παραδεχτείς πως ουσιαστικά έτσι δεν τον προστατεύεις αλλά τον παραμυθιάζεις και πως η φράση κλειδί στην υπόθεση είναι το «εξαιτίας σου». Αν, λοιπόν, σε ένοιαζε μόνο το καλό του -που κανείς δεν αμφισβητεί ότι σε νοιάζει και αυτό- δε θα επέλεγες ούτε τον δρόμο του παραμυθιάσματος προκειμένου να καθυστερήσεις τις όποιες συνέπειες φτιάχνει το φοβισμένο σου μυαλό. Θα σκεφτόσουν πως ούτε το να κοροϊδεύεις κάποιον είναι όμορφο για εκείνον και πως του στερείς την επιλογή της οποιασδήποτε απόφασής του απέναντι στην αλήθεια πράγμα που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι καν δικαίωμά σου. Από την άλλη το να μη θέλεις να στενοχωρήσεις κάποιον για κάτι που αφορά μόνο εσένα φανερώνει ακόμη πιο έντονα πως υπάρχουν κι άλλα κομμάτια που συνθέτουν το παζλ του δισταγμού σου.
Διότι αν πρόκειται κάποιος να στενοχωρηθεί, να θυμώσει, να απογοητευτεί με μια δική σου επιλογή, στάση ζωής ή γενικότερα με οτιδήποτε αφορά εσένα αυτομάτως σε βάζει στο στόχαστρο. Κάτι που σίγουρα δε θα ήθελες να αντιμετωπίσεις αν γινόταν να το αποφύγεις κι είναι λογικό. Δεν είναι σίγουρα ενθαρρυντικό το να σκέφτεσαι πως ο φίλος σου θα θυμώσει, ο γονιός σου θα απογοητευτεί ή πως ο σύντροφός σου θα σε απορρίψει. Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, μαζί με τον φόβο του τι θα προκαλέσεις εσύ σε εκείνους δεσπόζει κι ο φόβος για το τι θα σε κάνουν να νιώσεις εκείνοι. Πώς θα τους αντιμετωπίσεις, πώς θα σε αντιμετωπίσουν, τι θα συμβεί μετά και πώς θα το αντέξεις.
Εν ολίγοις, δε σε μπλοκάρει μόνο η σκέψη του πώς θα αντέξει ο εκάστοτε αγαπημένος σου άνθρωπος αυτό που του έχεις αποκαλύψει αλλά και το πώς θα αντέξεις εσύ το αποτέλεσμα της δικής του αντίδρασης. Σκέφτηκες όμως ποτέ πως κάνοντας σενάρια και στοιβάζοντας τη μία υπόθεση πάνω στην άλλη στερείς τόσο από τον εαυτό σου την ευκαιρία να αναπνεύσει αληθινός όσο κι από τον άλλο άνθρωπο να σε διαψεύσει και να σε γνωρίσει πραγματικά; Ακόμη κι αν κάποιος σε απορρίψει, ακόμη κι αν αυτός ο κάποιος είναι ο ίδιος σου ο γονιός όσο επώδυνο κι αν είναι σίγουρα στον απολογισμό θα συνειδητοποιήσεις πως αν δεν υπάρχουν στη μέση θέματα επιβίωσης δεν αξίζει να σε αποδέχονται για κάτι που δεν είσαι και πως είναι πολύ καλύτερα να απορρίπτει κάποιος εσένα από το να δέχεται έναν καταπιεσμένο ψεύτικο άνθρωπο που το παίζει εαυτός σου. Στη δεύτερη περίπτωση δεν αγαπάει εσένα αλλά αυτό που θα ήθελε να είσαι οπότε δε σου αξίζει όποιος κι αν είναι. Αν όμως τελικά σε διαψεύσει; Αν είναι ικανός να σε εκπλήξει ανατρέποντας κάθε σενάριο του φοβισμένου σου μυαλού;
Το κλισέ λέει πως περισσότερο μας φοβίζουν όσα σκεφτόμαστε πως θα συμβούν παρά όσα τελικά συμβαίνουν. Είτε κρύβεις μια άσχημη αλήθεια που αφορά έναν αγαπημένο σου άνθρωπο είτε κρύβεις από αυτόν μια δική σου αλήθεια που πιστεύεις πως δε θα μπορούσε να δεχτεί, λοιπόν, να θυμάσαι πως πιο κοντά στην ανιδιοτέλεια είναι ο ειλικρινής παρά εκείνος που προστατεύει λέγοντας ψέματα. Χωρίς να τσουβαλιάζουμε φυσικά όλες τις περιπτώσεις εφόσον κάποιοι όντως πάντα θα επιλέγουν το ψέμα και την άγνοια, η αλήθεια χαίρει μεγαλύτερης εκτίμησης ακόμη κι όταν πονάει. Δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό ακόμη κι όταν πληγώνει και σίγουρα χωρίς αυτή δεν μπορεί καμιά μορφή σχέσης να εξελιχθεί. Ούτε καν ο ίδιος σου ο εαυτός.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου