Πάντα όταν άκουγα να μιλούν για υγιείς σχέσεις και τα συναφή, κάτι μέσα μου κλοτσούσε. Κάτι ένιωθα πως μου καθόταν στραβά σαν κόμπος στο λαιμό, σαν μια επίπεδη άνευρη σκέψη να κατασκήνωνε αίφνης μέσα στο ταραγμένο κατά τα άλλα κεφάλι μου. Τα βαριέμαι εγώ αυτά, έλεγα. Και δεν είναι πως έψαχνα τα αρρωστημένα, σαν κάτι περιπτώσεις που δε λένε να ξεφύγουν από δυνάστες κι εκμεταλλευτές τοποθετώντας τους εαυτούς τους στον πάτο της αξιοπρέπειας και της δυστυχίας, όχι. Το αρρωστημένο κομμάτι του έρωτα για μένα είχε να κάνει με ίντριγκες, πάθη αχαλίνωτα, απαγορευμένα και φυσικά ολέθρια. Αυτός ο βραχνάς του νταλκά ήθελα πάντα να με αρρωσταίνει, εμένα και τον άνθρωπο που θα τολμούσε να με ερωτευτεί.

Αργότερα –αναπάντεχα, όπως συμβαίνουν όλα τα ωραία– γνώρισα εσένα κι απ’ το πουθενά, όπως συμβαίνει ο έρωτας, γεννήθηκαν ανάμεσά μας τα πάντα. Τότε δεν το ήξερα, όμως μέσα απ’ την ιστορία μας έμελλε να συστηθώ με την πιο παθιασμένη κι αρρωστημένα υγιή σχέση που θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ. Οι υπάρξεις μας πριν το συνειδητοποιήσουμε καν εμείς οι δυο –οπουδήποτε κι αν τράκαραν η μια την άλλη– έλκονταν θαρρείς κι ένα υπερφυσικό κάτι κινούσε αόρατα νήματα γιατί εξαρτιόταν απ’ την ένωσή τους η σωτηρία του κόσμου. Δεν μπορούσα να σε βλέπω και να μη σε θέλω. Σε ένα άχρονο κι αιώνιο εδώ και τώρα, όπου κι αν ήμασταν, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, το μοναδικό πράγμα που μας όριζε ήταν αυτή η έλξη.

Με τα μάτια σε έγδυνα, με τα μάτια μου δινόσουν, με τα μάτια τελειώναμε ταυτόχρονα τόσο σωματικά όσο κι εγκεφαλικά. Κι αν αυτό δεν είναι αρρωστημένη καύλα, τότε τι είναι; Έλα όμως που πέτυχες χωρίς να χρειαστεί να καταφέρεις κάτι παραπάνω απ’ το να είσαι εσύ, να με κάνεις να σ’ αγαπήσω όπως μ’ αγάπησες. Αναπάντεχο μεν, καθόλου άρρωστο συναίσθημα η αγάπη δε.

Και τώρα, είπα, τι κάνουμε; Βγήκα απ’ τα νερά μου κι ένιωσα εκτεθειμένη σε μια γεμάτη υγεία τρυφερότητα που εναλλασσόταν δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο με τα πιο άγρια ένστικτά μας. Πολλές φορές όλα τα συναισθήματά μας μαζί συμπίπτουν και τότε είναι που καταλαβαίνω, λοιπόν, τι σημαίνει να είσαι αρρωστημένα ερωτευμένος και να μοιράζεσαι τη ζωή σου συνειδητοποιημένα με τον άνθρωπο που επέλεξε για σένα το πιο υγιές κομμάτι μέσα σου.

Μην επαναπαύεσαι. Μου τη δίνεις. Μου τη δίνεις τόσο που σπανίως καταφέρνει κάποιος να με κάνει να εξοργιστώ όπως εσύ. Μα δεν υπάρχει και κανείς άλλος που να μπορεί αυτήν την ανεξέλεγκτη οργή μου να την ισορροπήσει με την ακόμη πιο ανεξέλεγκτη αγάπη μου. Δεν επαναπαύομαι ούτε κι εγώ. Ξέρω πως σου τη δίνω εξίσου. Ξέρω πως δεν είμαι σε όλα –πώς θα μπορούσα, άλλωστε;– αυτό που θα ήθελες, μα κι ότι με θέλεις για όλα όσα είμαι -γιατί κι όσα δεν αντέχεις είναι εγώ. Είσαι αυτή που με κάνει να θέλω να την προστατέψω από όλα κι από όλους, μα που δεν κατάφερα ακόμη να την προστατεύσω από εμένα την ίδια. Γιατί δε θέλω να σε χάσω. Όχι ακόμη. Κι αυτό είναι ό,τι πιο υγιές έχω πει σε άνθρωπο.

Για κάθε φορά που αντέχεις τις κυκλοθυμίες και τα ξεσπάσματά μου, για κάθε φορά που διεκδικείς να κατανοήσεις τον εξαντλητικό τρόπο σκέψης μου, να ξέρεις ότι κι εγώ αντέχω τις φορές που δε σε καταλαβαίνω, τις φορές που φοβάμαι πως κάποτε στο μέλλον δε θα σε ξαναδώ, τις φορές που με κάνεις να νιώθω ευάλωτη, κάτι που γενικά απεχθάνομαι.

Σε γουστάρω που είσαι με τον τρόπο σου όλα σε ένα, σε γουστάρω που γουστάρεις τον χαώδη τρόπο λειτουργίας μου κι όσες πτυχές μας είναι μη διαχειρίσιμες αλληλοσυμπληρώνονται και γεννούν αβύσσους. Σ’ ευχαριστώ που αγαπάς ακόμη και τις μελανιές του κωλοχαρακτήρα μου, μα είναι και κάτι τελευταίο. Μέσα σε αυτές τις ματάρες που κουβαλάς, κάθε φορά που τις ανοίγεις έτσι διάπλατα, βλέπω τον κόσμο όπως θα ήθελα τελικά να ‘ναι. Υγιή και καυλωμένο. Κι αυτόν τον συνδυασμό τον έμαθα από σένα.

Τελικά υπάρχουν κι άλλες μορφές υγιών σχέσεων κι εσύ μου έμαθες πώς να γίνομαι καλύτερη χωρίς να απορρίπτεις τις διαφορετικότητες που με καθορίζουν. Υπάρχουν κι εκείνες οι τόσο υγιείς σχέσεις που μπορούν να μοιράζονται χωρίς να βολεύονται. Που μπορούν να αγαπιούνται χωρίς να θυσιάζουν το πάθος.   Που δεν μπερδεύουν το σεβασμό με την αποστασιοποίηση.

Εκείνες οι σχέσεις που είναι εξίσου ικανές να ακουστούν σε ακτίνα χιλιομέτρων είτε κάνοντας έρωτα, είτε μαλώνοντας, είτε γελώντας, είτε αγαπώντας μέσα απ’ την εκκωφαντική φασαρία της σιωπής δυο βλεμμάτων γεμάτων συναίσθημα.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη