Θέλω τόσα πολλά να σου πω μα δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να κουμαντάρει κανείς έναν χείμαρρο. Κρύβω μέσα μου λόγια ετών που ποτέ δε βρήκαν το κουράγιο να ξεθαρρέψουν μπροστά σου. Ξέρεις, κάποιες φορές νιώθω στη σκέψη σου να ξαναγίνομαι παιδί. Εκείνες τις φορές που δεν είμαι καλά κι έχω ανάγκη όσο τίποτε μια μεγάλη αγκαλιά.
Τη δική σου αγκαλιά, ρε μαμά. Τα δικά σου χέρια. Τη ζεστασιά σου που χωρίς λόγια μπορεί να κατευνάσει τους πανικούς μου, να μειώσει τους τρομαγμένους χτύπους της καρδιάς μου, να ηρεμήσει τη γρήγορη ανάσα των φόβων μου. Όπως τότε που ήμουν έμβρυο ακόμη κι ένιωθα τα πάντα από σένα καθώς με κουβαλούσες μέσα σου. Είμαι σίγουρη πως καθετί που ένιωθες το ένιωθα κι εγώ. Και το αντίθετο. Έτσι σε σκέφτομαι να με ηρεμείς ακόμη και τώρα.
Δεν είμαι πια μικρή, τα ‘χω τα χρονάκια μου. Όμως ο δικός μας δεσμός δε στέκεται σε ηλικίες. Γιατί μπορεί όσο μεγαλώνω εγώ να μεγαλώνει και η ανεξαρτησία μου, αλλά τα συναισθήματά μου ωριμάζουν. Τώρα θυμάμαι όλο και πιο έντονα την κάθε φορά που εκνευρισμένη σου φώναζα ότι δεν είμαι παιδί, όταν μου φερόσουν ως τέτοιο, εσένα να μου απαντάς πως είμαι το παιδί σου κι αυτό αρκεί. Και ναι, παραδέχομαι πως πάντα θα σε χρειάζομαι δίπλα μου όσο κανέναν.Είσαι αδιαμφησβήτα ο άνθρωπος που με αγαπάει πάνω και πέρα από όλους.
Όμως, μαμά, δε με ξέρεις τελικά τόσο καλά. Γι’ αυτό θα ήθελα να σου μιλήσω, γι’ αυτό προσπαθώ τώρα να βάλω τον εαυτό μου σε μια τάξη, μπας και καταφέρω να σου τον παρουσιάσω επιτέλους ολόκληρο.
Κακά τα ψέματα, κατά βάθος το ξέρεις κι εσύ, πως στους γονείς μας παρά την αμοιβαία αγάπη δεν ανοιγόμαστε ποτέ στ΄ αλήθεια. Θες επειδή φοβόμαστε πως λόγω υπερπροστατευτικότητας κάθε μας λάθος θα φέρει την καταστροφή; Θες επειδή σκεφτόμαστε πως τα ελαττώματά μας θα σας απογοήτευαν; Θες επειδή οτιδήποτε μας αφορά στα μάτια σας παίρνει τερατώδεις διαστάσεις; Όλα αυτά είναι απαγορευτικά για τον πραγματικό μας εαυτό. Τον πνίγουν και αδυνατεί να υπάρξει μπροστά σας, έστω κι αν συμβαίνουν άθελά σας.
Εγώ όμως θα ήθελα να μπορούσα να σου δώσω μια ευκαιρία να με γνωρίσεις πραγματικά. Γιατί, ναι, είμαι άνθρωπος με χίλια-δυο στραβά, είμαι άνθρωπος με εκατοντάδες αντιφάσεις, είμαι κάποια που μπορεί στο σύνολό της να μην ήθελες ποτέ να γίνεις εσύ ή ακόμη και κάποια που ίσως να μην ήθελες ποτέ να συναντήσεις στη ζωή σου.
Μπορεί να έβρισκες εκατομμύρια πράγματα για να διαφωνήσεις μαζί μου. Ίσως να θεωρούσες τη στάση ζωής μου προκλητική για τα δικά σου μέτρα. Μπορώ να σου αραδιάσω κι ένα σωρό επιλογές μου που εσύ δε θα είχες διανοηθεί ποτέ ν’ ακολουθήσεις. Και τι μ’ αυτό;
Παρ’ όλα τα παραπάνω και για όλα τα παραπάνω δεν παύω να είμαι κόρη σου. Αυτό θα έπρεπε να υπερισχύει. Θα ήταν άδικο να μη με γνωρίσεις ποτέ από φόβο μήπως δε σου αρέσω. Θα ήταν άδικο, όπως και είναι για τα περισσότερα παιδιά -μικρά και μεγάλα-, να μην είμαι αληθινή απέναντι σε ‘σένα που με έφερες στον κόσμο. Θα ήταν άδικο να γνωρίζουν άλλοι περισσότερα για την κόρη σου απ’ όσα εσύ θα μάθεις ποτέ.
Σε αγαπάω τόσο πολύ που εκνευρίζομαι όταν, ούσα χώμα από το οτιδήποτε, ενώ θέλω να τρέξω να σου πω τι με βασανίζει, να κλάψω και να χτυπηθώ όπως τότε που ο κόσμος μου ολόκληρος ήταν ένα παιχνίδι και η δική σου προσοχή, τελευταία στιγμή κάτι φρενάρει την ορμή μου και διστάζω.
Κάτι όπως το να μη σε στεναχωρήσω που έκανα ό,τι έκανα και οδηγήθηκα όπου οδηγήθηκα. Κάτι όπως το να μη με κρίνεις στην πιο κρίσιμη στιγμή με το ύφος της μάνας που κουβαλάει όλη την αυστηρότητα του απογοητευμένου και τρομαγμένου γονιού. Κάτι όπως το να μη μου κάνεις κατήχηση για το πώς πρέπει να φέρομαι από εδώ και πέρα.
Πόσο πιο απλά και αληθινά θα ήταν όλα αν η -πολλές φορές δογματική- αγάπη ενός γονιού δε μετατρεπόταν στην αιτία των πολλών εαυτών που καλείται να επιστρατεύσει ένα παιδί ώστε να μην κατακριθεί για όσα είναι! Όλοι οι γονείς απαιτούν από τα παιδιά τους την αλήθεια, μα λίγοι έχουν σκεφτεί πως η αλήθεια κερδίζεται όταν της επιτρέπουν οι πράξεις να αναπνεύσει.
Εμένα όμως εδώ και μέρες με βασανίζει μια σκέψη. Πως τελικά ίσως στη δική μας περίπτωση είμαι εγώ αυτή που σε έχει αδικήσει. Πως ίσως ανάμεσα σ’ εμάς τις δύο ήμουν εγώ που άφησα τους φόβους μου να σου κρύψουν τον εαυτό μου.
Σε θυμάμαι πάντα να είσαι η πιο διακριτική παρουσία αγάπης στη ζωή μου, η πιο εκκωφαντική εκδήλωση λατρείας μα και σεβασμού απέναντι στις διαφορές μας και αναρωτιέμαι γιατί άφησα τόσα χρόνια να περάσουν έτσι, χαμένα, βασισμένα στα στερεότυπα των σχέσεων γονέα-παιδιού που -όσο κι αν ισχύουν γενικά- εσύ ποτέ δε μου επιβεβαίωσες.
Θέλω να σου ανοιχτώ σήμερα μαμά. Θέλω να σου συστήσω την κόρη σου σε όλο το τραγικό της μεγαλείο και να γνωρίσω κι εγώ εσένα. Όλες τις αδυναμίες σου, όλα όσα δεν άφησες ποτέ να σε λυγίσουν στα μάτια μου. Είσαι ό,τι πιο κοντινό έχω στη ζωή μου, ό,τι πιο δικό μου, είσαι κομμάτι μου. Γι’ αυτό θέλω πέρα από τη μητρική σου διαίσθηση, που κατά βάθος -όπως λένε- τα ξέρει όλα πριν ειπωθούν, ν’ αφήσω και τη δική μου ψυχή να σου πει δυο λόγια για τον άνθρωπο που είναι το παιδί σου.
Ξέρω ότι στο τέλος θα αγκαλιάσεις και την άσχημη πλευρά μου που για σένα θα κρύβει διαμάντια ακατέργαστα κι ας μην είναι παρά απλώς ο κακός μου εαυτός. Και ίσως δε θα έπρεπε τελικά να σταθώ στις λέξεις σου αλλά στα μάτια σου. Που θα μου φωνάζουν ότι με λατρεύεις για όλα όσα είμαι και ότι θα έδινες τη ζωή σου για να γλιτώσω εγώ τις συνέπειες των πράξεων ενός εαυτού που δεν άφησα ποτέ να δεις τόσα χρόνια.
Επιμέλεια Κειμένου Έλλης Πράντζου: Κατερίνα Κεχαγιά.