Ανεκπλήρωτοι έρωτες κι αναπάντεχοι χωρισμοί, αυτή η μάστιγα! Απ’ τη μία η καψούρα βαράει μέσα στα μηνίγγια σου σε βαθμό εμμονής κι απ’ την άλλη ο εγωισμός σου παλεύει να κρατηθεί με το ένα χέρι, καθώς αιωρείται πάνω απ’ τον γκρεμό της άστατης ψυχολογίας σου. Το σίγουρο είναι πως αυτόν τον άνθρωπο τον θέλεις. Κι όχι απλά τον θέλεις, καίγεσαι και σιγολιώνεις κάθε μέρα πιο πολύ για πάρτη του. Έλα, όμως, που εκείνος δεν είναι μαζί σου για να μοιραστείτε τούτη τη φωτιά που πρώτα άναψε στα σωθικά σου κι έπειτα εξαφανίστηκε, αφήνοντάς τη να σε τρώει επ’ αόριστον.

Κι αρχίζουν η κυκλοθυμία κι η παράνοια να παίρνουν σιγά-σιγά τη σκυτάλη, καθώς εσύ πολεμάς με νύχια και δόντια να παραμείνεις στην επιφάνεια, γιατί λίγο αν αφεθείς σε ‘χει καταπιεί η άβυσσος της έλλειψης. Να σου η οργή να παλεύει με την απώλεια, να σου η νοσταλγία να μάχεται με τα τόσα γαμημένα «γιατί», να σου η λαχτάρα να κονταροχτυπιέται με την άρνηση, να σου το αδιοχέτευτο πάθος σου να τα βάζει με το απόλυτο κενό. Πώς να κάνεις ζάφτι τόση απουσία;

Κι αυτά τα μάτια, αυτό το χαμόγελο πώς γίνεται τώρα να μοιράζονται στιγμές κάπου αλλού, με κάποιους άσχετους ή ακόμη χειρότερα με κάποιον άλλον; Κι εσύ πού είσαι σε όλα αυτά; Γιατί να μην είσαι πουθενά, πώς καταλήξατε έτσι ή γιατί, τέλος πάντων, δεν ξεκινήσατε ποτέ; Απ’ την άλλη, όχι, δε θα σέρνεσαι εσύ στα πατώματα για έναν άνθρωπο. Ποιος νομίζει ότι είναι, στην τελική; Λες και δεν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι για ‘σένα εκεί έξω, λες και δεν μπορείς εσύ να βρεις τα καλύτερα. Να πάει να γαμηθεί, σκέφτεσαι, αρκετά ασχολήθηκες. Και κλαις καπνίζοντας πάνω απ’ το μισογεμάτο ποτήρι σου σαν πρωταγωνιστής σε σκηνή video clip.

Αν κάποιος σου σφυρίξει δε στα σίγουρα ότι το αντικείμενο του πόθου σου βρήκε αυτό που έψαχνε σε άλλη αγκαλιά, η καρδιά σου το ‘χει έτοιμο το χαρακίρι. Αλίμονο στους φίλους σου που απ’ τη μία θα σε ακούν να μοιρολογάς και να οδύρεσαι κι απ’ την άλλη θα σε βλέπουν να ξεσαλώνεις φωνάζοντας ότι τον/την ξεπέρασες (προαιρετικά συνοδεία κάποιου κοσμητικού επιθέτου) και στην τελική ποιος νοιάζεται.

Φυσικά όλη αυτή η διπολική κατάσταση δε θα μπορούσε παρά να ‘χει και το αντίστοιχο μουσικό background όπως κάθε καψουροφάση που σέβεται τον εαυτό της. Κι έτσι τα βράδια σου αποκτούν την πιο ψυχασθενική μουσική επένδυση που θα μπορούσε να σκεφτεί μουσικόφιλος νους με το «γύρνα πίσω» να διαδέχεται το «μην τολμήσεις να ξανάρθεις», το «μου λείπεις» να ακολουθεί το «σε ξεπέρασα» και το «σε σκέφτομαι» να δίνει πάσα στο «δεν υπάρχεις πια για ‘μένα πουθενά».

Πώς να διαχειριστεί κανείς ένα καζάνι που βράζει κι ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμο να εκραγεί; Αυτό είναι ο ανεκπλήρωτα ερωτευμένος γι’ αυτό ψάχνει ενστικτωδώς ισορροπίες στα άκρα. Πώς να ισορροπήσεις με το ένα πόδι στη δύση και το άλλο στην ανατολή, ενώ αυτό το οποίο θέλεις δεν είναι σε κανένα σημείο του δικού σου ορίζοντα; Κι απ’ την άλλη δε γουστάρεις να σε βλέπεις έτσι για χάρη ενός ανθρώπου, δεν μπορείς να διανοηθείς ότι κάποιος κατάφερε να σε κάνει να πονάς τόσο πολύ, δε γίνεται να τον αφήσεις να σε εξουσιάζει έτσι.

Όμως πονάς. Και παλαντζάρεις επικίνδυνα ανάμεσα στον πανικό και το ένστικτο αυτοσυντήρησης. Ανάμεσα στον σπαραγμό του έρωτα και την οργή του μη αναστρέψιμου. Σε τρελαίνει που δεν είναι στο χέρι σου να πετύχεις αυτό που πιο πολύ επιθυμείς, σε τρελαίνει που κρέμεσαι ολόκληρος απ’ το χέρι κάποιου άλλου κι αυτός είναι πια αλλού, σε τρελαίνει που γίνεσαι μόνο εσύ ράκος για κάποιον που δε νοιάζεται πια ή δε νοιαζόταν ποτέ.

«Σε θέλω ρε γαμώτο, άντε γαμήσου, μου λείπεις, μη σε ξαναδώ μπροστά μου, σ’ αγαπάω, σε σιχαίνομαι, θα έδινα τα πάντα να σε είχα εδώ, στ’ αρχίδια μου πού είσαι, τρελαίνομαι να σε σκέφτομαι με άλλον, δε δίνω μία για το τι κάνεις, υποφέρω, είμαι καλύτερα από ποτέ.»

Αυτή ήταν μία πρόταση της καθημερινότητάς σου, ή στο περίπου, έτσι δεν είναι; Μία μόνο πρόταση ειπωμένη την ίδια στιγμή. Μάντεψε, όμως, σε ποια κομμάτια της είσαι πιο πειστικός. Κι αυτό πονάει, φίλε. Γιατί στην πράξη διαλύεσαι κάθε φορά που βλέπεις μπροστά σου ολοζώντανο αυτό που λαχταράς, γιατί στην πράξη ίσως να προτιμάς να το βλέπεις κι ας διαλύεσαι απ’ το να μην το ξαναδείς ποτέ, γιατί στην πράξη η ψυχή σου όταν είσαι ερωτευμένος πάντα θα σε διαψεύδει με την πρώτη ευκαιρία κάθε φορά που εσύ θα παραμυθιάζεσαι ότι ορθοποδείς.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη