«Από τότε που γνώρισα τους ανθρώπους αγάπησα τα ζώα», λέει ένα ρητό. Με μια πρώτη ματιά μάλλον δε θα διαφωνούσε εύκολα κάποιος. Βλέπεις, εμείς οι άνθρωποι όλα τα στραβά με τα οποία μας προίκισε η φύση ή ο εαυτός μας, δύσκολα μπορούμε να τα δικαιολογήσουμε με βάση κάποια αθώα ενστικτώδη ορμή. Είμαστε όντα με λογικό, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, φτιαγμένοι τόσο από καλά όσο και από κακά στοιχεία. Ο δόλος είναι ένα από τα άσχημα που θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι δε συναντάται στο ζωικό βασίλειο μιας οι μηχανορραφίες πάσης φύσεως και σε κάθε τομέα, απαιτούν λογική και σκέψη.
Πώς γίνεται ένα ζώο να χαρακτηριστεί δόλιο από τη στιγμή που τα κίνητρά του έχουν να κάνουν μόνο με τα φυσικά του ένστικτα αλλά και με το συναισθηματικό του κόσμο; Τα ζώα νιώθουν. Όπως νιώθουμε κι εμείς. Μόνο που δεν πονηρεύονται για συμφέροντα όπως συχνά κάνουμε εμείς. Κι εκεί στηρίζεται η παραπάνω ρήση.
Δεν τρικλοποδιάζονται κι ας σκοτώνουν για να τραφούν. Δε ζητούν συνεχώς περισσότερα, δεν ξέρουν καν τι είναι αυτά τα περισσότερα, αρκούνται με όσα χρειάζονται για να ζήσουν. Η πονηριά τους φτάνει μέχρι εκεί που φτάνει το ένστικτο επιβίωσής τους συνήθως. Κι αυτό είναι όλο.
Στον αντίποδα έχουμε τον άνθρωπο. Ον παράξενο. Κάτι μεταξύ ζώου και επίδοξου συνεχιστή της οποιασδήποτε εξέλιξης του κόσμου. Προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, διότι είναι ικανός και για τα δυο. Έχει κι αυτός ανάγκες, έχει όμορφες στιγμές, έχει συναισθήματα, έχει προοπτικές και το σίγουρο είναι πως δεν αρκεί η κακή του πλευρά για να τον μισήσει κανείς δηλώνοντας φανατικά μόνο φιλόζωος λόγω απογοήτευσης. Ο άνθρωπος χρειάζεται αγάπη.
Πώς περιμένεις να εξελιχθεί κανείς στερημένος από κάθε είδους τρυφερό συναίσθημα; Το κακό μέσα του πιθανότατα θα γίνει χειρότερο και το καλό θα απορριφθεί ως κάτι μάταιο από τον ίδιο του τον οργανισμό.
Βλέπεις, έχουμε κι εμείς οι άνθρωποι ένστικτο επιβίωσης και ενεργοποιείται στο έπακρο μέσα σε κάθε εχθρικό περιβάλλον. Μια όσο το δυνατόν πιο ισορροπημένη κοινωνία θα στηριζόταν στην αλληλεγγύη και την αγάπη, όσο ρομαντικό ή παραμυθένιο κι αν ακούγεται αυτό. Η απόρριψη και το περιθώριο γεννούν, ως γνωστόν, συμπεριφορές βίας.
Όσο κι αν καταλαβαίνω λοιπόν, όλους τους φιλόζωους που ταυτόχρονα απορρίπτουν την αγάπη στον άνθρωπο, δε θα στήριζα τη στάση ζωής τους στην πράξη, μιας και για μένα σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί το ένα το άλλο.
Από την άλλη πλευρά, είναι όσοι εξυψώνουν τον άνθρωπο θέτοντας τα ζώα σε δεύτερη μοίρα ως κάτι κατώτερο, ενοχλητικό, περιττό, ως υποχείρια των αναγκών τους και μόνο. Είναι εκείνοι που στο όνομα της «μεγαλειώδους» ανθρωπότητας θα χρησιμοποιήσουν ελαφρά τη καρδία ζώα σε πειράματα κάθε είδους, εκείνοι που θα ρίξουν φόλα στον αδέσποτο σκύλο της γειτονιάς επειδή γάβγιζε και τάρασσε την ησυχία τους, εκείνοι που θα δουν το παιδί τους να βασανίζει μια γάτα και αντί να το σταματήσουν, να του δώσουν να καταλάβει πως δεν είμαστε τίποτε περισσότερο από ένας κρίκος στην αλυσίδα της φύσης και πως τα ζώα αισθάνονται, πονούν και αγαπούν όπως εμείς, αδιαφορεί ή ακόμη χειρότερα ενισχύει τη συμπεριφορά του, εκείνοι που θα γδάρουν το ζώο για να γίνει πανάκριβη γούνα και η λίστα δεν έχει τέλος.
Δε θα αναλύσω τις διατροφικές μας συνήθειες γιατί το θέμα θα ξεφύγει. Το ότι για τους περισσότερους από εμάς κάποια ζώα αποτελούν μέρος της διατροφής μας, δε σημαίνει ότι δικαιολογούνται ή αναιρούνται όλες οι παραπάνω τακτικές όσων την έχουν δει αφεντάδες του κόσμου τούτου.
Με λίγα λόγια, κάθε ζωντανή ύπαρξη αυτού του πλανήτη έχει ανάγκη από σεβασμό. Η ανθρωπιά και το ενδιαφέρον δε διαχωρίζονται με βάση το αν ο δέκτης τους θα είναι ζώο ή άνθρωπος. Όταν μιλάμε για ψυχές και υπάρξεις, η αγάπη δε γνωρίζει περιορισμούς.
Επιμέλεια Κειμένου Έλλης Πράντζου: Σοφία Καλπαζίδου