Τι σημαίνει καλλιτέχνης για εσένα που διαβάζεις αυτές τις γραμμές; Όταν ακούς τη λέξη αυτή ή κάποια άλλη που συμπεριλαμβάνεται στην ίδια γενική κατηγορία όπως ηθοποιός, μουσικός, ζωγράφος, συγγραφέας τι ακριβώς σκέφτεσαι; Τι σου έχουν μάθει να πιστεύεις για τους ανθρώπους οι οποίοι έχουν αποφασίσει να ακολουθήσουν στη ζωή τους ένα πραγματικό τους όνειρο κι όχι κάτι πρακτικά πιο αποδοτικό;
Δεν είναι καν κοινό μυστικό, είναι απλώς ευρέως γνωστό πως τα περισσότερα καλλιτεχνικά επαγγέλματα στην Ελλάδα βάλλονται από όλες τις μεριές κι έχουν δεχτεί σε τόσο μεγάλο βαθμό την υποτίμηση και τον εξευτελισμό που έχουν πλέον φτάσει στο σημείο ακόμη κι οι ίδιοι οι καλλιτέχνες -ή έστω πολλοί από αυτούς- κατά βάθος να αμφισβητούν την τέχνη τους και τους εαυτούς τους μέσα σε αυτήν. Άνθρωποι συναισθηματικοί με πνευματικό βάθος κι ανήσυχη ψυχή που δεν έχουν μάθει να επαναπαύονται, άνθρωποι με παιδεία πέρα από πτυχία εξειδίκευσης, με ενσυναίσθηση και μια έμφυτη ανάγκη για διαρκή αναζήτηση από και προς τα πάντα γύρω τους, άνθρωποι που έχουν μάθει από το μηδέν να δημιουργούν το άπειρο, που η φαντασία τους αχαλίνωτη αγκαλιάζει όλα τα ενδεχόμενα ξεψαχνίζοντας τη ζωή για να την απογειώσει σε επίπεδα που μόνο ένα παιδί θα μπορούσε ίσως να αγγίξει, τέτοιοι άνθρωποι τσουβαλιάζονται καθημερινά στον βωμό ενός βρόμικου ρεαλισμού που ζέχνει συμβιβασμό, ωχαδερφισμό, συμφέρον και κομπλεξική μεγαλομανία.
Δεν ταιριάζουν όλοι όσοι δηλώνουν καλλιτέχνες στα παραπάνω χαρακτηριστικά. Όπως δεν ταιριάζουν κι όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι στον βόθρο μέσα στον οποίο βουλιάζουμε εξαιτίας την ανοχής μας και της αδίστακτης θρασυδειλίας ορισμένων. Το γνωρίζω πως ένας θρασύδειλος δεν μπορεί να είναι πρακτικά αδίστακτος όμως αρκεί που στα μάτια των φοβισμένων πολλών έχει εντυπωθεί ως τέτοιος. Κάπως έτσι και μέσα σε ένα τέτοιο κοινωνικό πλαίσιο οι καλλιτέχνες έχουν φτάσει στο σημείο να θεωρούνται εξορισμού χομπίστες κι εθελοντές. Εκτός αν είναι διάσημοι οπότε εκεί αλλάζει το πράγμα και ξαφνικά από ρέμπελοι ρεμπεσκέδες μετατρέπονται σε τοτέμ προς λαϊκό προσκύνημα ανάλογα με τα γούστα του καθενός.
Λοιπόν, θα σας σοκάρω αλλά το ότι γουστάρουμε την τέχνη μας και το ότι δε βλέπουμε το επάγγελμά μας ως αγγαρεία, το ότι είμαστε νέοι στον χώρο, το ότι δεν είμαστε επώνυμοι, το ότι παλεύουμε ακόμη με ένα ήδη εδραιωμένο παλαιολιθικό κι ένοχο σύστημα άλλοι για να επιβιώσουμε μέσα σε αυτό άλλοι πηγαίνοντάς του κόντρα, δε μας καθιστά ούτε χομπίστες ούτε εθελοντές. Προφανέστατα και δεν υπάρχουν περιορισμοί στην τέχνη κι ο κάθε άνθρωπος που δηλώνει λάτρης της είναι καλοδεχούμενος να δοκιμαστεί σε όποιον τομέα το επιθυμεί στα πλαίσια του ερασιτεχνικού ενδιαφέροντος πράγμα αξιοθαύμαστο κι αξιέπαινο δίχως αμφιβολία. Ωστόσο αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση για όσους από εμάς σπουδάσαμε μία τέχνη επιλέγοντας, ως άλλοι μικροί πρίγκιπες ίσως, να την ακολουθήσουμε επαγγελματικά πως θα πρέπει να ταυτιζόμαστε με την προηγούμενη κατηγορία.
Δε θα μιλήσω για τις απλήρωτες πρόβες, δε θα μιλήσω για το χαρτζιλίκι που ονομάζουν μεροκάματο οι παραγωγοί εντός ή εκτός εισαγωγικών, δε θα μιλήσω για τις προσβολές και την απαξίωση όσων επιμένουν να το παίζουν υπεράνω -είναι οι ίδιοι εκείνοι φιλότεχνοι που εξυψώνουν τους ήδη επώνυμους του χώρου που λέγαμε- δε θα μιλήσω για το αδιέξοδο και την απελπισία με τα οποία παλεύουμε καθημερινά, δε θα αναφερθώ σε όσους άσχετους με το αντικείμενο παίρνουν θέσεις ανθρώπων που έχουν προσφέρει κάποια χρόνια της ζωής τους ώστε να εκπαιδευτούν πάνω σε αυτό που αγαπάνε εξελίσσοντας την κλίση τους, δε θα αναφερθώ στο ότι ακόμη κι εμείς που έχουμε επιλέξει να ακολουθήσουμε έναν τέτοιο δρόμο πολλές φορές στην πορεία χανόμαστε ανάμεσα σε πραγματικότητα κι ιδέες. Κι όταν λέω πως δε θα αναφερθώ σε όλα τα παραπάνω εννοώ πως δεν υπάρχει αρκετός χώρος και χρόνος ώστε να τα αναλύσω όπως θα τους άξιζε κι όπως θα ήθελα.
Έχω διαβάσει αρκετές φορές συνεντεύξεις ανθρώπων που κατάφεραν να φτάσουν ό,τι θεωρείται επιτυχία στην Ελλάδα σήμερα στον χώρο της τέχνης. Το εγχώριο ταβάνι μας είναι αυτό που είναι, βέβαια, όμως είναι αξιέπαινοι όσοι το έφτασαν και μπράβο τους μιας κι είναι δυσανάλογα δύσκολο σε αυτή τη χώρα το να φτάσει κανείς ακόμη και σε αυτό. Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, είναι της άποψης ότι εφόσον οι νέοι καλλιτέχνες δέχονται μια τέτοια κατάσταση τα θέλουν και τα παθαίνουν. Δεδομένης της άποψής μου ότι ο καθένας είναι υπεύθυνος για τη ζωή και τις πράξεις του στο μεγαλύτερο βαθμό, δε θα μπορούσα να καταδικάσω εξολοκλήρου μια τέτοια οπτική τη θεωρώ όμως απόλυτη κι αφοριστική αν σκεφτούμε ότι κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τις συνθήκες που μπορεί να αντιμετωπίζει ο καθένας στη ζωή του.
Οποιαδήποτε ριζική αλλαγή για να συμβεί απαιτεί για αρχή έναν ή δύο τρελούς αλλά και πολλούς συν τω χρόνω ανθρώπους που θα πιστέψουν σε αυτούς τους δύο τρελούς ώστε με ομαδικότητα κι οργάνωση να αλλάξουν τα πράγματα σε όποιον εδραιωμένο τομέα κι αν αναφερόμαστε. Όταν, λοιπόν, άνθρωποι οι οποίοι έχουν φτάσει σε ένα σημείο επιτυχίας με προσωπική δουλειά, τύχη, ικανότητες, βοήθεια -δεν είναι ντροπή- κι υπομονή αγγίζοντας την προσωπική τους κορυφή ξεχνούν από πού ξεκίνησαν ή αδιαφορούν για την προσπάθεια όσων τώρα ξεκινούν κι αντί να παλεύουν και να διαμαρτύρονται πλάι τους εξαπολύουν μόνο σοφίσματα και ρητορείες περί αναξιοπρέπειας όσων αναγκάζονται να βρομίσουν τα χέρια τους δεχόμενοι κάποια πράγματα ώστε να μην αναγκαστούν να παρατήσουν εντελώς όσα κάνουν ενώ ταυτόχρονα παλεύουν και μόνοι τους για κάτι καλύτερο τότε δε θεωρώ πως το κατά τα άλλα δίκιο τους περί προσωπικής ευθύνης είναι κάτι παραπάνω από αυτοπροβολή κι αυταρέσκεια.
Δε με αφορά, λοιπόν, το «δες τι κατάφερα εγώ, εσύ είσαι άξιος της μοίρας σου». Με αφορά το «εφόσον εγώ τα κατάφερα και ξέροντας πόσο δύσκολο είναι θα βοηθήσω όσο μπορώ από πλευράς μου εκείνους που τώρα ξεκινούν και θα διαμαρτυρηθώ έμπρακτα μαζί τους». Οι καλλιτέχνες δεν είμαστε χομπίστες, δεν είμαστε εθελοντές, δεν είμαστε τεμπέληδες, δεν είμαστε σερβιτόρες και σερβιτόροι που στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο τους παλιμπαιδίζουν για την καύλα τους. Κανένα άλλο επάγγελμα δεν αντιμετωπίζεται ως χόμπι, κανένα άλλο επάγγελμα δεν επιτρέπεται να ασκηθεί ως τέτοιο χωρίς αποδεικτικό στοιχείο εκπαίδευσης πάνω σε αυτό κανένας άλλος επαγγελματικός τομέας δεν έχει δεχτεί τέτοια υποτίμηση όσο ο καλλιτεχνικός στη χώρα μας.
Ακόμη κι εγώ που γράφω αυτές τις γραμμές, λοιπόν, γνωρίζω πως αλλιώς θα αντιμετωπιζόμουν αν ήμουν ευρέως γνωστή κι αλλιώς θα αντιμετωπιστώ τώρα. Με καχυποψία ίσως δουν οι εκτός επαγγέλματος τα λόγια μου κι ακόμη κι όσοι συμφωνούν μαζί μου λίγο τους αφορά πρακτικά. Από μεριάς μου είναι συνειδησιακό το θέμα. Έχω μάθει να μιλάω πάντα για όσα με ενοχλούν ακόμη κι αν θεωρούμαι ο τρελός του χωριού. Εξάλλου ίσως όντως από μικρό κι από τρελό να μαθαίνεις κάποιες αλήθειες.
Και για μένα η σιωπή σε τέτοια θέματα δεν ήταν ποτέ επιλογή.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου