Χάνουμε τη σκιά μας και την κυνηγάμε διαρκώς από ‘δω κι από ‘κει χοροπηδώντας ανάμεσα στα σύννεφα. Είμαστε αιώνιοι έφηβοι, συνειδητά απροσάρμοστοι και φλερτάρουμε ασύστολα με μια γοητευτική άγνοια κινδύνου που -παραδεχτείτε το επιτέλους- μας κάνει ακαταμάχητους. Βέβαια και να μην το παραδεχτείτε -γιατί ενίοτε σπάμε νεύρα και κοντέρ στις υπομονές- εμείς το ξέρουμε ήδη.  Είμαστε γαμάτοι κι αυτό γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να βαρεθεί κανείς με την πάρτη μας. Πώς να βαρεθεί εξάλλου όταν δε θα ξέρει καν τι του ξημερώνει όσο είναι κοντά μας;

Θα μας πετύχεις να κοιτάμε με τις ώρες το ταβάνι σκεπτόμενοι ένας Θεός ξέρει τι και πιθανότατα δε θα σου πούμε ούτε τα μισά απ’ όσα έχουμε στο χαωμένο κεφάλι μας. Δε νομίζω πως κι οι ίδιοι μπορούμε να τα ταξινομήσουμε σε λέξεις. Εντωμεταξύ, βέβαια, μπορεί να έχουμε ξεχάσει τον θερμοσίφωνα αναμμένο, το φαγητό στον φούρνο και τη βρύση του μπάνιου να τρέχει, αλλά δε βαριέσαι. Υπαρξιακά είν’ αυτά, προέχουν.

Μεθάμε σαν πρωτοετείς, καυλαντίζουμε σαν δεκαοχτάρηδες σε οίστρο, πέφτουμε με τα μούτρα στις αισθήσεις, τρώμε τα μούτρα μας από αυτές κι όταν κάτι δε μας αρέσει δε σπαταλιόμαστε για να το παίξουμε υπεύθυνοι. Έχουμε μάθει να ζούμε τα πάντα στο πολύ, να γυρνάμε τον κόσμο τούμπα για μια επιθυμία μας, αλλά να μη σηκωνόμαστε από τον καναπέ αν πρόκειται για κάτι που μας έχει επιβληθεί.

Η εντύπωση που έχουμε για τις υποχρεώσεις είναι κάπως εκκεντρική. Για εμάς πολύ απλά δεν υπάρχουν. Διότι υποχρεωμένοι δε θέλουμε να είμαστε σε κανέναν τομέα για κανέναν λόγο. Αν δε βουτήξεις στα κατάβαθα της χώρας των θαυμάτων που κουβαλάμε αντί για μυαλό, παίζει όντως να μας πεις κι επιπόλαιους. Αβάσιμες κακεντρέχειες θα πω εγώ.

Θέλουμε τον χώρο μας, τον χρόνο μας κι έχουμε τον τρόπο μας. Είναι απλό. Προτιμάμε να μην κάνουμε τίποτε από το να κάνουμε κάτι που δε μας αρέσει γιατί ακόμη και το «τίποτέ» μας είναι γεμάτο χρώμα. Λόγω αχαλίνωτης φαντασίας. Φτιάχνουμε χίλιους-δυο κόσμους για να χανόμαστε και να μας ξαναβρίσκουμε. Όσο οι άλλοι μας ψάχνουν στο μεταξύ -διότι ο πλανήτης των ενηλίκων έχει, λέει, ευθύνες- εμείς ήδη πολεμάμε τον Κάπτεν Χουκ πάνω σ’ ένα τεράστιο πειρατικό καράβι.

Από την άλλη αν καταπιαστούμε με ό,τι πραγματικά μας γεμίζει θα δεις όλο μας το είναι να ξεχειλίζει από παντού ώσπου να το πετύχουμε. Αν καταφέρει κάτι να μας κρατήσει την προσοχή και το ενδιαφέρον αμείωτο, σαλπάρουμε γεμάτοι περιέργεια προς εξερεύνησή του κι ας πρόκειται για το «πώς να μάθετε να περπατάτε με τα χέρια» ενώ ο κόσμος γύρω μας χάνεται. Πρώτα θα μάθουμε να περπατάμε με τα χέρια αν αυτό γουστάρουμε στ’ αλήθεια και μετά θα αποφασίσουμε πότε θα επιστρέψουμε εντός των ρεαλιστικών πλαισίων ώσπου να νιώσουμε πλήξη ξανά. Είμαστε αιθεροβάμονες και θεωρούμε πως η δουλειά μας πρέπει να μας αρέσει, διαφορετικά δυστυχούμε και τα βροντάμε όλα κάτω ξεκινώντας από το 0.

Όσο εύκολα μας καταπίνει το μέσα μας σε σημείο να παθαίνουμε διαλείψεις προσπαθώντας να θυμηθούμε τι κάναμε και γιατί πριν πέντε λεπτά, άλλο τόσο εύκολα θα μας δεις να γελάμε μέχρι δακρύων εξωστρεφείς όσο ποτέ, γονατισμένοι στο πεζοδρόμιο, μόνο και μόνο επειδή ο διπλανός μας είπε τη λέξη «πατάτα» και μας φάνηκε αστείο. Κι αν δεν είναι αυτό ερωτεύσιμο τότε τι είναι;

Έχουμε μια τάση να κάνουμε τη νύχτα μέρα. Ξενυχτάμε στις παραλίες με μια ή και δέκα μπίρες στο χέρι κι οι παρέες μας αποτελούνται από άτομα τουλάχιστον μια δεκαετία κάτω από αυτή που γράφει η ταυτότητά μας για τα τυπικά. Την ίδια στιγμή που κάποιος συνομήλικός μας ταΐζει το μωρό του στο σπίτι με το μπιμπερό, εμείς γυρνάμε με χανγκόβερ. Αν τύχει και κάποιο πιτσιρίκι δημοτικού μας μιλήσει στον πληθυντικό παθαίνουμε κρίση ταυτότητας και μετά πανικού. Ακούμε για δουλειές ρουτίνας, γάμους, πεθερικά, παιδιά και συμπεθέρια και βγάζουμε δεκαπέντε διαφορετικές αλλεργίες μαζί.

Δεν έχουμε ωράρια, δεν έχουμε χρονοδιαγράμματα κι είμαστε τέρατα υπευθυνότητας μόνο όπου μας αρέσει. Διαφορετικά κάποιος θα χρειαστεί να παίξει τον πολύ χαριτωμένο ρόλο του κηδεμόνα σπάζοντας τα νεύρα μας και τα δικά του, όσο θα προσπαθεί να μας εξηγήσει για παράδειγμα ότι αν ένα σπίτι δεν καθαριστεί εγκαίρως θα μας φάνε νέα είδη εντόμων εκτός από τις κατσαρίδες.

Μη μας στείλεις να κάνουμε γραφειοκρατική δουλειά. Θα το ξεχάσουμε μόνο και μόνο επειδή ο ουρανός ήταν πολύ μπλε και θέλαμε να πάμε μια βόλτα να δούμε αν κουνιούνται οι βάρκες. Αν οπωσδήποτε πρέπει να μας βάλεις να κάνουμε κάτι που απαιτεί οργάνωση, φρόντισε να έχεις κολλήσει post it με λίστες ακόμη και στο καζανάκι της τουαλέτας καθοδηγώντας μας βήμα-βήμα λες και παίζουμε τον χαμένο θησαυρό.

Ακούμε μουσική στη διαπασών κι όταν κάποιος μας λέει να το χαμηλώσουμε απαντάμε «ναι μπαμπά» μα δεν το κάνουμε ποτέ. Σκάμε μύτη σε κυριλοκαταστάσεις (όταν δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε) με σκισμένο τζιν κι άρβυλα, όμως άνετα μπορεί να μας πετύχεις με δωδεκάποντο ή γραβάτα στην ταβέρνα του Μπάμπη επειδή μας τη βάρεσε. Φράσεις όπως «grow up» που ακούμε συχνά από τους γύρω, δυστυχώς ή ευτυχώς μας αφήνουν παγερά αδιάφορους. Θα μπορούσαμε να είμαστε οι τρελοί νονοί των παιδιών τους, όχι όμως γονείς.

Όπως λέει κι ο Ρένος Χαραλαμπίδης στα φτηνά τσιγάρα επιβιώνουμε μάλλον από σύμπτωση αλλά εξακολουθούμε να πιστεύουμε στους εαυτούς μας και τα όνειρά μας. Είμαστε η ευχάριστη ιδιότροπη κι ανοργάνωτα δημιουργική νότα στη σχέση, τα μαύρα πρόβατα των οικογενειών και τα μυστήρια τρένα κάθε παρέας. Δεν είμαστε ανώριμοι. Απλώς αγαπάμε πολύ τη ζωή για να τη θυσιάσουμε στον βωμό της πραγματικότητας.

[Τραγούδι: Ruth B – Lost Boy ( Darren Omnet Remix)]

https://www.youtube.com/watch?v=r3zKLuguEpE

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου