Απόψε που λείπεις, έχω έναν χείμαρρο συναισθημάτων να κουμαντάρω. Φταίει και το φεγγάρι που είναι στα πάνω του αυτήν την εποχή κι όπου κι αν κοιτάξω θα πέσει τελικά το βλέμμα μου στην πανσέληνο. Θέλω να σου πω ένα «γεια», αφού εσύ και το φεγγάρι είστε για μένα ταυτόσημα πια.
Σήμερα σκεφτόμουν να του πω και κάτι παραπάνω να σου μεταφέρει. Θα του ψιθυρίσω όλα όσα δεν μπόρεσα ως τώρα να κάνω ζάφτι ώστε να τακτοποιηθούν στις αράδες κάποιου μηνύματος ή ανάμεσα στους αναστεναγμούς μας όταν μιλάμε απ’ το τηλέφωνο τα βράδια.
Θέλω να τα βγάλω από μέσα μου, θέλω να τα μοιραστώ μαζί σου, όπως με έκανες να θέλω να μοιράζομαι μαζί σου τα πάντα. Κι εκείνο θα με ακούσει.
Σου είχα πει ένα βράδυ καθώς χάιδευα τις γραμμές και τις καμπύλες του προσώπου σου, πως μόνο εσύ με έκανες να συνειδητοποιήσω ότι μπορεί κανείς να αισθανθεί αυτό το περιβόητο «ένα» που αποτελείται από δύο. Μ’ έκανες να καταλάβω πως αυτό είναι τελικά πιο ενιαίο από μία μονάδα αυτούσια. Μόνο μαζί σου τα πιο περίεργα μαθηματικά, αυτά του έρωτα, έγιναν η πιο κατανοητή γλώσσα για μένα.
Μαζί σου όλα φαντάζουν πανεύκολα. Κατέβασε μου θεούς και δαίμονες και θα τους παλέψω για ένα καπρίτσιο σου και μόνο. Ακόμη και η αύρα σου, η ενέργειά σου, το άρωμα του κορμιού σου που με ξεσηκώνει όταν εσύ λείπεις έχοντας ποτίσει τα πάντα γύρω μου, μου δημιουργούν ταχυκαρδία και με επιβεβαιώνουν κάθε ώρα και λεπτό πως δε χρειάζεται να εξηγήσω τα γιατί και τα πώς που μας ενώνουν με αυτόν τον μυστηριακό τρόπο.
Μου φτάνει που ξέρω ότι όσο υπάρχεις εσύ ποτέ δε θα νιώσω μόνη, μου φτάνει που οι δικοί μας κώδικες έχουν φτιάξει έναν κόσμο λέξεων κι αισθήσεων ξανά απ’ την αρχή. Κατάδικό μας για να γεμίζουν τα κενά της όποιας απουσίας.
Μου φτάνει που πια δε φοβάμαι τη λέξη «λείπω» και τα παράγωγά της, ούτε τη λέξη «απόσταση» και ό,τι αυτή συνεπάγεται αν τύχει και τις συναντήσω μπροστά μου. Έχεις απομυθοποιήσει όλα τα τέρατα που για άλλους αποτελούν απειλές για μια σχέση, μαθαίνοντάς μου ότι ο έρωτας είναι ο μεγαλύτερος μάγος όταν είναι αληθινός.
Η αναμονή και η προσμονή μέχρι η απουσία να γίνει παρουσία ήταν κάτι που δεν μπορούσα ν’ ανεχτώ ώσπου να σε γνωρίσω. Όλα είναι αβέβαια έλεγα, εσύ όμως σκότωσες και τη λέξη αβεβαιότητα.
«Ό,τι και να γίνει, όσο βλέπουμε το ίδιο φεγγάρι ποτέ δε θα είμαστε μόνοι», μου είχες γράψει λίγο πριν φύγεις και μου το έδωσες σαν μυστικό ερωτικό ραβασάκι καθώς σε κρατούσα στην αγκαλιά μου και προσπαθούσα μάταια να σε χορτάσω.
Ξαφνικά για μένα αυτός ο τόσο μακρινός μα οικείος δορυφόρος μας που δανείζεται το φως του ήλιου για να μας φανερώνεται κάθε νύχτα, έγινε η συμβολική ζεστή συντροφιά σου.
Κι εσύ, άγνωστε, που με διαβάζεις αυτή τη στιγμή και πιθανότατα είναι βράδυ, ρίξε μια κλεφτή ματιά εκεί ψηλά, σκέψου κάποιον που σου λείπει και κλείσε του το μάτι. Έστω κι αν ο άνθρωπος που αναζητάς δε σ’ έχει βρει ακόμη, έστω κι αν ακόμη είστε για τον κόσμο δύο ξένοι, το μόνο σίγουρο είναι ότι κάθε νύχτα τα μάτια σας αντικρίζουν αυτό, το ίδιο φεγγάρι.
Με κάποιον από όλους αυτούς που το κοιτάζουν αναζητώντας, ψιθυρίζοντας, κάνοντας ευχές, αναστενάζοντας και νοσταλγώντας, ίσως έχετε πολλά να μοιραστείτε και ίσως κάποια στιγμή να βρεθείτε και να το ανακαλύψετε.
Το φεγγάρι είναι ο μυστικός, εχέμυθος, σιωπηλός και συγκαταβατικός προστάτης κι αγγελιοφόρος όλων των ερωτευμένων. Μεταφέρει κάθε βλέμμα μας αυτούσιο, κάθε συναίσθημά μας αλώβητο, κάθε «μου λείπεις», κάθε «πού είσαι» και κάθε «σε σκέφτομαι» από τη μία άκρη της Γης στην άλλη χωρίς παρεμβολές.
Είναι πανταχού παρόν. Είναι φτιαγμένο από τα «μαζί» μας και τα «χώρια» μας, από αναμνήσεις, προσμονές και υποσχέσεις. Κι όπως δανείζεται το φως του ήλιου για να γίνει ορατό, έτσι δανειζόμαστε κι εμείς την ύπαρξή του για να παλέψουμε τη νοσταλγία μας.